Η τωρινή τιμή του πετρελαίου, στα επίπεδα των 70 δολαρίων ανά βαρέλι, αντιμετωπίζεται από ολοένα και περισσότερους αναλυτές της βιομηχανίας ως το επίπεδο γύρω από το οποίο θα κινηθεί στο μέλλον ο Μαύρος Χρυσός. Οι παραγωγοί, όπως ο OPEC, έχουν τονίσει επανειλημμένα ότι σε μικρότερες τιμές θα τους είναι δύσκολο να επενδύσουν σε επέκταση της παραγωγής τους ή σε νέα κοιτάσματα. Ουδείς πλέον δεν πιστεύει ότι μπορούμε να δούμε μια επιστροφή στα 20 δολάρια ανά βαρέλι που ήταν και ο μέσος όρος στη δεκαετία του 1990.

Η τωρινή τιμή του πετρελαίου, στα επίπεδα των 70 δολαρίων ανά βαρέλι, αντιμετωπίζεται από ολοένα και περισσότερους αναλυτές της βιομηχανίας ως το επίπεδο γύρω από το οποίο θα κινηθεί στο μέλλον ο Μαύρος Χρυσός. Οι παραγωγοί, όπως ο OPEC, έχουν τονίσει επανειλημμένα ότι σε μικρότερες τιμές θα τους είναι δύσκολο να επενδύσουν σε επέκταση της παραγωγής τους ή σε νέα κοιτάσματα. Ουδείς πλέον δεν πιστεύει ότι μπορούμε να δούμε μια επιστροφή στα 20 δολάρια ανά βαρέλι που ήταν και ο μέσος όρος στη δεκαετία του 1990.

 

Μετά την περσινή έκρηξη και την μεγάλη πτώση της τιμής που την ακολούθησε τον προηγούμενο χειμώνα, αρκετές πετρελαϊκές εμφανίζονται πιεσμένες να αντιμετωπίσουν τα χρέη τους. Η ConocoPhillips ανακοίνωσε πρόσφατα ότι θα πουλήσει περιουσιακά στοιχεία 10 δις δολαρίων στα επόμενα δύο χρόνια, ενώ η ιταλική Eni μείωσε τα μερίσματά της κατά 23% προκειμένου να διατηρήσει τα επίπεδα των επενδύσεών της.

 

Εντωμεταξύ, όπως τονίζει σε άρθρο του ο Τζαντ Μουάντ της IHT, οι μικρότεροι παραγωγοί σταματούν τις προσπάθειές τους σε κοιτάσματα τα οποία έχουν καταστεί ασύμφορα. Στον Καναδά μεγάλα πετρελαϊκά σχέδια έχουν αναβληθεί, ενώ ακόμα και η Saudi Aramco απαίτησε από τους εργολάβους να μειώσουν τις απαιτήσεις τους για την κατασκευή νέων πετρελαιοπηγών στο βασίλειο.

 

Πολλά στελέχη και διευθύνοντες, όπως ο Πάολο Σκαρόνι της Eni θεωρούν τα 70 δολάρια ως ένα αποδεκτό ή ακόμα και χαμηλό επίπεδο για τα επόμενα 5-7 χρόνια, καθώς ενδεχόμενη αύξηση της ζήτησης της Κίνας μπορεί άνετα να ανεβάσει τις τιμές στα 100 δολάρια ανά βαρέλι.

 

Η νέα πραγματικότητα έχει ως εξής: Το πετρέλαιο στην πλειοψηφία του παράγεται στον Περσικό, όπου οι διεθνείς πετρελαϊκές δεν διαθέτουν παρουσία για πολιτικούς λόγους. Σε άλλες χώρες, όπως η Ρωσία και η Βενεζουέλα, επίσης δεν έχουν πρόσβαση λόγω των κυβερνητικών πολιτικών που εφαρμόζονται. Ακόμα και στη μέχρι πρότινος ανοιχτή Βραζιλία η κατάσταση έχει πάρει αυτή την τροπή. Στις ΗΠΑ, τα προβλήματα είναι νομικού χαρακτήρα, ενώ ενδέχεται να αλλάξει σύντομα το φορολογικό καθεστώς εις βάρος των πετρελαϊκών.

