Υπάρχει θετικός συσχετισμός μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής αλλαγής. Δηλαδή, η ανάπτυξη της οικονομίας εξαρτάται από το ρυθμό εξέλιξης της κοινωνίας. Οσο ταχύτερη η εξέλιξη της κοινωνικής κουλτούρας τόσο μεγαλύτερη η ανάπτυξη της οικονομίας. Για παράδειγμα, η καινοτομία είναι και απαραίτητη και επαρκής για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη
Υπάρχει θετικός συσχετισμός μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής αλλαγής. Δηλαδή, η ανάπτυξη της οικονομίας εξαρτάται από το ρυθμό εξέλιξης της κοινωνίας.

Οσο ταχύτερη η εξέλιξη της κοινωνικής κουλτούρας τόσο μεγαλύτερη η ανάπτυξη της οικονομίας. Για παράδειγμα, η καινοτομία είναι και απαραίτητη και επαρκής για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.

Το, δε, επίπεδο παρουσίας της προδικάζει το μέγεθος οικονομικής ανάπτυξης. Τουτέστιν, όσο πιο εξελίξιμη είναι η κοινωνία τόσο πιο αποδεκτική είναι στην καινοτομία πράγμα που σημαίνει ότι η οικονομική ανάπτυξη προϋποθέτει κοινωνική εξέλιξη.

Η παρούσα παγκόσμια οικονομική αβεβαιότητα παρουσιάζει μοναδική ευκαιρία για την αναβάπτιση του πολιτικο-κοινωνικο-οικονομικού συστήματος της Ελλάδος.

Μία τέτοια αναγέννηση είναι μοναδικής σημασίας για την Ελλάδα λόγω της συνεχιζόμενης συνένωσης εθνικών οικονομιών η οποία προβλέπεται περαιτέρω να επισφραγισθεί με τη δημιουργία ενός παγκοσμίου νομοθετικού πλαισίου με τους κανόνες του οποίου θα λειτουργούν οι άλλοτε εθνικές ή εις το εξής τοπικές οικονομίες.

Η παρούσα, λοιπόν, παγκόσμια οικονομική δυσπραγία ασκεί πιέσεις εφ' όλων των οικονομιών μη εξαιρουμένης και εκείνης της Ελλάδος. Οι πιέσεις αυτές είναι κυρίως ανεξέλεγκτες, μεταβάλουν τη δομή της οικονομίας και απεργάζονται την κοινωνικοποίηση των κοινωνιών.

Κοινωνικοποίηση είναι η διαδικασία αλλαγής ταυτότητος και η εκμάθηση νέων αξιών και κοινωνικής συμπεριφοράς.

Επί παγκοσμίου επιπέδου, τέτοια κοινωνικοποίηση προάγει προσέγγιση κοινωνιών και την ως εκ τούτου σύμμειξη και ανακάτεμα αξιών. Ομως, όσο πιο οργανωμένη είναι μία οικονομία τόσο περισσότερο θα μπορέσει να ελέγξει το ρυθμό και τη δυναμικότητα της έξωθεν επιρροής.

Καθίσταται, λοιπόν, επιτακτική η εκ των έσω προσαρμογή και υιοθέτηση κοινωνικοοικονομικών αλλαγών προκειμένου η Ελλάδα να ελέγξει την ως άνω εξωγενή επιρροή.

Επί του προκειμένου, η εν λόγω παγκόσμια οικονομική συρρίκνωση ασκεί πιέσεις στις προσδοκίες κοινωνικών ομάδων όπως, για παράδειγμα, εργαζομένων η συνταξιούχων οι οποίες σιγά-σιγά και σιωπηρά αλλάζουν κοινωνική συμπεριφορά.

Υπό αυτές τις προϋποθέσεις η οικονομική πολιτική πρέπει να χαίρει της υποστήριξης της ευρύτερης κοινωνίας προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η εκμετάλλευση οικονομικών ευκαιριών και να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, η κρίση αυτή θα παρουσιάσει την ευκαιρία για την επανεξέταση οικονομικών ανισοτήτων οι οποίες μέχρι τώρα έχουν πλήξει, και δικαιολογημένα, τη δημοτικότητα της παγκοσμιοποίησης.

