Ο Λέον Στολτζ, επιχειρηματίας από την Ατλάντα, με τη σύζυγό του Ελίζαμπεθ, έκαναν κάτι που ελάχιστοι κάνουν πια στις μέρες μας: Πήγαν να αγοράσουν ένα καινούργιο αυτοκίνητο. Η μακροενοικίαση, διάρκειας 27 μηνών, του Honda Odys­sey που χρησιμοποιεί το ζευγάρι έληγε και αποφάσισαν να προχωρήσουν στην αγορά ενός πιο σπορ αυτοκινήτου.
Ο Λέον Στολτζ, επιχειρηματίας από την Ατλάντα, με τη σύζυγό του Ελίζαμπεθ, έκαναν κάτι που ελάχιστοι κάνουν πια στις μέρες μας: Πήγαν να αγοράσουν ένα καινούργιο αυτοκίνητο. Η μακροενοικίαση, διάρκειας 27 μηνών, του Honda Odys­sey που χρησιμοποιεί το ζευγάρι έληγε και αποφάσισαν να προχωρήσουν στην αγορά ενός πιο σπορ αυτοκινήτου. Ωστόσο, στο τέλος το ζευγάρι, που διαθέτει ήδη τέσσερα αυτοκίνητα, αποφάσισε να κρατήσει το Honda, μετατρέποντας τη μακροενοικίαση σε αγορά. «Θα μπορούσα να πω ότι κάναμε πίσω», αναφέρει χαρακτηριστικά ο 41χρονος επιχειρηματίας. «Οι υπερβολές τελικά δεν είναι καλό πράγμα, έχουμε τόσα πολλά πράγματα».

Παρά το γεγονός ότι το ζεύγος Στολτζ συνηθίζει να προχωρεί στη μακροενοικίαση ενός νέου οχήματος κάθε δύο χρόνια, δεν σχεδιάζουν να αντικαταστήσουν και τα παλαιότερα αυτοκίνητά τους, όπως την ηλικίας οκτώ ετών BMV X5 SUV που διαθέτουν. «Είμαστε πολύ ευχαριστημένοι από το παλιό μας αυτοκίνητο», υποστηρίζει ο κ. Στολτζ.

Την ίδια στιγμή που οι αυτοκινητοβιομηχανίες και οι αντιπροσωπίες αυτοκινήτων βρίσκονται αντιμέτωπες με τη χειρότερη κρίση των τελευταίων ετών, ανάλογες συμπεριφορές κάνουν πράξη έναν από τους χειρότερους φόβους τους. Οι καταναλωτές σε όλο τον κόσμο, ακόμη και αυτοί που προχωρούν σε αγορές ακριβότερων αγαθών και διαθέτουν αξιόλογο σταθερό εισόδημα, γίνονται όλο και πιο διστακτικοί στην αντικατάσταση των παλιών αυτοκινήτων τους με καινούργια.

To συμπέρασμα

Την ίδια στιγμή που οι καταναλωτές στις αναδυόμενες αγορές, όπως η Κίνα και η Ινδία, παραλαμβάνουν το πρώτο τους αυτοκίνητο, οι καταναλωτές σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ιαπωνία καταλήγουν όλο και πιο συχνά στο συμπέρασμα είτε ότι δεν χρειάζονται ακόμη νέο αυτοκίνητο, είτε ότι μπορούν να κρατήσουν αυτό που ήδη διαθέτουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Στις ΗΠΑ, το μέσο διάστημα αντικατάστασης ενός αυτοκινήτου αυξήθηκε στα τέλη του 2008 στους 75 μήνες, έναντι 62 μηνών στα τέλη του 2006, ενώ τον περασμένο Οκτώβριο ο αριθμός των νέων οχημάτων που αγοράστηκαν ήταν χαμηλότερος αυτών που αποσύρθηκαν, γεγονός που σημαίνει ότι στη μεγαλύτερη αγορά αυτοκινήτων στον κόσμο κυκλοφορούν όλο και λιγότερα νέα οχήματα στους δρόμους. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες αναλύουν συνεχώς τα νέα δεδομένα στην προσπάθειά τους να προβλέψουν πότε -ή πιο σωστά αν- οι πωλήσεις νέων οχημάτων θα επιστρέψουν στα επίπεδα που ήταν πριν από την έναρξη της διεθνούς χρηματοοικονομικής κρίσης. «Οι καταναλωτές περνούν δύσκολες στιγμές και αλλάζουν τις αγοραστικές τους συνήθειες», λέιε αναλυτής της συμβουλευτικής εταιρείας CSM Worldwide. «Ολες οι ενδείξεις συνηγορούν στο γεγονός ότι οι καταναλωτές αποταμιεύουν περισσότερα και ξοδεύουν λιγότερο. Και η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί για καιρό», επισημαίνει.

