Είναι δυνατό να κάθεσαι στα πίσω καθίσματα κι από κει να πιστεύεις και να θέλεις να οδηγήσεις το αυτοκίνητο σου; Δεν χρειάζεται πολλή σκέψη, η απάντηση είναι κατηγορηματικά «όχι». Κι όμως σε αυτή τη θέση βρέθηκαν και βρίσκονται πολλοί πρωθυπουργοί όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και πάρα πολλών κοινοτικών χωρών πιστεύοντας ότι κυβερνούν τις χώρες τους ενώ στην πραγματικότητα συμπεριφέρονται με τις πράξεις τους σαν έπαρχοι, υπερνομάρχες μιας μεγάλης χώρας -της Ευρώπης που λειτουργεί με κέντρο τις Βρυξέλλες.
Είναι δυνατό να κάθεσαι στα πίσω καθίσματα κι από κει να πιστεύεις και να θέλεις να οδηγήσεις το αυτοκίνητο σου; Δεν χρειάζεται πολλή σκέψη, η απάντηση είναι κατηγορηματικά «όχι». Κι όμως σε αυτή τη θέση βρέθηκαν και βρίσκονται πολλοί πρωθυπουργοί όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και πάρα πολλών κοινοτικών χωρών πιστεύοντας ότι κυβερνούν τις χώρες τους ενώ στην πραγματικότητα συμπεριφέρονται με τις πράξεις τους σαν έπαρχοι, υπερνομάρχες μιας μεγάλης χώρας -της Ευρώπης που λειτουργεί με κέντρο τις Βρυξέλλες.

Αυτή η κεντρική-κοινοτική λειτουργία μέσω των θεσμικών οργάνων της Ένωσης (Κομισιόν, Συμβούλιο Υπουργών, Ευρ. Κοινοβούλιο κ.λπ.) αναγνωρίζεται μόνο στα «χαρτιά». Στην πραγματικότητα το σύστημα έχει προ πολλών ετών εγκαταλείψει τη λεγόμενη «κοινοτική μέθοδο» διακυβέρνησης οι αποφάσεις στην οποία πέρνονταν μέσα από συμβιβασμούς και συναινέσεις μεταξύ των τριών κεντρικών κοινοτικών οργάνων. Εδώ και αρκετά χρόνια αυτή η θεσμική πολιτική και οικονομική ισορροπία μεταξύ αντικρουομένων συμφερόντων, που διασφάλιζε αυτό το έξυπνο σύστημα, ατόνισε αρχικά και εγκαταλείφθηκε στη συνέχεια. Το αντικατέστησε η λεγόμενη διακυβερνητική συνεργασία, δηλαδή οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται από τις κυβερνήσεις των κοινοτικών χωρών με την επιβολή της θέλησης των μεγαλύτερων από αυτές. Η Κομισιόν από κεντρική κινητήρια δύναμη ελέγχου της ορθής εφαρμογής των κοινοτικών συνθηκών και διατύπωσης νέων νομοθετικών προτάσεων, υπό την προεδρία του Μανουέλ Μπαρόζο, έχει εξελιχθεί σε μια υπερ- γενική γραμματεία των κρατών-μελών και κυρίως των μεγάλων που φροντίζει συστηματικά να ικανοποιεί τα συμφέροντά τους. Ο συνδυασμός του οικονομικού, νομισματικού και πολιτικού νεοφιλελευθερισμού με την παγκοσμιοποίηση δικαιολογούν αυτή τη δυσάρεστη για τις μικρομεσαίες χώρες εξέλιξη. Το σύστημα δεν πρόκειται να αλλάξει με την έναρξη εφαρμογής της νέας συνθήκης της Λισαβόνας. Η ερμηνεία των «φλού» άρθρων του θα γίνει ακριβώς με εργαλείο τη δύναμη των μεγάλων και των νέο φιλελεύθερων. Η τύχη μιας ήπιας σοσιαλδημοκραστίας (καπιταλισμός και «λογικές» κοινωνικές παροχές) είναι ανύπαρκτη τόσο σε εθνικό επίπεδο (Ελλάδα- κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου) όσο και σε κοινοτικό (Ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κόμμα- Συνασπισμός της Αριστεράς στο Ευρωκοινοβούλιο).

Σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία η εργοδοσία όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παντού, δεν έχει κανένα λόγο να υποχωρήσει στις απαιτήσεις των ολοένα και πιο αδύναμων συνδικάτων, των ολοένα και πιο αδύναμων σοσιαλιστικών, σοσιαλδημοκρατικών και αριστερών κομμάτων που θα πρέπει όσα δεν το έχουν κάνει ήδη, να προσαρμοσθούν σε αυτές τις συνθήκες λειτουργίας του Συστήματος ή να μπουν στο πολιτικό περιθώριο των χωρών τους και της Ευρώπης. Έτσι, πολύ μικρή είναι η σημασία έχει για τη χώρα μας και πολλές άλλες κοινοτικές χώρες του δικού της μεγέθους, ποιος θα γίνει πρόεδρος του ευρωπαϊκού συμβουλίου (κορυφής) της Ένωσης και ποιος θα καταλάβει τη θέση του ύπατου εκπροσώπου της Ένωσης για τις εξωτερικές υποθέσεις. Τα πάντα θα μαγειρεύονται στις μεγάλες πρωτεύουσες της Κοινότητας και θα μεταφέρονται μασημένα προς αφομοίωση στα κοινοτικά όργανα, στις Βρυξέλλες. Ακόμη, καμία πραγματική σημασία δεν έχει πλέον ποιος Έλληνας ή Ελληνίδα θα τοποθετηθεί από τον πρωθυπουργό στη θέση του επιτρόπου -μέλους της νέας Κομισιόν για τα πέντε επόμενα χρόνια. Ο ρόλος του δεν θα είναι διακοσμητικός αλλά απλώς εξαιρετικά περιορισμένος. Η οικονομική, νομισματική, πολιτική και κοινωνική κατάσταση που επικρατεί στην Ευρώπη και τον κόσμο δεν μας επιτρέπει να είμαστε απλοϊκά αισιόδοξοι τόσο για το μέλλον της των λαών της Ένωσης όσο και για του το μέλλον των Ελλήνων.

(Από την εφημερίδα ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 16/11/2009)