Καθότι, μέχρι τώρα, η παγκοσμιοποίηση έχει συμβάλει στο συγκεντρωτισμό του πλούτου εις βάρος της μεσαίας οικονομικής τάξης, έτσι διευρύνοντας το χάσμα μεταξύ πλούτου και φτώχειας. Οι κοινωνίες, ανά τον κόσμο, αντιμετωπίζουν τις αντιθετικές δυνάμεις της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής κουλτούρας.

Τέτοιες δυνάμεις είναι ακόμη εντονότερες σε χώρες των οποίων η κουλτούρα είναι λιγότερο τεχνοκρατική, όπως η Ελλάδα. Οι εν λόγω χώρες έχουν αποδεχθεί την οικονομική ανάπτυξη ωστόσο δυσκολεύονται να αποδεχθούν το συγκερασμό των δύο, δηλαδή, του οικονομικού οφέλους και της κοινωνικής προσαρμογής.

Επί του προκειμένου, καίριο παράδειγμα είναι η επιζητούμενη μείωση της εβδομαδιαίας εργασίας από 40 σε 35 ώρες χωρίς όμως μείωση στις αποδοχές. Ομως η εναρμόνιση των παραμέτρων οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής κουλτούρας είναι κατηγορηματική και καταλυτική στην κοινωνικοοικονομική αναβάθμιση της χώρας.

Η συνένωση των οικονομιών της Ευρωζώνης, για παράδειγμα, έχει αναδείξει την ικανότητα προσαρμογής της κοινωνικής κουλτούρας σαν ένα «συγκριτικό πλεονέκτημα» το οποίο μπορεί να συμβάλλει στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

Στο παράδειγμα της Ευρωπαϊκής Ενωσης η υπάρχουσα δυσαρμονία μεταξύ της τεχνοκρατικής οικονομίας και της κοινωνικής κουλτούρας απεικονίζεται στην έλλειψη κοινής δημοσιονομικής πολιτικής τη στιγμή κατά την οποία υπάρχει κοινή νομισματική πολιτική.

Δηλαδή, η παρούσα παγκόσμια οικονομική συρρίκνωση θα ήταν περισσότερο ελεγχόμενη από την Ευρωζώνη αν παράλληλα με την κοινή νομισματική πολιτική υπήρχε επίσης μεγαλύτερος συντονισμός στη δημοσιονομική πολιτική των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Επιπροσθέτως, η νομισματική πολιτική έχει πιο τεχνοκρατικό χαρακτήρα από τη δημοσιονομική πολιτική η οποία επηρεάζεται περισσότερο από την κοινωνική κουλτούρα. Για παράδειγμα, η φορολογία ή οι τιμές έχουν και αμεσότερη και εντονότερη επίδραση επί της συμπεριφοράς των καταναλωτών από μία διακύμανση διατραπεζικών επιτοκίων.

Ετσι, λοιπόν, η απουσία μεγαλύτερου συντονισμού στη δημοσιονομική πολιτική εντός της Ευρωζώνης καταδεικνύει τη δυσαρμονία μεταξύ οικονομικών στόχων και κοινωνικών αξιών η συμβίωση των οποίων είναι αναπόφευκτη.

Η παρούσα οικονομική κρίση έχει απλώς υπογραμμίσει την επιτακτικότητα μίας πιο συντονισμένης, αν όχι κοινής, δημοσιονομικής πολιτικής εντός της Ευρωζώνης. Η, δε, συνεχιζόμενη έλλειψη μίας τέτοιας δημοσιονομικής πολιτικής αποτελεί Αχίλλειο πτέρνα για την Ευρωζώνη.

Η ανωτέρω πραγματικότητα καθιστά την ανάγκη για την προνοητική εναρμόνιση οικονομικών στόχων και κοινωνικών αξιών ακόμη περισσότερο επιτακτική για την Ελλάδα. Καθότι τούτο θα προετοίμαζε τη χώρα για τις επερχόμενες αλλαγές στην Ευρωζώνη.

Κατά συνέπεια, εκ των ανωτέρω συμπεραίνεται ότι, η ελληνική οικονομική πολιτική θα αποδειχθεί βέλτιστη όταν μπορέσει να αναγνωρίσει και να εκμεταλλευτεί τα οφέλη τα οποία η παγκόσμια κρίση παρουσιάζει. Προς τούτο απαιτούνται τα κατωτέρω:

- Διαρθρωτική αλλαγή στη δημοσιονομική κουλτούρα. Δηλαδή, να πάψει το κράτος να είναι ο έσχατος εργοδότης. Το όφελος από μία τέτοια αλλαγή θα είναι αφενός να περικοπεί το δημοσιονομικό χρέος, πράγμα που θα ωφελήσει τη δανειοληπτική θέση της Ελλάδος και αφετέρου να καλλιεργήσει και να διαθρέψει την κουλτούρα της παραγωγικότητας η οποία δεν υφίσταται και της οποίας η απουσία έχει δηλητηριώδη αποτελέσματα στην εν γένει οικονομική ικανότητα της χώρας, δεδομένου ότι το «υπερκράτος» είναι πάντα αντιπαραγωγικό και οικονομικά επιζήμιο.

