Ο κλάδος των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας στις ΗΠΑ αναμένεται να εισέλθει σε μία περίοδο συγχωνεύσεων και εξαγορών. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας, η αξία των συμφωνιών αυτών στις ΗΠΑ ανήλθε μόλις σε 128 δισ. δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί σε λιγότερο από το μισό των συμφωνιών ύψους 286 δισ. δολαρίων που πραγματοποιήθηκαν στα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σύμφωνα με στοιχεία της PwC. Οι συμφωνίες εξαγορών και συγχωνεύσεων σημείωσαν επιβράδυνση στις περισσότερες χώρες, ωστόσο η τάση αυτή ήταν πιο έντονη στις ΗΠΑ παρά στην Ε.Ε.
Ο κλάδος των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας στις ΗΠΑ αναμένεται να εισέλθει σε μία περίοδο συγχωνεύσεων και εξαγορών. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας, η αξία των συμφωνιών αυτών στις ΗΠΑ ανήλθε μόλις σε 128 δισ. δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί σε λιγότερο από το μισό των συμφωνιών ύψους 286 δισ. δολαρίων που πραγματοποιήθηκαν στα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σύμφωνα με στοιχεία της PwC. Οι συμφωνίες εξαγορών και συγχωνεύσεων σημείωσαν επιβράδυνση στις περισσότερες χώρες, ωστόσο η τάση αυτή ήταν πιο έντονη στις ΗΠΑ παρά στην Ε.Ε.

Στην Ευρώπη, παρόλα αυτά, αναμένεται να υπάρξει μία μικρή «ανάπαυλα» από τις δραστηριότητες αυτές, όπως επισημαίνει ο ειδικός αναλυτής της PwC, Μαρκ Χιούζ. «Πολλές επιχειρήσεις έχουν ήδη φτάσει στο σημείο που είχαν θέσει ως στόχο», υποστηρίζει.

Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχουν θέματα που πρέπει να επιλυθούν, όπως στην περίπτωση του 25% της ισπανικής Endesa, το οποίο κατέχει η επίσης ισπανική κατασκευαστική Acciona, που αναμένεται να εξαγοραστεί από την ιταλική Enel. Σε κάθε περίπτωση, αν δεν υπάρξει παρέμβαση από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για απελευθέρωση της ενεργειακής αγοράς, οι δραστηριότητες εξαγορών και συγχωνεύσεων στον κλάδο εκτιμάται ότι θα μειωθούν κατά το προσεχές διάστημα.

Στον αντίποδα, στις ΗΠΑ, αναμένεται μεγαλύτερη κινητικότητα. Μπορεί η ευρωπαϊκή αγορά να κυριαρχείται τα τελευταία χρόνια από συγκεκριμένους πανευρωπαϊκής εμβέλειας ομίλους, αλλά η αμερικανική αγορά αποτελεί ένα συνονθύλευμα στο οποίο δραστηριοποιούνται περί τις 20.000 τοπικές επιχειρήσεις.

Ορισμένες από αυτές είναι θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως μικροσκοπικές, καθώς αριθμούν περί τους 20 πελάτες, αλλά ακόμη και οι μεγαλύτερες είναι επιχειρήσεις μεσαίου μεγέθους με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Στις ΗΠΑ δεν υπάρχουν «ηγέτες» στην εν λόγω αγορά, όπως λ.χ. η γαλλική EDF στην ευρωπαϊκή αγορά με μία κεφαλαιοποίηση της τάξεως των 95 δισ. δολαρίων, ή η γερμανική Eon με κεφαλαιοποίηση της τάξεως των 70 δισ. δολαρίων.

Μεγάλες - μικρές
Η μεγαλύτερες εισηγμένες επιχειρήσεις του κλάδου στις ΗΠΑ είναι η Exelon με αξία της τάξεως των 38 δισ. δολαρίων, η Southern Company με αξία της τάξεως των 27 δισ. δολαρίων και η FPL με αξία της τάξεως των 21 δισ. δολαρίων.

Σύμφωνα με στοιχεία της συμβουλευτικής εταιρείας Capgemini, οι 20 μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου στις ΗΠΑ παράγουν μόλις το 27% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνει η χώρα. Ο κατακερματισμός που χαρακτηρίζει την αμερικανική αγορά την καθιστά έναν ιδιαίτερα ελκυστικό στόχο για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις οι οποίες δεν έχουν πια ιδιαίτερα μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης επί ευρωπαϊκού εδάφους.

Η ενεργειακή αγορά των ΗΠΑ υφίσταται τις επιπτώσεις από την κρίση στις πιστωτικές αγορές, η οποία έχει προκαλέσει τεράστια προβλήματα στη λειτουργία των πιο χρεωμένων επιχειρήσεων.

Παράλληλα, η νέα περιβαλλοντική πολιτική που ακολουθείται έχει καταστήσει λιγότερο ελκυστικό τον κλάδο για την πραγματοποίηση επενδύσεων. Χάρη στη σταθερή και υψηλή κερδοφορία τους, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση όσον αφορά στη δραστηριοποίησή τους σε αγορές που αντιμετωπίζουν προβλήματα, όπως είναι η αμερικανική.

Σύμφωνα με αναλυτές, οι Ευρωπαίοι ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τομείς όπου μπορούν να έχουν σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των Αμερικανών ανταγωνιστών τους, όπως είναι αυτοί των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της πυρηνικής ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται στρατηγικές κινήσεις. Οπως η εξαγορά των ανεμογεννητριών της αμερικανικής Airtricity από την Eon το 2007 έναντι 1,4 δισ. δολαρίων, ή η συμφωνία ύψους 4,5 δισ. δολαρίων που ανακοινώθηκε στα τέλη του 2008 για την εξαγορά των πυρηνικών εργοστασίων της Constellation από την EDF. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η τάση αυτή θα συνεχιστεί, με τους ενδιαφερόμενους αγοραστές να προέρχονται τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό των ΗΠΑ. Στο πλαίσιο αυτό η NRG Energy του Νιου Τζέρσεϊ αποτελεί στόχο επιθετικής εξαγοράς της Exelon η οποία φιλοδοξεί να μετατραπεί στην κορυφαία επιχείρηση ηλεκτρισμού στην αγορά των ΗΠΑ. Η NRG έχει ανακοινώσει ότι θα εξετάσει όλες τις προτάσεις, καθώς σύμφωνα με αναλυτές, θα την ενδιέφερε μία ενδεχόμενη συμφωνία με έναν κορυφαίο ευρωπαϊκό όμιλο.

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 7-8/02/2009)