Το Κόστος των ΑΠΕ

Μπορεί ο ήλιος και ο άνεμος, τα νερά και τα φυτά της φύσης να προσφέρονται δωρεάν, και να αποτελούν το δώρο του Δημιουργού προς τον άνθρωπο, όμως η αξιοποίηση τους για την παραγωγή χρήσιμης ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας έχει ένα κάποιο κόστος. Το κόστος αυτό διαφέρει ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες παραγωγής και χρήσης αλλά και την μορφή της ανανεώσιμης πηγής ενέργειας που θέλουμε να εκμεταλλευτούμε.
Energia.gr
Πεμ, 26 Νοεμβρίου 2009 - 17:52
Μπορεί ο ήλιος και ο άνεμος, τα νερά και τα φυτά της φύσης να προσφέρονται δωρεάν, και να αποτελούν το δώρο του Δημιουργού προς τον άνθρωπο, όμως η αξιοποίηση τους για την παραγωγή χρήσιμης ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας έχει ένα κάποιο κόστος. Το κόστος αυτό διαφέρει ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες παραγωγής και χρήσης αλλά και την μορφή της ανανεώσιμης πηγής ενέργειας που θέλουμε να εκμεταλλευτούμε.

Στην περίπτωση της μικρής κλίμακας αποκεντρωμένων εφαρμογών, όπως λ.χ στην θέρμανση μίας κατοικίας με ηλιακά παθητικά συστήματα ή την θέρμανση νερού χρήσης με έναν επίπεδο ηλιακό συλλέκτη, το κόστος είναι σχετικά μικρό, αναλαμβάνεται απευθείας από τον χρήστη και αποσβένεται συνήθως σε σύντομο χρονικό διάστημα και χωρίς εξάρτηση από τρίτους. Στην περίπτωση όμως μεγαλύτερων και τεχνολογικά πιο προηγμένων συστημάτων που απαιτούνται για την παραγωγή ηλεκτρισμού (π.χ ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά μεγάλα ηλιακά θερμικά συστήματα, υδροηλεκτρικές μονάδες, γεωθερμικές μονάδες, καύση βιομάζας κλπ) το κόστος κατασκευής και λειτουργίας είναι σημαντικό και συγκρίσιμο με αυτό των συμβατικών μεγάλων θερμικών μονάδων. Όμως η πρώτη ύλη εξακολουθεί να προσφέρεται δωρεάν και μάλιστα χωρίς την επιβάρυνση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, και για αυτό παρά την υψηλή αρχική τους επένδυση οι ΑΠΕ αποτελούν σήμερα, ιδίως τώρα που η τεχνολογία τους έχει αναπτυχθεί, μία ελκυστική λύση.

Όπως η μεγάλης κλίμακας εφαρμογές και διείσδυση των ΑΠΕ σε εθνικό επίπεδο προϋποθέτει επενδύσεις σε θερμικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που θα καλύπτουν τη ζήτηση όταν δεν λειτουργούν οι ΑΠΕ (π.χ ανεμογεννήτριες, Φ/Β συστήματα) και θα πρέπει να είναι διαθέσιμες να λειτουργούν λίγες μόνο ώρες το χρόνο. Κάτι που έχει αναμφίβολα υψηλό κόστος και άρα προϋποθέτει επιδότηση των μονάδων αυτών από το Διαχειριστή του εθνικού συστήματος. Ακόμη θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψη η ανάγκη ενός αξιόπιστου καθεστώτος αγοράς της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ από τον Διαχειριστή, πράγμα που ενθαρρύνει και επιτρέπει τις χιλιάδες επενδύσεις που απαιτούνται για την ανάπτυξη των ΑΠΕ και την μετρήσιμη διείσδυση τους στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας. Σήμερα οι παραγωγοί ΑΠΕ πληρώνονται για την παραγόμενη ενέργεια μέσω των λεγόμενων Feed in Tarifs (FIT) ενώ οι επενδύσεις επιδοτούνται και μέσω του Αναπτυξιακού νόμου, μία τακτική που θα πρέπει να εκλείψει αφού αποτελεί γραφειοκρατική τροχοπέδη και εστία διαφθοράς. Αντίθετα θα πρέπει να ενισχυθούν οι FIT’s ή κάποιο παρόμοιο σύστημα αφού αυτό ενθαρρύνει τους επαγγελματίες επενδυτές οι οποίοι έτσι μπορούν να προγραμματίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια και εγκυρότητα τις απαραίτητες επενδύσεις και να αντισταθμίσουν τους όποιους κινδύνους.

Για να μπορέσει η χώρα μας να ανταποκριθεί στους Ευρωπαϊκούς στόχους για το 2020 υπολογίζεται ότι θα πρέπει να εγκατασταθούν συνολικά περί τα 10.000 MW από μονάδες ΑΠΕ με την μερίδα του λέοντος να έχουν τα αιολικά συστήματα. Αυτό σημαίνει συνολικές επενδύσεις της τάξης των 20,0 δισεκ. ευρώ οι οποίες στην πλειοψηφία τους θα προέλθουν από ανεξάρτητους παραγωγούς αν και ένα όχι ευκαταφρόνητο ποσό θα απαιτηθεί για την ενίσχυση των δικτύων μεταφοράς και των αιχμιακών μονάδων. Όποιο μοντέλο και εάν χρησιμοποιήσουμε για να κατανείμουμε το ανωτέρω απαιτούμενο κόστος, το αποτέλεσμα δείχνει ότι για να επιτύχουμε την ανάπτυξη των ΑΠΕ σε μία τόσο μεγάλη κλίμακα και μέσα σε μία δεκαετία, θα πρέπει να αυξηθούν τα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος τα οποία πληρώνει ο καταναλωτής. Αλλά και σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή μη ανάπτυξης των ΑΠΕ, πάλι τα τιμολόγια θα πρέπει να αυξηθούν αφού από το 2013 και μετά θα πρέπει η χώρα να πληρώνει 1,5 – 2,0 δισεκ. ευρώ το χρόνο για την αγορά δικαιωμάτων ρύπων. Αλλά αντί να πληρώνουμε τζάμπα χρήματα για την αγορά ρύπων είναι πολύ προτιμότερο να αναπτύξουμε τις ΑΠΕ, με το όποιο κόστος, μειώνοντας συγχρόνως την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας.

Με άλλα λόγια η σταδιακή και σημαντική αύξηση των τιμολογίων ηλεκτρισμού που αναμένεται μέσα στα επόμενα χρόνια αποτελεί μονόδρομο, εάν επιθυμούμε τη συμμετοχή μας στο Ευρωπαϊκό σύστημα. Και αυτή είναι η άβολη αλήθεια την οποία έχει υποχρέωση η σημερινή κυβέρνηση να εξηγήσει στον λαό όταν ομιλεί και υπερθεματίζει για την Πράσινη Ανάπτυξη. Η οποία είναι απόλυτα θεμιτή και απαραίτητη αφού οδηγεί σε επενδύσεις, και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Όμως προϋποθέτει ένα σοβαρό κόστος σε βάθος χρόνου και αυτό δικαιούται να το γνωρίζει ο απλός καταναλωτής.