Ελληνοτουρκικές Επαφές

Eάν αποφάσιζε να κινηθεί κανείς έξω από τη δίνη της βάναυσης προεκλογικής εκστρατείας, που έχει αρχίσει στην Ελλάδα, θα ήταν δυνατόν να προσδιορίσει την έλευση του Τούρκου πρωθυπουργού κ. Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα στις 20 Ιουνίου, με την ευκαιρία των εγκαινίων του νέου Μουσείου της Ακροπόλεως, ως μία σημαντική ημερομηνία.
του Κωστα Ιορδανιδη
Δευ, 25 Μαΐου 2009 - 10:43

Eάν αποφάσιζε να κινηθεί κανείς έξω από τη δίνη της βάναυσης προεκλογικής εκστρατείας, που έχει αρχίσει στην Ελλάδα, θα ήταν δυνατόν να προσδιορίσει την έλευση του Τούρκου πρωθυπουργού κ. Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα στις 20 Ιουνίου, με την ευκαιρία των εγκαινίων του νέου Μουσείου της Ακροπόλεως, ως μία σημαντική ημερομηνία.

Παράλληλα, η πρόσκληση που απηύθυνε ο νέος Τούρκος υπουργός Εξωτερικών κ. Αχμέτ Νταβούτογλου προς την ομόλογό του κ. Ντόρα Μπακογιάννη, να επισκεφθεί την Αγκυρα, πιθανότατα εντός του Ιουλίου, επιβεβαιώνει την γενικότερη εντατικοποίηση της τουρκικής διπλωματίας στην περιοχή, που τόσο εξετίμησε ο πρόεδρος των ΗΠΑ κ. Μπαράκ Ομπάμα.

Είναι σαφές βεβαίως ότι η Τουρκία βρίσκεται σε μία από τις κρισιμότερες φάσεις της Ιστορίας της, με διχασμένη την αστική της τάξη, με εσωτερικά προβλήματα εντονότατα, με εξωτερικές προκλήσεις μοναδικές, με το κουρδικό ζήτημα να δυναμιτίζει την εσωτερική τάξη, αλλά η χώρα διακρίνεται από έναν μοναδικό δυναμισμό, κι αυτό είναι εντυπωσιακό.

Από την άλλη πλευρά, η Ελλάς, δίχως σοβαρές εξωτερικές προκλήσεις -πέραν των σχέσεων της με την Αγκυρα και εν μέρει με τα Σκόπια- βυθίζεται σε μία άκρως επικίνδυνη εσωστρέφεια και το χειρότερο είναι ότι το γεγονός αυτό δεν αφορά μόνον το πολιτικό σύστημα, αλλά εν γένει την ελληνική κοινωνία.

Ενταχθείσα πριν από τριάντα χρόνια στην Ενωμένη Ευρώπη, η Ελλάς πολλά ωφελήθη, εσπατάλησε ακόμη περισσότερα και πλέον πάσχει από το σύνδρομο εκείνων των κρατών, που σταδιακώς απώλεσαν την ορμή τους, δίχως να εξασφαλίσουν και υλική ευημερία, στο υψηλότατο επίπεδο.

Από την άποψη αυτή, οι σχέσεις της Ελλάδος με την Τουρκία είναι και θα παραμείνουν ασύμβατες, δίχως αυτό να σημαίνει ότι θα πρέπει να διέπονται από διάθεση κατευνασμού ή από άγονή αντιπαράθεση. Κυρίως, όμως, θα πρέπει να αποφευχθεί -σε αυτή τη φάση ειδικώς- η όποια παρέμβαση στην εσωτερική διαπάλη της Τουρκίας, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια με την υποστήριξη που παρέχουν στον κ. Ερντογάν οι ελληνικές κυβερνήσεις, ευελπισθούσες ότι η αποδυνάμωση του παραδοσιακού κατεστημένου θα λειτουργήσει υπέρ των ελληνικών συμφερόντων.

Η Τουρκία είναι μία εξαιρετικά περίπλοκη και επί της ουσίας «ακατανόητη» χώρα, ώστε να είναι δυνατή η χειραγώγησή της. Λαμπρότερο παράδειγμα από τις ευρωτουρκικές διαπραγματεύσεις θα ήταν δύσκολο να εξευρεθεί. Ηλπιζαν ορισμένοι ότι το δέλεαρ της Ευρώπης θα οδηγούσε στον μετασχηματισμό αυτής της χώρας και σε υποχωρήσεις. Αλλά διαψεύσθηκαν. Η στάση της Τουρκίας στο Αιγαίο και στο Κυπριακό δεν μετεβλήθη με την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Αγκυρας. Ούτε οι επαφές του πρωθυπουργού κ. Κώστα Καραμανλή με τον κ. Ερντογάν ή του κ. Νταβούτογλου με την κ. Μπακογιάννη θα δώσουν ώθηση για την επίλυση των εκκρεμούντων ζητημάτων.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει υπάρξει πρόοδος σημαντική στις σχέσεις των δύο κρατών, και κυριότατα στον οικονομικό τομέα - στις ελληνικές επενδύσεις στον τουρκικό τραπεζικό τομέα και στον χώρο της υγείας. Αυτή ακριβώς η θετική εξέλιξη δεν πρέπει να διαταραχθεί· τα υπόλοιπα θα ακολουθήσουν, ενδεχομένως, αλλά με τους ρυθμούς που χαρακτηρίζουν πάντα την Τουρκία.

(από την εφημερίδα "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24/05/2009)