Ουτε το Κοσσυφοπέδιο, ούτε οι τραυματικές μνήμες των βομβαρδισμών πριν από δέκα χρόνια θα εμποδίσουν την προσέγγιση Βελιγραδίου - Ουάσιγκτον, μια προσέγγιση που είναι επωφελής και για τις δύο πλευρές. Αλλωστε το παρελθόν στις σχέσεις ΗΠΑ - Σερβίας δεν είναι μόνον οι βομβαρδισμοί της άνοιξης του 1999 αλλά μια μακρά παράδοση εύνοιας της Ουάσιγκτον και άκρατου φιλοαμερικανισμού από το Βελιγράδι

Ουτε το Κοσσυφοπέδιο, ούτε οι τραυματικές μνήμες των βομβαρδισμών πριν από δέκα χρόνια θα εμποδίσουν την προσέγγιση Βελιγραδίου - Ουάσιγκτον, μια προσέγγιση που είναι επωφελής και για τις δύο πλευρές.

Αλλωστε το παρελθόν στις σχέσεις ΗΠΑ - Σερβίας δεν είναι μόνον οι βομβαρδισμοί της άνοιξης του 1999 αλλά μια μακρά παράδοση εύνοιας της Ουάσιγκτον και άκρατου φιλοαμερικανισμού από το Βελιγράδι:

- Ο φιλοαμερικανισμός της Τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας ήταν ακόμη πιο πλειοψηφικός στη Σερβία για έναν λόγο παραπάνω: Ο σερβικός εθνικισμός θεωρούσε τις συμμαχίες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου εξίσου ισχυρές με τις συμπλεύσεις του Ψυχρού Πολέμου.

- Ο ίδιος ο Μιλόσεβιτς προσπάθησε, ανεπιτυχώς τελικά, να προβληθεί ως ο άνθρωπος των Αμερικανών στα Βαλκάνια: Αρχικά για να αποκρούσει τα σχέδια της Γερμανίας μέχρι τις αρχές του 1992 όταν ο Μπους πατήρ αποδέχθηκε την απόσχιση της Σλοβενίας και της Κροατίας, στη συνέχεια με την επιλογή του σερβοαμερικανού Πάνιτς ως πρωθυπουργού της Μικρής Γιουγκοσλαβίας και στο τέλος με τη στενή συνεργασία του με τον Χόλμπρουκ, χάρη στην οποία έγινε δυνατός ο τερματισμός του πολέμου στην Βοσνία στο Ντέιτον τον Νοέμβριο του 1995. Μια στενή συνεργασία την οποία ανταπέδωσε η κυβέρνηση Κλίντον το 1996 - 97 όταν οι κινητοποιήσεις της αντιπολίτευσης φάνηκαν να απειλούν τον ισχυρό άνδρα του Βελιγραδίου.

Σήμερα η προσέγγιση με τις ΗΠΑ είναι μονόδρομος για το Βελιγράδι καθώς μέσα από τη βελτίωση των διμερών σχέσεων θα διαμορφωθούν και οι λεπτές ισορροπίες που θα επιτρέψουν στο Βελιγράδι και να μην αναγνωρίζει de jure την ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου και ταυτόχρονα να προσεγγίζει το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε.

Η παράκαμψη του Κοσσυφοπεδίου από τον ορίζοντα των διμερών σχέσεων Ηνωμένων Πολιτειών - Σερβίας είναι αναμφισβήτητο κέρδος για την Ουάσιγκτον και την Πρίστινα:

- Πρώτον, αποτελεί έμμεση αλλά σαφή παραδοχή του Βελιγραδίου ότι η άρνηση αναγνώρισης της ανεξαρτησίας της Πρίστινα είναι πρόβλημα εσωτερικού πολιτικού κόστους και όχι περιχαράκωση σε σκληρή διαπραγματευτική στάση με την προσδοκία ανταλλαγμάτων.

- Δεύτερον, οι χώρες που δεν έχουν αναγνωρίσει το Κοσσυφοπέδιο -κυρίως η Ρωσία αλλά και η Ελλάδα, Ισπανία, Ρουμανία και Σλοβακία- μπορούν πιο εύκολα πλέον να διερευνήσουν με μεγαλύτερη άνεση τα αντισταθμίσματα που θα τους επέτρεπαν να αλλάξουν τη στάση τους.

Η ρεάλ πολιτίκ του Βελιγραδίου διευκολύνει και τη Μόσχα εν όψει της έναρξης μιας συνολικής διαπραγμάτευσης με την Ουάσιγκτον: Η ρωσική διπλωματία μπορεί να ζητήσει ακριβό αντίτιμο για την αναγνώριση του Κοσσυφοπεδίου χωρίς να εμφανισθεί ασυνεπής απέναντι στη σερβική πλευρά μια παράμετρος που μετρά, αν μη τι άλλο, σε επικοινωνιακό τουλάχιστον επίπεδο.

Ετσι ενάμιση χρόνο μετά την απόφαση των ΗΠΑ να παρακάμψουν τον ΟΗΕ και να προωθήσουν τη μονομερή ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου μια δυναμική συνολικής εξομάλυνσης είναι κυρίαρχη.

Η σχετικά σύντομη προσαρμογή της Σερβίας μάς επαναφέρει στην πραγματικότητα: Στην πράξη το Κοσσυφοπέδιο ήταν ωσεί Ομόσπονδη Δημοκρατία με το Σύνταγμα του 1974 που διήυρυνε την ευρύτατη αυτοκυβέρνηση που απέκτησε η επαρχία το 1945, μια πραγματικότητα που δεν ανέτρεψε η δεκαετία (1989 - 99) απευθείας διακυβέρνησης από τη Σερβία.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 22/05/2009)