Το Μετέωρο Βήμα της G-20 και οι Προτάσεις της Επιτροπής Στίγκλιτς

Παρά τα χαμόγελα και τις θριαμβολογίες, οι πολιτικές ηγεσίες των 20 πιο δυναμικών χωρών του πλανήτη έκαναν την περασμένη εβδομάδα μόλις ένα μικρό και μετέωρο βήμα για την υπέρβαση της σημερινής κρίσης. Η σύνοδος των G-20 στο Λονδίνο θα μείνει στην Ιστορία για τρεις λόγους διαφορετικούς από αυτούς για τους οποίους συνεκλήθη
Της Λούκας Κατσέλη
Τετ, 8 Απριλίου 2009 - 08:38
Παρά τα χαμόγελα και τις θριαμβολογίες, οι πολιτικές ηγεσίες των 20 πιο δυναμικών χωρών του πλανήτη έκαναν την περασμένη εβδομάδα μόλις ένα μικρό και μετέωρο βήμα για την υπέρβαση της σημερινής κρίσης.

Η σύνοδος των G-20 στο Λονδίνο θα μείνει στην Ιστορία για τρεις λόγους διαφορετικούς από αυτούς για τους οποίους συνεκλήθη:

Πρώτον, είναι η πρώτη φορά που σημαντικές αποφάσεις για τη διεθνή διακυβέρνηση λαμβάνονται όχι μόνο από εκπροσώπους των πιο αναπτυγμένων χωρών αλλά με τη συμμετοχή ηγετών από σημαντικές αναδυόμενες οικονομίες (Κίνα, Ινδία, Νότιο Κορέα, Αργεντινή, Βραζιλία, Μεξικό, Ινδονησία, Τουρκία, Σαουδική Αραβία και Νότιο Αφρική). Η σύνοδος νομιμοποίησε, έτσι, στα μάτια της κοινής γνώμης τη λειτουργία ενός άτυπου διεθνούς διευθυντηρίου παρακάμπτοντας τις υπάρχουσες αντιπροσωπευτικές δομές του ΟΗΕ. Αξίζει να τονιστεί η παντελής απουσία του ΟΗΕ από την προετοιμασία της συνάντησης όσο και η «εκκωφαντική» απουσία εκπροσώπων των αναπτυσσόμενων χωρών, αν και αρκετές αποφάσεις ελήφθησαν στο όνομά τους.

Δεύτερον, η οριστικοποίηση πρόσθετης χρηματοδότησης συνολικού ύψους 1,1 τρισ. δολαρίων για τρέχοντα δανειακά προγράμματα που αφορούν κυρίως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τη Διεθνή Τράπεζα και τις περιφερειακές αναπτυξιακές τράπεζες συνδέεται με την προώθηση θεσμικών αλλαγών που είχαν ήδη προαποφασιστεί από τα μέσα του 2008. Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση αποτέλεσε απλώς την αφορμή για επίσπευση αποφάσεων που εκκρεμούσαν. Ενα μεγάλο τμήμα της χρηματοδότησης θα διοχετευθεί κυρίως στις αναπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες, όπως το Μεξικό, που έσπευσαν ήδη να κάνουν χρήση των πόρων. Οι πρόσθετες, νέες δεσμεύσεις, σύμφωνα με εκτιμήσεις, δεν ξεπερνούν τα 100 δισ. δολάρια. Αντίθετα, οι προϋποθέσεις και οι δυνατότητες των φτωχότερων χωρών να συνάψουν νέο δανεισμό είναι ιδιαίτερα περιορισμένες.

Τρίτον, για πρώτη φορά οι G-20 δεσμεύονται να επεκτείνουν μέτρα εποπτείας και ελέγχου σε «συστημικά σημαντικά» hedge funds, καθώς και σε εταιρείες πιστοληπτικής αξιολόγησης, να προωθήσουν παραδεκτά όρια στις αμοιβές και στα μπόνους τραπεζικών στελεχών και να επιβάλουν κυρώσεις σε φορολογικούς παραδείσους που δεν συναινούν στην κοινοποίηση και ανταλλαγή πληροφοριών βάσει των διεθνών προδιαγραφών που θεσπίζει ο ΟΟΣΑ. Η παρακολούθηση των εξελίξεων ανατέθηκε στο Forum Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSF), ένα άτυπο μέχρι σήμερα γνωμοδοτικό όργανο χωρίς αποφασιστικές ή κυρωτικές αρμοδιότητες, που θα μετεξελιχθεί σε Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB) και θα λειτουργήσει με συμμετοχή και των G-20 σε στενή συνεργασία με το ΔΝΤ. Το πώς το Συμβούλιο αυτό θα κατορθώσει να ανταποκριθεί στα αυξημένα καθήκοντά του παραμένει προς το παρόν άγνωστο.

