Ανοίξτε τις Αγορές!

Η άφιξη στη Ρεβυθούσα προχθές του πρώτου ιδιωτικού φορτίου υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), για λογαριασμό των ομίλων Βαρδινογιάννη – Μυτιληναίου, και η αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να ανταποκριθεί στις διαδικασίες παραλαβής και αποθήκευσης του φορτίου – κάτι που τελικά επετεύχθη μετά από ένα νομικό και διοικητικό μαραθώνιο και υπό την πίεση καταγγελιών στην Ε.Ε – δείχνει με τον πιο εύγλωττο τρόπο τις εγγενείς αδυναμίες του Ελληνικού ενεργειακού συστήματος και του κρατικού μηχανισμού να συμβαδίσει με τους ρυθμούς της ελεύθερης και άκρως ανταγωνιστικής διεθνούς ενεργειακής αγοράς.
Energia.gr
Παρ, 4 Δεκεμβρίου 2009 - 11:57
Η άφιξη στη Ρεβυθούσα προχθές του πρώτου ιδιωτικού φορτίου υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), για λογαριασμό των ομίλων Βαρδινογιάννη – Μυτιληναίου, και η αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να ανταποκριθεί στις διαδικασίες παραλαβής και αποθήκευσης του φορτίου – κάτι που τελικά επετεύχθη μετά από ένα νομικό και διοικητικό μαραθώνιο και υπό την πίεση καταγγελιών στην Ε.Ε – δείχνει με τον πιο εύγλωττο τρόπο τις εγγενείς αδυναμίες του Ελληνικού ενεργειακού συστήματος και του κρατικού μηχανισμού να συμβαδίσει με τους ρυθμούς της ελεύθερης και άκρως ανταγωνιστικής διεθνούς ενεργειακής αγοράς.

Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία 5 χρόνια η Ελληνική κυβέρνηση δέχεται βολές από την Κομισιόν, επειδή κρατά ακόμη κλειστή την αγορά ηλεκτρισμού, και η ΡΑΕ από τον υφυπουργό Γιάννη Μανιάτη, επειδή επί πέντε χρόνια «μαγειρεύει» τον κώδικα διαχείρισης του δικτύου φυσικού αερίου, κρατώντας έτσι κλειστή και την αγορά φυσικού αερίου. Εμφανής αιτία είναι η εκκρεμότητα, αναφορικά με την έκδοση του σχετικού κώδικα, ο οποίος σε εφαρμογή νόμου του 2005 θα ορίζει τους όρους διαχείρισης του δικτύου. Έτσι μέχρι στιγμής ο μοναδικός χρήστης του δικτύου παραμένει η ΔΕΠΑ, για την οποία ισχύουν προσωρινές ρυθμίσεις. Όταν, δε, οι όμιλοι Βαρδινογιάννη και Μυτιληναίου ανακοίνωσαν ότι θέλουν να εισαγάγουν φυσικό αέριο για δική τους χρήση, υπήρξε άρνηση παραλαβής του με πρόσχημα την ανυπαρξία κωδικών.

Αλλά και στον τομέα του ηλεκτρισμού η αγορά κυριαρχείται από το μονοπώλιο της ΔΕΗ έτσι που ο αρμόδιος επίτροπος Αντρις Πίμπαλγκς, απαντώντας σε ερώτηση της ευρωβουλευτού του ΠΑΣΟΚ Αννυς Ποδηματά, αναφέρει ότι τον Ιούνιο ξεκίνησε διαδικασία παραπομπής της Ελλάδας στο Ευρωδικαστήριο, επειδή δεν εφαρμόζει οδηγία του 2003 για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισμού. Η παράβαση αφορά τη διαχείριση του δικτύου διανομής (δίκτυα πόλεων κ.λπ.) το οποίο παραμένει υπό τον πλήρη έλεγχο της ΔΕΗ, ενώ θα έπρεπε να είχε μεταφερθεί σε διαφορετικό φορέα, έστω και αν αυτός ελέγχεται μετοχικά από τη ΔΕΗ. Στην ουσία ο επίτροπος ζητεί από την Ελλάδα να εφαρμόσει και στο δίκτυο διανομής το μοντέλο που εφαρμόζει στο δίκτυο μεταφοράς (υψηλή τάση) με τη λειτουργία του ΔΕΣΜΗΕ, ως ανεξάρτητου φορέα.

Όμως ο ΔΕΣΜΗΕ κάθε άλλο παρά ανεξάρτητος οργανισμός είναι αφού οι εγκαταστάσεις του (δηλαδή κέντρα ελέγχου, γραμμές υψηλής τάσης) ανήκουν 100% στη ΔΕΗ ενώ το υπαλληλικό του προσωπικό προέρχεται και μισθοδοτείται και από την Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού. Σαν να μην έφθανε αυτό δεν είναι λίγες οι φορές που η ημερήσια χονδρεμπορική αγορά που λειτουργεί ο ΔΕΣΜΗΕ (δηλ. το pool) χειραγωγείται με τον πλέον προκλητικό τρόπο από τη ΔΕΗ μέσω της δήλωσης των μηδενικών φορτίων που αντιστοιχούν στα μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα της Επιχείρησης. Για αυτό βέβαια δεν ευθύνεται μόνο ο ΔΕΣΜΗΕ αλλά και οι ατέλειες του Κώδικα λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (βλέπε ΡΑΕ και ΥΠΕΚΑ).

Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες της Ε.Ε παρουσιάζει την εικόνα μιας κλειστής και αγοροφοβικής αγοράς με αποτέλεσμα όχι μόνο πολλά επενδυτικά σχέδια υψηλού οικονομικού ενδιαφέροντος να μην προχωρούν αλλά και το ενεργειακό εμπόριο σε ηλεκτρισμό και φυσικό αέριο να παραμένει σε εμβρυϊκή κατάσταση στερώντας τον κρατικό προϋπολογισμό από σημαντικά έσοδα. Και αυτό σε μία περίοδο όπου το Ελληνικό Δημόσιο ευρίσκεται όσο ποτέ άλλοτε στριμωγμένο και με την δανειοληπτική του αξιοπιστία να πλήττεται καθημερινά. Γι’ αυτό το άνοιγμα της Ελληνικής Ενεργειακής αγοράς πρέπει ν’ αποτελέσει άμεση προτεραιότητα της ηγεσίας του ΥΠΕΚΑ, που ευτυχώς σε αντίθεση με τους προκατόχους της, δείχνει να κατανοεί τις αρνητικές οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις που θα έχει μία μακρόχρονη παράταση της μέχρι τώρα πλήρους ακινησίας και εσωστρέφειας.