Η εν εξελίξει, παγκόσμια οικονομική κρίση έρχεται να κλονίσει πεποιθήσεις και προσεγγίσεις που, επί μακρόν, είχαν κυριαρχήσει απόλυτα στις ευρωπαϊκές πολιτικές. Στην πραγματικότητα, η κρίση θέτει υπό αμφισβήτηση ακόμη κι αυτά καθ' αυτά τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ως εκ τούτου, είναι επιτακτική η ανάγκη να αποκατασταθεί η βασική μορφή και ταυτότητα της Ευρώπης.
Η εν εξελίξει, παγκόσμια οικονομική κρίση έρχεται να κλονίσει πεποιθήσεις και προσεγγίσεις που, επί μακρόν, είχαν κυριαρχήσει απόλυτα στις ευρωπαϊκές πολιτικές. Στην πραγματικότητα, η κρίση θέτει υπό αμφισβήτηση ακόμη κι αυτά καθ' αυτά τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ως εκ τούτου, είναι επιτακτική η ανάγκη να αποκατασταθεί η βασική μορφή και ταυτότητα της Ευρώπης. Η ίδια η φύση του ευρωπαϊκού μας μοντέλου - ενός μοντέλου ανοιχτού εσωτερικά, εξωτερικά και παγκόσμια - πρέπει να επαναβεβαιωθεί.

Εσωτερικά, η Ευρώπη πρέπει να παραμείνει τόσο μία ανοιχτή κοινωνία, όσο και μία ανοιχτή οικονομία. Πρέπει να δώσουμε μάχη έναντι στους πειρασμούς του προστατευτισμού οι οποίοι μπορούν να κλονίσουν τα ίδια τα θεμέλια του ευρωπαϊκού οράματος - ενός οράματος βασισμένου στις «τέσσερις ελευθερίες»: Ελεύθερη διακίνηση αγαθών, ανθρώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίου.

Ομως, το σχέδιο για την οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης, το οποίο επαναβεβαιώθηκε πρόσφατα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Υπουργών, εστιάζει κυρίως σε εθνικά μέτρα προς στήριξη της εγχώριας ζήτησης. Κατά την εφαρμογή αυτού του σχεδίου, οι κυβερνήσεις πρέπει να αντισταθούν στον πειρασμό μετατροπής των εθνικών μέτρων σε κοντόφθαλμα προγράμματα προστατευτισμού. Μία τέτοια εξέλιξη θα απειλούσε να γιγαντώσει την ανεργία στην Ευρώπη και όχι μόνον, και θα καθιστούσε την αντιμετώπιση της κρίσης ακόμη πιο δύσκολη. Κατά συνέπεια, η επιστροφή στον οικονομικό, κοινωνικό ή πολιτικό εθνικισμό, πολύ απλά, δεν μπορεί να αποτελεί επιλογή.

Στην πραγματικότητα, το διευρωπαϊκό εμπόριο αντιστοιχεί σήμερα περίπου στα δύο τρίτα των συνολικών εμπορικών συναλλαγών των κρατών - μελών της ΕΕ. Η ίδια η ΕΕ, άλλωστε, είναι ηγέτιδα του παγκοσμίου εμπορίου με μερίδιο 18% και ακολουθείται από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Ακόμη και η ελεύθερη διακίνηση εργαζόμενων και πολιτών στην Ευρώπη αποτελεί μία παγιωμένη και θετική πραγματικότητα: Το 2% των Ευρωπαίων πολιτών - περισσότεροι από 10 εκατομμύρια άνθρωποι - απασχολούνται σε κάποια άλλη χώρα της ΕΕ.

Επιπροσθέτως, το 2006 το 57% των Ευρωπαίων πολιτών δήλωνε διατεθειμένο να μετοικήσει σε άλλη χώρα για επαγγελματικούς λόγους. Στο δε ποσοστό αυτό, οι πλέον πρόθυμοι ήταν οι νέοι, σε ηλικία, Ευρωπαίοι (άλλωστε, περίπου μισό εκατομμύριο νέοι Ευρωπαίοι φοιτητές ήδη σπουδάζουν σε άλλη χώρα από την πατρίδα τους).

Η κρίση δεν πρέπει επίσης να αποτελέσει το άλλοθι για τη δημιουργία νέων θεσμικών δομών που θα έθεταν σε κίνδυνο την λεπτή ισορροπία ανάμεσα στους διαφορετικούς θεσμούς της ΕΕ, μία ισορροπία που - μέσω των κατάλληλων προσαρμογών - έχει δικαιωθεί στη δοκιμασία του χρόνου. Βεβαίως, αυτή η κρίση έρχεται να καταδείξει την ανάγκη ενίσχυσης των θεσμών και των εργαλείων της ΕΕ στην κατεύθυνση της κοινής δράσης και του συντονισμού. Χρειαζόμαστε την τελική και πλήρη επικύρωση της Συνθήκης της Λισαβόνας, προκειμένου να αποκτήσουμε την ισχυρότερη, θεσμικά και διεθνώς, Ευρώπη που έχουμε ανάγκη.