Είναι σαφές ότι οι πολιτικές ηγεσίες των G-20, εγκλωβισμένες είτε σε συντηρητικές ιδεοληψίες είτε σ' ένα πολιτικά αδιέξοδο πλαίσιο διαπραγματεύσεων και κάτω από τον σφιχτό εναγκαλισμό κυρίαρχων χρηματοπιστωτικών συμφερόντων, αγνόησαν επιδεικτικά τα αίτια και την έκβαση της ίδιας της κρίσης!

Από το κοινό ανακοινωθέν απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά σε:

α) μέτρα εξυγίανσης και επανάκτησης της φερρεγγυότητας των χρηματοπιστωτικών οργανισμών από τοξικά προϊόντα και αθέμιτες πρακτικές

β) πολιτικές αντιμετώπισης της βαθιάς ύφεσης και των ολέθριων συνεπειών της και

γ) θεσμικές παρεμβάσεις για τη μακροοικονομική σταθερότητα, την ανάπτυξη αλλά και τη δημοκρατική εποπτεία πάνω στις αγορές.

Σε αντιδιαστολή, η επιτροπή Στίγκλιτς, που συνεδρίασε την περασμένη εβδομάδα υπό την προεδρία του προέδρου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς Γιώργου Παπανδρέου, κατέθεσε συγκεκριμένες προτάσεις που οριοθετούν στοιχεία μιας εναλλακτικής προοδευτικής πρότασης για υπέρβαση της κρίσης.

Η ανάκτηση της φερεγγυότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος επιβάλλει για την επιτροπή την κρατικοποίηση τραπεζών αντί της αγοράς τοξικών προϊόντων και υψηλών επισφαλειών με χρήματα των φορολογουμένων, την άμεση επαναδιαπραγμάτευση δανείων και την απευθείας διοχέτευση ρευστότητας στην πραγματική οικονομία. Επιβάλλει μεσοπρόθεσμα την επαναρρύθμιση των χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων, με θέσπιση νέων αυστηρών προτύπων διαφάνειας και διοίκησης, διαρκή παρακολούθηση και εποπτεία, καθώς και διασύνδεση των μπόνους των διευθυντικών στελεχών με τα μακροχρόνια συμφέροντα των μετόχων.

Η αναθέρμανση της παγκόσμιας οικονομίας επιβάλλει την προώθηση συντονισμένων πολιτικών για διατήρηση και διεύρυνση των θέσεων εργασίας μέσω προώθησης επενδύσεων σε τομείς που σχετίζονται με την πράσινη ανάπτυξη, την εκπαίδευση και τη βελτίωση δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, πολιτικών στήριξης και αναδιανομής του εισοδήματος και επέκτασης της κοινωνικής ασφάλισης προς όφελος των ασθενέστερων στρωμάτων και των αναπτυσσόμενων χωρών, που αποτελούν και την ατμομηχανή της ζήτησης.

Τέλος, η διαφύλαξη της μακροοικονομικής σταθερότητας αλλά και δημοκρατικής λειτουργίας των αγορών επιβάλλει την προώθηση μιας νέας αρχιτεκτονικής στην παγκόσμια διακυβέρνηση, που θα στηρίζεται στη δημοκρατική μεταρρύθμιση του ΔΝΤ και της Διεθνούς Τράπεζας, αλλά και στη δημιουργία νέων αντιπροσωπευτικών θεσμών, όπως ενός Παγκόσμιου Χρηματοπιστωτικού Οργανισμού για τη θέσπιση, παρακολούθηση και εποπτεία ενιαίων κανόνων που θα διέπουν τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές.

Αν και τα αποτελέσματα της συνόδου των G-20 υπολείπονται σημαντικά των προτάσεων αυτών, αισιόδοξο παραμένει το γεγονός ότι αναγνωρίστηκε τόσο η ανεπάρκεια των υφιστάμενων θεσμών να αντιμετωπίσουν κρίσιμα παγκόσμια προβλήματα όσο και η ανάγκη προώθησης μεγάλων τομών.

Επαφίεται στα κοινωνικά κινήματα και στις πολιτικές ηγεσίες που τα εκφράζουν να εντείνουν την πίεση και να αναλάβουν πρωτοβουλίες για να τεθεί η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης αλλά και η λειτουργία των διεθνών αγορών υπό δημοκρατικό έλεγχο.

Η κ. Λούκα Κατσέλη είναι Βουλευτής Επικρατείας, πολιτική εκπρόσωπος ΠΑΣΟΚ για θέματα Οικονομίας

(Από την εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 06/04/2009)