Καθώς η παγκόσμια οικονομία σταθεροποιείται, ελλοχεύει ο αυξημένος κίνδυνος οι ΗΠΑ και η Κίνα να κυλήσουν πάλι στις οικονομικές συνήθειες που είχαν πριν από την εκδήλωση της κρίσης, θέτοντας σε κίνδυνο τις ίδιες και τον υπόλοιπο κόσμο. Παρά τη ρητορεία των Κινέζων αξιωματούχων για την ανάγκη ενός νέου διεθνούς νομίσματος που θα αντικαταστήσει το δολάριο και το «φλερτ» των Αμερικανών βουλευτών με τις εμπορικές ρήτρες «Buy American» (που τρομάζουν τους πάντες, όχι μόνο τους Κινέζους), κανείς δεν θα είναι πρόθυμος να ταρακουνήσει ένα πλοίο που έχει σχεδόν βυθιστεί
Καθώς η παγκόσμια οικονομία σταθεροποιείται, ελλοχεύει ο αυξημένος κίνδυνος οι ΗΠΑ και η Κίνα να κυλήσουν πάλι στις οικονομικές συνήθειες που είχαν πριν από την εκδήλωση της κρίσης, θέτοντας σε κίνδυνο τις ίδιες και τον υπόλοιπο κόσμο.

Παρά τη ρητορεία των Κινέζων αξιωματούχων για την ανάγκη ενός νέου διεθνούς νομίσματος που θα αντικαταστήσει το δολάριο και το «φλερτ» των Αμερικανών βουλευτών με τις εμπορικές ρήτρες «Buy American» (που τρομάζουν τους πάντες, όχι μόνο τους Κινέζους), κανείς δεν θα είναι πρόθυμος να ταρακουνήσει ένα πλοίο που έχει σχεδόν βυθιστεί. Ετσι, η Κίνα συνεχίζει να βαρύνεται με ένα τεράστιο εμπορικό πλεόνασμα και οι ΗΠΑ συνεχίζουν να δαπανούν και να δανείζονται.

Η βραχυπρόθεσμη σταθερότητα φαντάζει σαν ελκυστικός στόχος αυτή τη στιγμή. Αν όμως η εμπορική σχέση ΗΠΑ-Κίνας αλλά και η δανειακή τους σχέση απλώς συνεχιστεί από εκεί που είχε μείνει επί κυβέρνησης Μπους, τι είναι αυτό που θα αποτρέψει την επανάληψη της ίδιας μη βιώσιμης δυναμικής της οποίας γίναμε πρόσφατα μάρτυρες; Στο κάτω-κάτω, ο δυσθεώρητος αμερικανικός εξωτερικός δανεισμός αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα στη δημιουργία της σημερινής οικονομικής αναταραχής, ενώ η υπέρμετρη εξάρτηση της Κίνας από την ανάπτυξη που στηρίζεται στις εξαγωγές την έχει καταστήσει εξαιρετικά ευάλωτη σε μία απότομη κάμψη της παγκόσμιας ζήτησης.

Τα τεράστια πακέτα τόνωσης της οικονομίας που προωθήθηκαν και στις δύο χώρες βοήθησαν να αποτραπεί προσωρινά η πρόκληση περαιτέρω ζημιάς, όμως πού είναι η αναγκαία αλλαγή; Δεν θα ήταν καλύτερο να αποδεχθούν περισσότερες προσαρμογές τώρα με τη μορφή ηπιότερων ρυθμών ανάπτυξης μετά την κρίση, παρά να χαράξουμε τον δρόμο για ένα ακόμη μεγαλύτερο κραχ;

Η αλήθεια είναι ότι αμφότερες η κυβέρνηση των ΗΠΑ και η ηγεσία της Κίνας έχουν υποβάλει κάποιες χρήσιμες προτάσεις για αλλαγή. Το θέλουν όμως με την καρδιά τους; Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ δρομολόγησε ένα μακρόπνοο σχέδιο αναδιάρθρωσης του χρηματοοικονομικού συστήματος και οι ηγέτες της Κίνας άρχισαν να κάνουν βήματα προς την κατεύθυνση βελτίωσης του δίκτυου κοινωνικής ασφάλισης της χώρας.

Αμφότερα τα παραπάνω μέτρα πρέπει να συμβάλουν στη διαμόρφωση των εμπορικών ισοζυγίων σε ΗΠΑ και Κίνα σε πιο βιώσιμα επίπεδα. Το ευρύτερο πλαίσιο χρηματοοικονομικών ελέγχων στις ΗΠΑ σημαίνει ότι οι καταναλωτές δεν θα μπορούν να δανείζονται τόσο εύκολα, ώστε να συσσωρεύουν τεράστια στεγαστικά δάνεια και δάνεια πιστωτικών καρτών.

Πράγματι, οι Κινέζοι καταναλωτές είναι πιθανό να αρχίσουν να δαπανούν μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους αν καταφέρουν να ανησυχουν λιγότερο για την ανάγκη να κάνουν οικονομίες για την περίθαλψή τους, την εκπαίδευση των παιδιών τους και τη σύνταξή τους.

