Το Παιχνίδι της Κίνας με το Κλίμα

Αφού πλέον οι μεγαλύτεροι ρυπαντές του πλανήτη έχουν προχωρήσει σε δηλώσεις ή και δεσμεύσεις σχετικά με την προσπάθεια μείωσης των εκπομπών τους, στο προσκήνιο έρχεται το δεύτερο ακανθώδες ζήτημα στη μάχη κατά της Κλιματικής Αλλαγής: Η αναζήτηση συναίνεσης για τους μηχανισμούς εκείνους που θα ελέγξουν την επίτευξη των στόχων αυτών σε ετήσια βάση, στα πλαίσια πάντα μιας διεθνούς συνθήκης μετά την, κατά τα φαινόμενα, άκαρπη Κοπεγχάγη
energia.gr
Τρι, 1 Δεκεμβρίου 2009 - 09:38
Αφού πλέον οι μεγαλύτεροι ρυπαντές του πλανήτη έχουν προχωρήσει σε δηλώσεις ή και δεσμεύσεις σχετικά με την προσπάθεια μείωσης των εκπομπών τους, στο προσκήνιο έρχεται το δεύτερο ακανθώδες ζήτημα στη μάχη κατά της Κλιματικής Αλλαγής: Η αναζήτηση συναίνεσης για τους μηχανισμούς εκείνους που θα ελέγξουν την επίτευξη των στόχων αυτών σε ετήσια βάση, στα πλαίσια πάντα μιας διεθνούς συνθήκης μετά την, κατά τα φαινόμενα, άκαρπη Κοπεγχάγη.

Ως γνωστό, η Κίνα τις προηγούμενες ημέρες προέβη σε πολυσήμαντες δηλώσεις, μέσω του ειδικού απεσταλμένου του Πεκίνου για το Κλίμα. Ανέφερε ο κ. Γιού ότι η χώρα του δεν θα δεχτεί κριτική και δεν θα παρέχει διαφανή στοιχεία, παρά μόνο για εκείνα τα ενεργειακά σχέδια τα οποία θα δεχτούν χρηματοδότηση από τις πλούσιες χώρες. Παράλληλα, πριν μερικές εβδομάδες αποφασίστηκε το κλείσιμο του China OGP, ενημερωτικού δελτίου της εγχώριας βιομηχανίας πετρελαίου, το οποίο ήταν ο μόνος φορέας που παρείχε στον υπόλοιπο κόσμο σαφείς πληροφορίες για τους ενεργειακούς και περιβαλλοντικούς δείκτες. Το Πεκίνο υπογραμμίζει έτσι για άλλη μια φορά ότι για την ίδια την Κίνα και τις άλλες αναπτυσσόμενες οικονομίες, η ομοφωνία για το Κλίμα πρέπει να περάσει πρώτα τον σκόπελο της χρηματοδότησής τους.

Πέρα από αυτό, η Κίνα έχει προχωρήσει σε μια μεγάλη εκστρατεία εντυπώσεων τους τελευταίους μήνες, η οποία έχει ως σκοπό να πείσει τη διεθνή κοινότητα ότι ενώ δεν δέχεται δεσμευτικά όρια μείωσης των ρύπων, εντούτοις είναι σε θέση να πράξει τα ίδια ή και περισσότερα από την Ε.Ε και τις ΗΠΑ στο πεδίο της Κλιματικής Αλλαγής. Φαίνεται ότι πολλοί στη Δύση έχουν πειστεί βλέποντας τους αριθμούς και τις εικόνες που μιλούν για γιγάντια αιολικά πάρκα στην Κεντρική Μογγολία και για επενδύσεις δισεκατομμυρίων στις ΑΠΕ. Τέλος, γίνεται λόγος για το συγκεντρωτικό και δήθεν αποτελεσματικό σύστημα διοίκησης της χώρας, το οποίο αποδίδει, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου το σχετικό νομοσχέδιο προσκρούει στις συμπληγάδες της Γερουσίας και του ενεργειακού λόμπι.

Δυστυχώς όμως, η ψυχρή πραγματικότητα είναι διαφορετική. Η Κίνα διαθέτει τεράστιες ποσότητες λιθάνθρακα, οι οποίες κατά δική της ομολογία θα συνεχίσουν να αποτελούν τον πυρήνα της παραγωγής ενέργειας στις επόμενες δεκαετίες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επ’ ουδενί ότι κάθε μερικές ημέρες εγκαινιάζεται και ένας νέος σταθμός παραγωγής με λιθάνθρακα στο έδαφός της. Το Πεκίνο δεν το συμφέρει να αντικαταστήσει τον άνθρακα και να χρησιμοποιήσει φυσικό αέριο ώστε να μειώσει τις εκπομπές, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν πολυέξοδο. Με την ίδια λογική, δεν είναι δυνατόν μέσα σε λίγα χρόνια να αλλάξει η χώρα τη στρατηγική εκείνη που της προσέφερε μια δεκαετία ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης με βάση τα φτηνά κόστη και την “βρόμικη” βιομηχανία.

Πέρα από αυτό, οι μαζικές επενδύσεις στις ΑΠΕ έχουν κάποια όρια, καθώς οι υποδομές της Κίνας βρίσκονται σε πρωτόγονο επίπεδο συγκριτικά με αυτές της Ευρώπης και πιθανότατα δεν θα μπορέσουν ούτε στο μέλλον να στηρίξουν ένα υπερδίκτυο όπως αυτό που οραματίζεται η Ε.Ε. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η παραγωγή και εγκατάσταση αιολικών και ηλιακών πάρκων γίνεται με ρυθμούς πολύ γρηγορότερους από ότι μπορεί να “σηκώσει” το δίκτυο ηλεκτρισμού. Ως αποτέλεσμα, ένα μεγάλο ποσοστό από τις εγκατεστημένες ανεμογεννήτριες δεν είναι συνδεδεμένες με το δίκτυο και συνεπώς παραμένουν άχρηστες προς το παρόν.

Τα συμφέροντα των μεγάλων χωρών και οι καθυστερήσεις στην υιοθέτηση μιας δεσμευτικής συνθήκης έρχονται σε έντονη αντίθεση με πρόσφατες επιστημονικές μελέτες οι οποίες φανερώνουν πως πιθανώς η μέση θερμοκρασία θα αυξηθεί πάνω από 2 βαθμούς Κελσίου, ακόμα και αν πράξουμε τα αυτονόητα. Η θλιβερότερη επίπτωση από την αύξηση αυτή αφορά τους κατοίκους των Μαλδίβων και άλλων νησιωτικών κρατιδίων του Ινδικού και του Ειρηνικού, οι οποίοι σε διάστημα μιας γενιάς θα δουν τις πατρίδες τους να χάνονται σε έναν υγρό και αιώνιο τάφο.