G–20 και η «Νέα Οικονομική Τάξη»

Με την ολοκλήρωση της συνάντησης των G–20 την περασμένη εβδομάδα στο Λονδίνο, όπου συγκεντρώθηκαν οι επικεφαλείς των 20 πιο ανεπτυγμένων οικονομικά χωρών του πλανήτη για να συζητήσουν και να αποφασίσουν μέτρα για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, πολλοί έσπευσαν να χαρακτηρίσουν το γεγονός ως την απαρχή της δημιουργίας μιας νέας διεθνούς οικονομικής τάξης.
Energia.gr
Τρι, 7 Απριλίου 2009 - 12:53
Με την ολοκλήρωση της συνάντησης των G–20 την περασμένη εβδομάδα στο Λονδίνο, όπου συγκεντρώθηκαν οι επικεφαλείς των 20 πιο ανεπτυγμένων οικονομικά χωρών του πλανήτη για να συζητήσουν και να αποφασίσουν μέτρα για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, πολλοί έσπευσαν να χαρακτηρίσουν το γεγονός ως την απαρχή της δημιουργίας μιας νέας διεθνούς οικονομικής τάξης. Δηλαδή ενός ανασχεδιασμένου παγκόσμιου οικονομικού συστήματος το οποίο θα διαμορφώσει μία νέα οικονομική αρχιτεκτονική με κύριο στόχο τον καλύτερο έλεγχο της παγκόσμιας οικονομίας, την εξασφάλιση μιας αέναης ανάπτυξης, την δημιουργία απασχόλησης για όλους, την άμβλυνση των ανισοτήτων και τέλος την αποφυγή αποσταθεροποιητικών φαινομένων όπως η σημερινή κρίση.

Ασφαλώς και στην συνάντηση των G–20, η οποία ήτο απόλυτα αναγκαία ως παρέμβαση και ως προς αυτό το σκέλος εστέφθη με επιτυχία, κάτι τέτοιο δεν επετεύχθη. Και ούτε επρόκειτο φυσικά αφού οι στόχοι της συνάντησης ήταν πυροσβεστικοί και απέβλεπαν κυρίως στην συναντίληψη και συμφωνία λήψης άμεσων μέτρων τόνωσης της διεθνούς ρευστότητας ώστε να μειωθεί ή και να αντιστραφεί ο ρυθμός μείωσης της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης η οποία σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) εκτιμάται ότι θα συρρικνωθεί κατά 1/2% με 1.0%, κάτι που έχει να συμβεί από τα τέλη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Αυτό που επέτυχε η συνάντηση των G–20 ήτο η επαναχρηματοδότηση του διεθνούς νομισματικού συστήματος μέσω του συνολικού πακέτου των 1.100 δισεκ. δολαρίων, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων έχει ήδη δεσμευτεί για να τονωθεί το αποθεματικό του ΔΝΤ κατά 500 δισεκ δολάρια. Ίσως η πιο καινοτόμος απόφαση της συνάντησης των G–20 ήτο η δέσμευση 250 δισεκ. δολαρίων για την χρηματοδότηση του διεθνούς εμπορίου μέσω των ειδικών τραβηκτικών δικαιωμάτων (SDR’s) και επιπλέον κεφάλαια 100 δισεκ δολαρίων για την ενίσχυση των πλέον ασθενέστερων οικονομιών του τρίτου κόσμου. Το μέγεθος της νομισματικής επέμβασης σε συνδυασμό με την ομοψυχία που επεκράτησε  ήτο τέτοια που έπεισε τις αγορές εάν κρίνουμε από την άνοδο τους τις τελευταίες ημέρες, συνέχεια μιας γενικότερης ανοδικής πορείας που ξεκίνησε στις αρχές Μαρτίου εν αναμονή των αποφάσεων των G–20.

Όμως μία πρόσκαιρη βελτίωση των αγορών δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη βελτίωση του οικονομικού κλίματος το οποίο εξακολουθεί να διαμορφώνεται δυσμενές υπό την σκιά μίας παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης με συνεχή αύξηση της ανεργίας (μόνο από τις αρχές του έτους στις ΗΠΑ έχουν απολεσθεί περί τα 2.0 εκατομμύρια θέσεις εργασίας με αντίστοιχες απώλειες στην Ευρώπη), πτώση της ζήτησης και εν γένει της εμπορικής δραστηριότητας. Εάν κάτι ανεδείχθη ως η αχίλλειος πτέρνα του όλου οικονομικού συστήματος αυτή ήτο ο τομέας του παγκόσμιου εμπορίου όπου η εφαρμογή προστατευτικών μέτρων από ΗΠΑ, Ε.Ε και Κίνα, δηλαδή των βασικών εκπροσώπων των G–20, αποτελεί την τροχοπέδη για την αναγέννηση των αγορών. Κάτι που φάνηκε ξεκάθαρα μετά την αποτυχία ολοκλήρωσης του γύρου της Doha τον περασμένο Δεκέμβριο στο πλαίσιο της προσπάθειας εναρμόνισης του παγκόσμιου εμπορίου.

Η Σύνοδος του Λονδίνου μπορεί να μην οδήγησε στην δημιουργία ενός νέου χρηματοπιστωτικού συστήματος, τύπου Bretton Woods, όμως είναι βέβαιο ότι ξύπνησε μνήμες και ενεργοποίησε αντανακλαστικά για την ανάγκη μιας ριζικής επανεξέτασης του τρόπου λειτουργίας και διασύνδεσης των αγορών, μηδέ εξαιρουμένης μιας νέας παγκόσμιας νομισματικής τάξης. Αυτό τουλάχιστον δείχνει η απόφαση των G–20 για την άμεση δραστηριοποίηση του Financial Stability Boord (FSF) με άμεσο στόχο την καταγραφή και παρακολούθηση των αποφασισθέντων ενεργειών με στόχο την παγκόσμια οικονομική σταθερότητα. Με την προοπτική το FSF να προετοιμάσει το τοπίο για μία ευρύτερη συζήτηση, που τώρα ουσιαστικά ξεκινάει, για την επανεξέταση της λειτουργίας του διεθνούς οικονομικού χώρου.

Μία συμφωνία για την αλλαγή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής αρχιτεκτονικής μπορεί να αργήσει, αφού άμεση προτεραιότητα είναι η επαναφορά του διεθνούς συστήματος στο “status quo ante”. Όμως οι λόγοι για των εκ βάθρων ανασύσταση του τρόπου λειτουργίας και εξέλιξης – αλλά όχι απαραιτήτως συνεχούς ανάπτυξης – της διεθνούς οικονομίας είναι περισσότερο από φανεροί και η παρούσα κρίση, ως πρόδρομο σεισμικό σήμα, έρχεται να καταδείξει τους επερχόμενους κινδύνους, ακόμη και την πιθανότητα πλήρους κατάρρευσης του παγκόσμιου οικονομικού οικοδομήματος. Η σύσκεψη G–20 στέλνει μία νότα αισιοδοξίας γιατί έδειξε ότι επικρατεί επίγνωση των ανωτέρω κινδύνων και ίσως και μία λανθάνουσα αποφασιστικότητα για μία ριζική αντιμετώπισή των.