Ωστόσο, υπάρχει έδαφος για ανησυχία. Καθώς ο κόσμος δείχνει να ανακάμπτει από την τρομακτική χρηματοοικονομική κρίση, είναι στην ανθρώπινη φύση να γείρει προς τον εφησυχασμό. Προκαλεί ρίγη ανατριχίλας να αναλογιστεί κάποιος ποια είναι τα μαθήματα που θα αντλήσει ο χρηματοοικονομικός τομέας των ΗΠΑ, αν μετά τη διάσωση πολλών ιδρυμάτων με δαπάνη πολλά τρισ. δολάρια, επιτευχθούν μόνο επιφανειακές, άνευρες μεταρρυθμίσεις. Μήπως τα εξαγωγικά συμφέροντα των παράκτιων περιοχών της Κίνας κυριαρχήσουν και πάλι στις αποφάσεις στο μέτωπο της συναλλαγματικής πολιτικής, σε βάρος των φτωχών καταναλωτών στην ενδοχώρα της Κίνας;

Αλλος ένας λόγος ανησυχίας πηγάζει από το γεγονός ότι η παγκόσμια ανάκαμψη παραμένει εύθραυστη. Οι ηγεσίες σε ΗΠΑ και Κίνα καταπολέμησαν την κρίση όχι μόνο με εκτεταμένα δημοσιονομικά κίνητρα αλλά και με παρεμβάσεις σε βάθος στις πιστωτικές αγορές. Αυτού του είδους η πρωτοφανής δημοσιονομική γενναιοδωρία σε βάρος των φορολογουμένων, δεν μπορεί να συνεχιστεί επ' αόριστον.

Ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Ρόμπερτ Ζέλικ ορθά προειδοποίησε ότι όλα αυτά τα μέτρα προσωρινής δημοσιονομικής τόνωσης δεν είναι παρά μία «ένεση ζάχαρης» που είναι μοιραίο να εκτονωθεί χωρίς την πραγματοποίηση ουσιαστικότερων μεταρρυθμίσεων. Οπως έχω υποστηρίξει και στο παρελθόν, το «τέλος του παιχνιδιού» για τις διάφορες υποθέσεις διάσωσης και τη δημοσιονομική επέκταση θα σημάνει με μαθηματική σχεδόν ακρίβεια υψηλότερα επιτόκια, υψηλότερους φόρους και, πολύ πιθανόν, πληθωρισμό.

Για καλό ή για κακό, ίσως να μην είναι δυνατόν να γυρίσει πίσω το ρολόι. Ο Αμερικανός καταναλωτής, η βουλιμία του οποίου πυροδότησε την ανάπτυξη σε όλο τον κόσμο για διάστημα άνω της δεκαετίας, δείχνει αποφασισμένος να αρχίσει δίαιτα. Παράλληλα με τις πιο περιορισμένες πιστώσεις, η φθίνουσα πορεία των τιμών των κατοικιών και η υψηλή ανεργία θα συνεχίσουν να αποτελούν τροχοπέδη στις καταναλωτικές δαπάνες των ΗΠΑ.

Ειλικρινά, οι υψηλότεροι ρυθμοί αποταμίευσης δεν θα ηταν κακή ιδέα. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα βοηθούσαν να μειωθεί ο κίνδυνος μίας πρόωρης επανάληψης της χρηματοοικονομικής κρίσης. Οι προφανείς υποψήφιοι να τους διαδεχθούν είναι οι Κινέζοι και άλλοι Ασιάτες καταναλωτές, οι συνδυασμένες οικονομίες των οποίων αντιστοιχούν με το παραπάνω σε εκείνη των ΗΠΑ. Είναι όμως οι κυβερνήσεις της Ασίας έτοιμες να εγκαταλείψουν το μερκαντιλιστικό τους μοντέλο; Εξαιρουμένης της Ιαπωνίας, οι πολιτικοί της Ασίας δεν δείχνουν να βλέπουν με καλό μάτι την ανατίμηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών.

Από την αρχή της δεκαετίας που διανύουμε, ορισμένοι οικονομολόγοι (συμπεριλαμβανομένου του γράφοντος), προειδοποίησαν ότι οι διεθνείς ανισορροπίες σε επίπεδο εμπορικού ισοζυγίου και ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, είναι αναγκαίο να ελεγχθούν, προκειμένου να αποτραπεί το ενδεχόμενο μίας σοβαρής χρηματοοικονομικής κρίσης. ΗΠΑ και Κίνα δεν είναι οι μόνες υπεύθυνες για τις ανισορροπίες αυτές, όμως η σχέση τους αναμφίβολα βρίσκεται στο επίκεντρό τους.

Πριν από την κρίση, υπήρχε πληθώρα συζητήσεων, συμπεριλαμβανομένων συναντήσεων υψηλού επιπέδου υπό την αιγίδα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αλλά ελάχιστη δράση. Τώρα οι κίνδυνοι έχουν διαχυθεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Ας ελπίσουμε ότι αυτή τη φορά δεν θα μείνουμε στις συζητήσεις. Αν οι κυβερνώντες σε ΗΠΑ και Κίνα αντιθέτως ενδώσουν στον πειρασμό πισωγυρίσματος στις ανισορροπίες προ της κρίσης, οι ρίζες της επόμενης κρίσης θα μεγαλώσουν όπως εκείνες του μπαμπού. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν ευοίωνο για τις ΗΠΑ και την Κίνα, ούτε για κανέναν άλλον.

(Ο κ. Κένεθ Ρογκόφ είναι καθηγητής Οικονομικών και Δημόσιας Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και έχει διατελέσει στο παρελθόν επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ)

(από την εφημερίδα "ΚΕΡΔΟΣ", 04/06/2009 - Project Syndicate, 2009)