Δίχως αμφιβολία, το φαινόμενο της «πιστωτικής φούσκας» συνέβαλε τα μέγιστα στις πωλήσεις - ρεκόρ που σημείωσε ο κλάδος τα τελευταία χρόνια. Κανείς παρ’ όλα αυτά δεν μπορεί να μιλήσει για τον «θάνατο του αυτοκινήτου», πόσο μάλλον σε μία χώρα σαν την Αμερική. Η τεράστια έκτασή της, το καλά δομημένο οδικό δίκτυό της, αλλά και η έλλειψη ενός καλά οργανωμένου δικτύου μέσων μαζικής μεταφοράς, εγγυώνται ότι η ζήτηση στην αγορά αυτοκινήτων θα διατηρηθεί ακμαία για αρκετές ακόμη δεκαετίες. Η αυτοκινητοβιομηχανία έχει βρεθεί αντιμέτωπη με ανάλογες κρίσεις σε περιόδους οικονομικής ύφεσης και κατά το παρελθόν, με πιο πρόσφατη αυτή στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αλλά οι πωλήσεις της ανακάμπτουν πάντα στο τέλος. Η παγκόσμια παραγωγή υποχώρησε πέρυσι στα 66,2 εκατ. αυτοκίνητα, έναντι 68,9 εκατ. το 2007, σύμφωνα με την PwC, η οποία προβλέπει περαιτέρω υποχώρηση φέτος στα 59,3 εκατ. οχήματα. Παρά το γεγονός ότι η μείωση των πωλήσεων αποδίδεται κυρίως στον περιορισμό της ζήτησης στις ΗΠΑ, τη Δυτική Ευρώπη και την Ιαπωνία, πρόσφατα οι πωλήσεις άρχισαν να κινούνται πτωτικά και στις αναδυόμενες αγορές. Το πόσο γρήγορα θα ανακάμψει η κατάσταση στην αγορά εξαρτάται, όπως υποστηρίζουν παράγοντες του κλάδου, από την ομαλοποίηση της οικονομικής κατάστασης.

Οι κατασκευαστές ευελπιστούν να αναθερμάνουν το ενδιαφέρον των καταναλωτών δίνοντας έμφαση σε νέες τεχνολογίες και χαρακτηριστικά. Οι νεότεροι οδηγοί, για παράδειγμα, δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον για αυτοκίνητα που «συνεργάζονται» καλύτερα με τα κινητά τους τηλέφωνα, τα mp3-player και τις άλλες ψηφιακές συσκευές που χρησιμοποιούν.

Οι αυτοκινητοβιομηχανίες φιλοδοξούν τέλος να προσελκύσουν και τους πιο οικολογικά συνειδητοποιημένους καταναλωτές με τα νέα φιλικά προς το περιβάλλον οχήματα που κυκλοφόρησαν τον τελευταίο χρόνο. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Πολ ΜακΚάρθι της PwC, «Η αγάπη για τα αυτοκίνητα και η σχέση μαζί τους απλώς αλλάζουν, δεν πρόκειται να χαθούν ποτέ».

Γερμανία: Αναζήτηση λύσης στην απόσυρση

Στα εγκαίνια του νέου μουσείου της Prosche, που πραγματοποιήθηκαν την περασμένη εβδομάδα στη Στουτγάρδη, όλα έδειχναν ότι η αγάπη των Γερμανών για τα ακριβά αυτοκίνητα παρέμεινε ανέπαφη παρά το προβλήματα που έχει προκαλέσει η κρίση. Παρ’ όλα αυτά, πίσω από τους λαμπρούς εορτασμούς ήταν προφανές το κλίμα κατήφειας που επικρατεί στη χώρα, η οποία έχει τη μεγαλύτερη παράδοση από οποιαδήποτε άλλη στον κόσμο στην παραγωγή πολυτελών οχημάτων. Η τελετή για τα εγκαίνια του υπερσύγχρονου μουσείου, η κατασκευή του οποίου στοίχισε περί τα 100 εκατ. δολάρια, θα ήταν ακόμη πιο μεγαλειώδης.

Οπως ανέφερε όμως ο διευθύνων σύμβουλος της Porsche, Ουέντελιν Ουίντεκινγκ: «Προτιμήσαμε να κρατήσουμε ένα μέτρο σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς και να είμαστε περισσότερο μετρημένοι στα έξοδα των εορτασμών».

Η ζήτηση αυτοκινήτων στη Γερμανία υποχώρησε πέρυσι κατά 2%, στα 3,1 εκατ. οχήματα, ποσό που είναι και το χαμηλότερο στην ιστορία της χώρας μετά την ενοποίησή της πριν από 19 χρόνια. Τον Δεκέμβριο, η παραγωγή των γερμανικών αυτοκινητοβιομηχανιών ήταν χαμηλότερη κατά 22% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.

Η αυτοκινητοβιομηχανία απασχολεί έναν στους επτά εργαζόμενους που απασχολούνται σε γερμανικές βιομηχανίες. Η μείωση των πωλήσεων ανάγκασε πολλές μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου, από την Daimler μέχρι τη Volkswagen, να κλείσουν εργοστάσια, να απολύσουν προσωρινά εργαζόμενους, να μειώσουν το προσωπικό τους και να καταφύγουν στην έκτακτη λύση της βοήθειας από το κράτος. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση ανταποκρίθηκε με κίνητρα για την αντικατάσταση των παλιών αυτοκινήτων με νέα. Στη Γερμανία, ο μέσος όρος της ηλικίας ενός αυτοκινήτου ανέρχεται στα οκτώ χρόνια, έναντι επτά στη Μεγάλη Βρετανία.



(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 14-15/02/2009)