Oσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότερο γίνεται εμφανές ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με τη χειρότερη ύφεση από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η εμπιστοσύνη των καταναλωτών και των επιχειρηματιών στις μεγάλες οικονομίες έχει βυθιστεί σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ οι πιστωτικοί δίαυλοι έχουν διακοπεί παγκοσμίως, σε μια περίοδο όπου η δανειακή επιβάρυνση βρέθηκε στα ύψη εξαιτίας του «φθηνού» χρήματος που κυριάρχησε από το 2001.
Oσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότερο γίνεται εμφανές ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με τη χειρότερη ύφεση από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η εμπιστοσύνη των καταναλωτών και των επιχειρηματιών στις μεγάλες οικονομίες έχει βυθιστεί σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ οι πιστωτικοί δίαυλοι έχουν διακοπεί παγκοσμίως, σε μια περίοδο όπου η δανειακή επιβάρυνση βρέθηκε στα ύψη εξαιτίας του «φθηνού» χρήματος που κυριάρχησε από το 2001.

Με τη ζήτηση να καταρρέει, τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές να πλήττονται από τις εν δυσλειτουργία χρηματαγορές, την αύξηση της ανεργίας και τη συρρίκνωση του παγκόσμιου δανεισμού, η επενδυτική ψυχολογία παραμένει στο ναδίρ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο χρυσός και τα πολύτιμα μέταλλα ως «ασφαλή καταφύγια» συνεχίζουν να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος.

Ετσι, όταν χθες η Μoody΄s προειδοποίησε για πιθανές υποβαθμίσεις τραπεζών με θυγατρικές στην περιοχή της Αν. Ευρώπης, οι εγχώριες τράπεζες βρέθηκαν στο καναβάτσο, καθώς ούτως ή άλλως οι αδύναμες οικονομίες βρίσκονται στο στόχαστρο. Χθες, π.χ., η αναλογία πωλητών προς αγοραστές των ξένων στο ΧΑ ήταν δέκα προς ένα, ενώ τα περιθώρια των ελληνικών ομολόγων διευρύνθηκαν, σε μια στιγμή που μόνο μία μεγάλη διεθνής εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων φέρεται να είναι ο βασικός αγοραστής στις τελευταίες εκδόσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ο δανεισμός πάντως της χώρας μας θα καλυφθεί μάλλον, καθώς ακόμη και η Γερμανία, η οποία είναι αντίθετη με τη δημιουργία ενός ευρωομολόγου, συμφωνεί σε κάθε περίπτωση με τη στήριξη των αδύναμων οικονομιών. Οι διεθνείς ροές κεφαλαίων αναμένεται ωστόσο να συνεχίσουν να μειώνονται, καθώς οι φόβοι των ξένων για την Ελλάδα αυξάνονται. Και ενώ το πολιτικό σκηνικό δεν εμπνέει ασφάλεια, η παραοικονομία εμφανίζεται το μόνο «μαξιλαράκι» μιας οικονομίας που συνεχώς διολισθαίνει, τη στιγμή που τα ερωτηματικά σχετικά με το εύρος των επισφαλειών, το βάθος της κρίσης στον τουρισμό, τη ναυτιλία, την οικοδομική δραστηριότητα κτλ. μεγεθύνονται. Οταν δε οι φόβοι φθάνουν στο σημείο να καθιστούν επισφαλείς για ορισμένες ΔΕΚΟ ακόμη και τις μελλοντικές εισπράξεις οφειλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τότε είναι εύλογο να υποθέσει κανείς ότι ο κίνδυνος επικεντρώνεται σε έναν πιθανό «φαύλο κύκλο», ο οποίος είναι καλό για όλους να αποφευχθεί.

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 18/02/2009)