Τι πήγε λάθος στις διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές; Με δυο λόγια, η κατάρρευση της σύγχρονης οικονομίας του ανεπτυγμένου κόσμου και η οικονομική κρίση που ακολούθησε είχαν τη ρίζα τους στην ιδέα ότι οι ελεύθερες αγορές κεφαλαίων είναι ό,τι χρειάζεται στην πορεία για οικονομική ευημερία.

Τι πήγε λάθος στις διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές; Με δυο λόγια, η κατάρρευση της σύγχρονης οικονομίας του ανεπτυγμένου κόσμου και η οικονομική κρίση που ακολούθησε είχαν τη ρίζα τους στην ιδέα ότι οι ελεύθερες αγορές κεφαλαίων είναι ό,τι χρειάζεται στην πορεία για οικονομική ευημερία.

Ο πρόλογος της κρίσης ήταν ένας συνδυασμός φθηνού χρήματος, ελλιπούς εποπτείας και μιας κούρσας ξέφρενης κερδοφορίας χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι κίνδυνοι που υπήρχαν.

Οταν η φούσκα της αγοράς ακινήτων έσκασε και οι χρηματοοικονομικές αγορές κατέρρευσαν, η διεθνής ύφεση που ακολούθησε ήταν η χειρότερη από την εποχή του μεγάλου κραχ.

Παρά τα προβλήματα αυτά, τα εναπομείναντα εμπλεκόμενα μέρη των χρηματοοικονομικών αγορών επωφελήθηκαν σημαντικά από την στήριξη που έσπευσαν να προσφέρουν οι κυβερνήσεις. Η μέση βοήθεια των χωρών του G20 στον χρηματοοικονομικό κλάδο υπερβαίνει το 30% του ΑΕΠ τους (συμπεριλαμβανόμενων των ενέσεων ρευστότητας, των εγγυήσεων, του δανεισμού και των άλλων μέτρων που ελήφθησαν).

Στο πλαίσιο της πολιτικής μας αντίδρασης στην κρίση θα απαιτηθούν νέες μορφές κατανομής του δημοσιονομικού βάρους που δημιουργήθηκε. Μια από αυτές είναι η επιβολή ενός διεθνούς φόρου χρηματοοικονομικών συναλλαγών.

Ο απλός κόσμος παρακολουθεί τι γίνεται στη Wall Street, τη Φραγκφούρτη και το Λονδίνο. Οι πολίτες γνωρίζουν ότι δισεκατομμύρια ευρώ και δολάρια δαπανήθηκαν για τη στήριξη των τραπεζών. Τα μπόνους των στελεχών έρχονται σε σύγκρουση με την μαζική απώλεια θέσεων εργασίας στην πραγματική οικονομία..

Η πολιτική απάντηση στην κρίση δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο στη βελτίωση του καθεστώτος εποπτείας, σε νέες στρατηγικές διαχείρισης κινδύνων και κεφαλαιακές απαιτήσεις.

Ο τρόπος που θα αντιμετωπίσουν την κατάσταση οι κυβερνήσεις θα προσδιορίσει την κοινωνική συνοχή, τη σταθερότητα των αγορών, αλλά και τη φήμη των πολιτικών ηγετών για τα χρόνια που θα ακολουθήσουν. Οι εμπλεκόμενοι στις χρηματοοικονομικές αγορές θα πρέπει να δείξουν ότι κατανοούν το ρόλο που έπαιξαν στη δημιουργία της κρίσης και ότι δεσμεύονται να συμβάλουν ώστε να μην επαναληφθεί ξανά κάτι αντίστοιχο στο μέλλον.

Η επιβολή ενός διεθνούς φόρου χρηματοοικονομικών συναλλαγών, σε όλες τις χώρες του G20, αποτελεί ένα εργαλείο που διασφαλίζει την ισότιμη συμβολή όλων των εμπλεκομένων. Ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Φρανκ-Βάλτερ Στανμάγιερ κι εγώ προτείνουμε όλες οι χώρες του G20 να επιβάλουν ένα φόρο της τάξεως του 0,5% σε όλες τις συναλλαγές χρηματοοικονομικών προϊόντων, ανεξαρτήτως αν αυτές οι συναλλαγές πραγματοποιούνται σε συνάλλαγμα.

Σύμφωνα με το Αυστριακό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών, η επιβολή ενός τέτοιου φόρου θα μπορούσε να επιφέρει έσοδα ύψους 690 δισ. δολαρίων, ήτοι ποσοστό 1,4% επί του παγκόσμιου ΑΕΠ. Με τον τρόπο αυτό θα συγκεντρωθεί ένα σημαντικό χρηματικό ποσό για τη χρηματοδότηση του κόστους της κρίσης.

Οι εμπλεκόμενοι στις χρηματοοικονομικές αγορές αγωνίζονται να μην πληρώσουν το μερίδιο που τους αναλογεί για την κρίση. Ορισμένοι θεωρούν ότι θα μπορούσε να έχει αρνητικά αποτελέσματα στην αγορά απομακρύνοντας τους επενδυτές από αυτές. Κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί αν η G20 σταθεί ενωμένη σε αυτή την κατεύθυνση.

Ένα είναι σίγουρο για το φόρο αυτό: Θα είναι δίκαιος, δεν θα πλήξει κανέναν και θα έχει θετικά αποτελέσματα. Αν υπάρχει καλύτερη ιδέα, ας την ακούσουμε. Ειδάλλως, ας προχωρήσουμε τώρα στην επιβολή του φόρου.

Συγκέντρωση χρημάτων

Η επιβολή του φόρου θα μπορούσε να επιφέρει έσοδα ύψους 690 δισ. δολαρίων, ήτοι ποσοστό 1,4% επί του παγκόσμιου ΑΕΠ. Με τον τρόπο αυτό θα συγκεντρωθεί ένα σημαντικό χρηματικό ποσό για τη χρηματοδότηση του κόστους της κρίσης.

Ο Peer Steinbruck είναι υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 25/09/2009)