Οι σημερινές αβεβαιότητες δεν πρέπει να αποτελέσουν το άλλοθι ούτε για να τεθεί σε αμφισβήτηση η ανάγκη συνέχισης και ολοκλήρωσης της διαδικασίας της διεύρυνσης της ΕΕ. Η επέκταση της ζώνης ελευθερίας, δημοκρατίας, ειρήνης, σταθερότητας και ευημερίας της ΕΕ, κυρίως προς τον ορίζοντα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, αποτελεί συμφέρον του κάθε Ευρωπαίου πολίτη.

Εκείνο που πραγματικά χρειάζεται είναι να στείλουμε ένα ισχυρό μήνυμα στους γείτονές μας στα δυτικά Βαλκάνια ότι η ευρωπαϊκή τους προοπτική παραμένει ζωντανή, όπως είχαν διακηρύξει οι ηγέτες της ΕΕ το 2008. Και παραμένουμε πεπεισμένοι για τα στρατηγικά και οικονομικά οφέλη που θα έχει η ένταξη της Τουρκίας στην Ενωση. Βεβαίως, η διαδικασία της εισδοχής εξαρτάται από την ετοιμότητα των ίδιων των υπό ένταξη χωρών, αλλά δεν πρέπει ούτε να διακοπεί, ούτε να επιβραδυνθεί.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η Ευρώπη πρέπει να προωθήσει ένα ανοιχτό και αποτελεσματικό σύστημα διεθνούς διακυβέρνησης. Μέσα από την ευρεία εμπειρία της στη σύγκλιση εθνικών συμφερόντων και αξιών, η ΕΕ έχει αναδειχθεί σε μοντέλο πολυμερισμού και στον πιο ισχυρό παίκτη του είδους σε όλα τα μέτωπα διακυβέρνησης.

Η ΕΕ είναι έτοιμη να παίξει μείζονα ρόλο στην οικοδόμηση ενός νέου συστήματος παγκόσμιας διακυβέρνησης. Τούτο απαιτεί την περαιτέρω ανάπτυξη και εμβάθυνση των στρατηγικών σχέσεων με αναπτυσσόμενες δυνάμεις, όπως η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία, καθώς με τους μεγάλους περιφερειακούς οργανισμούς. Αυτό είναι ακριβώς και το μοντέλο που προωθεί η Ιταλία κατά την τρέχουσα προεδρεία της στην G-8. Υπάρχει ανάγκη να ενσωματώσουμε τις σημερινές αναπτυσσόμενες δυνάμεις σε ένα νέο σύστημα παγκόσμιας διακυβέρνησης. Κι εκείνες, όμως, θα πρέπει να είναι έτοιμες να μοιραστούν τα βάρη και τις ευθύνες μαζί μας.

Η σημερινή συγκυρία είναι ακόμη η κατάλληλη στιγμή για να διοχετεύσουμε νέα ενέργεια στον γύρο των διαπραγματεύσεων της Ντόχας για το παγκόσμιο εμπόριο. Μια επιτυχής κατάληξη του Γύρου της Ντόχας θα ήταν η ισχυρότερη δυνατή δράση για την απόκρουση των πειρασμών του προστατευτισμού και για την επιστροφή του παγκόσμιου εμπορίου στην ανάπτυξη.

Τέλος, σε περιόδους οικονομικής κρίσης θα πρέπει να καθοδηγούμαστε, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, από τις κοινές δημοκρατικές μας αξίες - την εσωτερική διάσταση της ευρωπαϊκής μας ταυτότητας, που αποτελεί και καίριο συνδετικό κρίκο των κοινωνιών μας. Οι αξίες αυτές αποτελούν επίσης ένα πανίσχυρο εργαλείο και για τον ηγετικό ρόλο της Ευρώπης στις διεθνείς υποθέσεις. Η Ευρώπη έχει έναν ειδικό ρόλο να παίξει στη διασφάλιση ενός καλύτερου κόσμου, όπου τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι ατομικές ελευθερίες θα τυγχάνουν ευρέως και πλήρους σεβασμού. Κανείς από εμάς δεν πρέπει να αποποιηθεί των ευθυνών του σ' αυτή την προσπάθεια.

Ο κ. Carl Bildt είναι υπουργός Εξωτερικών της Σουηδίας. Ο κ. Franco Frattini είναι υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΚΕΡΔΟΣ, 28/04/2009)