Το Δουβλίνο δέχθηκε νέο πλήγμα αυτή την εβδομάδα όταν η Standard & Poor's υποβάθμισε την πιστοληπτική κατάταξη της Ιρλανδίας για δεύτερη φορά μέσα σε τρεις μήνες. Πολύ περισσότερο, η S&P προειδοποίησε ότι μπορεί να επακολουθήσουν και νέες υποβαθμίσεις στην περίπτωση που αυξηθούν τα προβλήματα της κυβέρνησης. Σε αντίστοιχες ενέργειες έχουν προβεί και άλλοι οίκοι αξιολόγησης όπως Moody's και Fitch
Το Δουβλίνο δέχθηκε νέο πλήγμα αυτή την εβδομάδα όταν η Standard & Poor's υποβάθμισε την πιστοληπτική κατάταξη της Ιρλανδίας για δεύτερη φορά μέσα σε τρεις μήνες. Πολύ περισσότερο, η S&P προειδοποίησε ότι μπορεί να επακολουθήσουν και νέες υποβαθμίσεις στην περίπτωση που αυξηθούν τα προβλήματα της κυβέρνησης. Σε αντίστοιχες ενέργειες έχουν προβεί και άλλοι οίκοι αξιολόγησης όπως Moody's και Fitch.

Η Ιρλανδία όμως δεν είναι η μόνη, Ισπανία και Ελλάδα έχουν επίσης υποβαθμιστεί, ενώ η S&P προειδοποίησε πρόσφατα ότι μπορεί να υποβαθμίσει και την πιστοληπτική κατάταξη της Βρετανίας. Οι οίκοι αξιολόγησης μετά δυσκολίας θα μπορούσαν να θεωρηθούν κριτές κινδύνου. Ομως, το παράδειγμα της Ιρλανδίας μπορεί να προσφέρει κάποια σημαντικά μαθήματα.

Το πρώτο έγκειται στους κινδύνους της κυβερνητικής γενναιοδωρίας σε περίοδο ευφορίας. Οι κυβερνητικές δαπάνες αυξήθηκαν 138% στη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, σε μία περίοδο που η οικονομία αναπτύχθηκε με τον εντυπωσιακό ρυθμό 72%, σύμφωνα με τον Κονσταντίν Γκάρντγκιεβ του Trinity College του Δουβλίνου.

Μεγάλο μέρος αυτών των δαπανών προορίστηκαν σε κοινωνικά προγράμματα και σε μισθούς δημοσίων υπαλλήλων. Αυτά σε συνδυασμό με μία φορολογική βάση που τροφοδότησε τη «φούσκα» του τομέα ακινήτων έχουν οδηγήσει σήμερα στο 12,75% το έλλειμμα της χώρας.

Το δεύτερο μάθημα έχει να κάνει με τους κινδύνους από τη βιαστική παρέμβαση της κυβέρνησης στη χρηματοοικονομική κρίση. Το Δουβλίνο δεσμεύθηκε πέρυσι να εγγυηθεί τραπεζικές καταθέσεις και χρέη ύψους 440 δισ. ευρώ και τον Ιανουάριο κρατικοποίησε την Anglo Irish Bank, γεγονός που σημαίνει ότι οι απώλειες του πιστωτικού ομίλου αποτελούν τώρα πρόβλημα των φορολογουμένων, με αποτέλεσμα να περιοριστούν τα περιθώρια της κυβέρνησης για την επίλυση άλλων οικονομικών προβλημάτων.

Τώρα, το Δουβλίνο αντιμετωπίζει τον πολιτικό «πονοκέφαλο» να βάλει τάξη στα λογιστικά βιβλία του, έργο που περιπλέκεται από το γεγονός ότι τα κοινωνικά προγράμματα και οι μισθοί του δημοσίου είναι μεταξύ των πιο δύσκολων σημείων ενός προϋπολογισμού για να περικοπούν από οιαδήποτε κυβέρνηση. Και το Δουβλίνο ακολουθεί τη χειρότερη δυνατή οδό: αυξάνει τους φόρους σε περίοδο ύφεσης.

Οι Ιρλανδοί διαμορφωτές πολιτικής γνωρίζουν πώς να τονώσουν μία οικονομία και ότι οι χαμηλοί εταιρικοί φόροι πυροδότησαν ξένες επενδύσεις και ανάπτυξη μετατρέποντας την Ιρλανδία σε Κέλτικη Τίγρη. Ομως, το Δουβλίνο σπατάλησε μεγάλο μέρος αυτού του πλεονεκτήματος σε υποσχέσεις για αύξηση δαπανών σε περιόδους ευφορίας. Αποτέλεσμα είναι πολιτικό πρόβλημα στη χώρα, το οποίο κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και προς άλλους ηγέτες.

(από την "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ", 13/06/2009)