Η ανωτέρω αλλαγή προβλέπεται να επιβληθεί από τις βόρειες χώρες της Ευρωζώνης ως μέτρο άμυνας εναντίον της παρούσης παγκόσμιας οικονομικής συρρίκνωσης η οποία έχει πλήξει την Ευρωζώνη η οποία αντιμετωπίζει απειλή παρόμοια εκείνης του 1992 όταν το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα σχεδόν κατέρρευσε.

- Η βοήθεια του τέταρτου κλάδου της κυβέρνησης, δηλαδή των μέσων μαζικής ενημέρωσης (media), για την αναβάθμιση της ενημέρωσης του ελληνικού λαού επί κρισίμων κοινωνικοοικονομικών θεμάτων προκειμένου να επιτευχθεί εναρμόνιση μεταξύ των κοινωνικών προσδοκιών και οικονομικών δυνατοτήτων.

- Μία οικονομική πολιτική που να δημιουργεί την ευκαιρία, να ενθαρρύνει τη καινοτομία, να διευκολύνει την επιχειρηματική αποτελεσματικότητα, να ενισχύει την ανταγωνιστικότητα και να καλλιεργεί ένα περιβάλλον φιλικό προς τη διεθνή επιχειρηματικότητα.

Τα ανωτέρω μπορούν να επιτευχθούν σ' ένα περιβάλλον πολιτικής ωριμότητας. Δηλαδή, η πολιτική συζήτηση και διάλογος είναι επιβεβλημένη διαδικασία προκειμένου να διασφαλιστεί η συνετή σκέψη, όχι όμως το πολιτικό αδιέξοδο.

Σ' ένα υγιές δημοκρατικό σύστημα τα δικαιώματα των ολίγων είναι σεβαστά, ωστόσο η πλειοψηφία κυβερνά. Η, δε, πλειοψηφία τηρεί πιστή εφαρμογή του νόμου. Η παράβαση του ανωτέρω κανόνα αποτελεί θανάσιμο πλήγμα για τη δημοκρατία.

Η έλλειψη δημοκρατικού περιβάλλοντος ή δημοκρατικών διαδικασιών διασφαλίζει τη δυσλειτουργία της ελεύθερης οικονομίας κι έτσι εμποδίζεται η οικονομική ανάπτυξη.

Γενικά, η παγκόσμια συρρίκνωση καταδεικνύει την ανάγκη για παγκόσμιο συντονισμό οικονομιών το αποτέλεσμα του οποίου αναμένεται να ενδυναμώσει το διεθνές εμπόριο πράγμα που θα κάνει την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών ακόμη περισσότερο πρωτεύουσα.

Ταυτόχρονα, η εν λόγω συρρίκνωση κατέδειξε ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι μακριά από την εκπλήρωση του στόχου της να γίνει η πιο ανταγωνιστική οικονομία του κόσμου μέχρι το 2010. (Ο ανωτέρω στόχος είχε τεθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας στις 23-24 Μαρτίου του 2000).

Αναμένονται, λοιπόν, διαρθρωτικές εξελίξεις στην Ευρωζώνη οι οποίες θα επηρεάσουν τον κοινωνικοοικονομικό ιστό της Ελλάδος. Οι έξωθεν κινούμενες διαρθρωτικές αυτές εξελίξεις θα αποδειχθούν λιγότερο επίπονες αν συσταθούν έσωθεν από την ελληνική κυβέρνηση, από τους ίδιους τους Ελληνες.

(Ο κ. Κωνσταντίνος Πολυχρονίου είναι καθηγητής στο International Business του Πανεπιστημίου Cincinnati, των Ηνωμένων Πολιτειών και οικονομικός σύμβουλος του νεοσυσταθέντος πολιτικού σχήματος «Κοινωνία». Ειδικεύεται σε θέματα περιφερειακής και παγκόσμιας οικονομικής συγχώνευσης - [email protected]).