 

Σε αντιστάθμισμα των παραπάνω, φέτος έγιναν κάποιες μεγάλες ανακαλύψεις νέων κοιτασμάτων. Η ΒΡ τον Σεπτέμβριο ανακοίνωσε ένα κοίτασμα στον Κόλπο του Μεξικού, ενώ η Anadarko Petroleum εντόπισε πετρέλαιο σε μια περιοχή 1.125χμ στις ακτές της Γκάνας και της Σιέρα Λεόνε. Ακόμη όμως και αυτές οι ανακαλύψεις δεν αρκούν. Οι πετρελαϊκές πρέπει να προσθέτουν 3,5 εκατ. βαρέλια ημερήσιας παραγωγής ετησίως για να αντισταθμίσουν την πτώση της παραγωγής στα παλαιότερα κοιτάσματα.

 

Οι επιλογές τους είναι να επενδύσουν στη βελτίωση της άντλησης από τα ήδη υπάρχοντα κοιτάσματα, στην εκμετάλλευση ήδη εντοπισμένων κοιτασμάτων ή στην ανακάλυψη νέων. Πέρυσι η βιομηχανία πετρελαίου δαπάνησε 500 δις δολάρια και αντικατέστησε μόλις το 88% της συνδυασμένης παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η ΙΕΑ σχολίασε σχετικά ότι «ενώ πρώτη ύλη παραμένει άφθονη, αυτό αποδεικνύει τα προβλήματα του τομέα upstream στο να διατηρήσει την παραγωγική ικανότητα». Η ExxonMobil πρόσφατα αναγκάστηκε να πληρώσει 4 δις δολάρια για ένα κοίτασμα στη Γκάνα, ποσό που θεωρείται πολύ υψηλό. Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση του Ιράκ στη δημοπράτηση των κοιτασμάτων της χώρας που έγινε το καλοκαίρι απαίτησε μεγάλα ανταλλάγματα από τις κοινοπραξίες που τα διεκδίκησαν.

 

Τα προβλήματα των πετρελαϊκών δεν σταματούν εδώ. Η αύξηση της τιμής των κατασκευαστικών υλικών και τα κόστη εξοπλισμού και εργασιών οδήγησαν σε διπλασιασμό του κόστους παραγωγής μεταξύ του 2004 και του 2008. Ο Πατρίκ ντε λα Σεβαρντιέρ της Total εκτιμά ότι τα κόστη μειώθηκαν μόλις κατά 15-20% τον περασμένο χειμώνα, ενώ η τιμή έπεσε κατά 51% σε σχέση με μερικούς μήνες νωρίτερα.

 

Οι αναλυτές περιμένουν ένα μέλλον με περιορισμένη παραγωγή και αυξημένη ζήτηση που θα ανεβάσει τις τιμές μακροχρόνια. Ενώ ο πλανήτης διαθέτει ακόμα πετρέλαιο, η αντικατάσταση των κοιτασμάτων γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη. Την άποψη αυτή συμμερίζεται και ο Πίτερ Βόζερ της Royal Dutch Shell. Στην Total εκτιμούν ότι λόγω της κρίσης, 4 εκατ. βαρέλια ημερήσιας παραγωγής θα λείψουν μέχρι το 2015. Ο Αμπντουλά αλ-Μπαντρί, Γ.Γ. του OPEC, τονίζει ότι «τιμές κάτω από 75 δολάρια δεν θα ενθαρρύνουν τα μέλη μας να επενδύσουν». Τέλος, ο Ντέιβιντ ο’Ράιλι της Chevron προειδοποιεί ότι «αν κοιτάξετε τις τάσεις του πληθυσμού και της οικονομικής ανάπτυξης, πρέπει να είμαστε πολύ προβληματισμένοι για τη μελλοντική βιώσιμη παροχή ενέργειας».

 

Προς το παρόν, οι τιμές παραμένουν υψηλές παρά την χαμηλή ζήτηση φέτος, εξαιτίας πολιτικών παραγόντων όπως η διαμάχη για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και η κατάσταση στη Νιγηρία