Η Τσεχία καθυστερεί για λίγες μέρες την επικύρωση της Συνθήκης της Λισαβόνας με την επίκληση του κινδύνου να διεκδικήσουν οι απελαθέντες το 1945 Γερμανοί Σουδήτες την περιουσία τους. Πέρσι ο πρόεδρος της Πολωνίας είχε σπεύσει να χαρακτηρίσει τον υποθαλάσσιο αγωγό Φυσικού Αερίου Northstream ως νέο Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ...
Η Τσεχία καθυστερεί για λίγες μέρες την επικύρωση της Συνθήκης της Λισαβόνας με την επίκληση του κινδύνου να διεκδικήσουν οι απελαθέντες το 1945 Γερμανοί Σουδήτες την περιουσία τους.
Πέρσι ο πρόεδρος της Πολωνίας είχε σπεύσει να χαρακτηρίσει τον υποθαλάσσιο αγωγό Φυσικού Αερίου Northstream ως νέο Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ...

Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα που πιστοποιούν ότι η πλήρης ένταξη στην Ε.Ε δεν εκμηδένισε τις εθνικιστικές προκαταλήψεις και φοβίες που είχαν έλθει στην επιφάνεια μετά την πτώση ου Τείχους το 1989:

-Το καλοκαίρι του 1991 ο πρώτος μη κομμουνιστής πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Γιόζεφ Αντάλ είχε δηλώσει ότι εκπροσωπεί 11 εκατομμύρια ομοεθνών του έναν αριθμό που προφανώς περιελάμβανε τις πολυάριθμες ουγγρικές μειονότητες στη Ρουμανία και στη Σλοβακία.

-Την ίδια περίπου εποχή ο πρόεδρος της Βουλγαρίας Ζέλιου Ζέλεφ είχε τονίσει την ανάγκη να πέσουν οι συνοριακοί φραγμοί και περιορισμοί μετακίνησης καθώς η χώρα του είχε το προνόμιο να έχει ως γείτονες πίσω από κάθε πλευρά των συνόρων ομοεθνείς.

- Για ελεύθερη επικοινωνία και οικονομική συνεργασία των Αλβανών της Αλβανίας, του Κοσσυφοπεδίου και της Π.Γ.Δ.Μ μίλησε πρόσφατα ο Μπερίσα.

Από τα παραπάνω προκύπτουν χρήσιμα συμπεράσματα για την ευρωπαική στρατηγική των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης:

- Η πλήρης ένταξη υπήρξε μονόδρομος αποφυγής γεωπολιτικής περιθωριοποίησης και οικονομικής στασιμότητας και όχι επιλογή εγκατάλειψης των εθνικιστικών οραμάτων του Μεσοπολέμου.

-Σε πολλές περιπτώσεις αλυτρωτικά οράματα του παρελθόντος επενδύονται απλώς με ευρωπαϊκή επένδυση: Το όραμα της εθνικής ολοκλήρωσης γίνεται απαίτηση ελεύθερης επικοινωνίας και στη συνέχεια προσδοκία που ταυτίζεται με την κατάργηση των συνόρων στον χώρο Σέγκεν.

Σε κάθε περίπτωση είκοσι χρόνια μετά την πτώση του Τείχους και σχεδόν είκοσι χρόνια μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης παρά την πλήρη ένταξη τους στην Ε.Ε και το ΝΑΤΟ εξακολουθούν να προσδιορίζουν την εθνική τους στρατηγική με κριτήρια που παραπέμπουν στον Μεσοπόλεμο:

- Πρώτον την πρόσληψη της ισχύος του Βερολίνου και της Μόσχας ως απειλής και τη διμερή μεταξύ τους στενή συνεργασία σαν εφιάλτη.

- Δεύτερον την παρουσία και εμπλοκή των ΗΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ασφάλεια και ειδικότερα στις περιφερειακές ισορροπίες της Κεντρικής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης ως καθοριστικής σημασίας.

Τα παραπάνω συνθέτουν μια κατάσταση πραγμάτων για την οποία η ευθύνη δεν ανήκει αποκλειστικά στις χώρες της περιοχής:

- Ο μειωμένος ευρωπαϊκός ζήλος των παραπάνω χωρών στηρίζεται και ενισχύεται από την Α λα Καρτ συμμετοχή στην Ε.Ε. της Βρετανίας αλλά και της Σουηδίας και της Δανίας.

- Η φιλοατλαντική στροφή του Σαρκοζί και η απονεύρωση του Γαλλογερμανικού Άξονα αποενοχοποιήσε σε σημαντικό βαθμό τον Ανατολικό Φιλοατλαντισμό.

Ο σημαντικότερος όμως παράγων που κρατά ζωντανό τον εθνικισμό και τον φιλοτλαντισμό-φιλοαμερικανισμό στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ευρώπη είναι η απομυθοποίηση της πλήρους ένταξης:

Οι νέες χώρες που έγιναν δεκτές στην Κοπεγχάγη τον Δεκέμβριο του 2002 και προσχώρησαν στην Ε.Ε. τον Μαίο του 2004 πλήρωσαν υψηλό κόστος προσαρμογής χωρίς τις πλουσιοπάροχες εισροές κοινοτικών πόρων που στήριξαν στη δεκαετία ου 80 την προσαρμογή της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 02/11/2009)