Η Πρόκληση της Κοπεγχάγης

Σήμερα ξεκινάει τις εργασίες της στην πρωτεύουσα της Δανίας, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, η Παγκόσμια Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή, γνωστή ως COP 15. Το ζητούμενο είναι μία νέα δεσμευτική συμφωνία για τον περιορισμό των αερίων του θερμοκηπίου για την περίοδο 2012-2020. Μία συμφωνία η οποία θα αντικαταστήσει την ισχύουσα σήμερα συνθήκη του Κιότο που υπεγράφη το 1997 και ετέθη σε ισχύ μόλις το 2005.
Του Κ. Ν. Σταμπολή
Δευ, 7 Δεκεμβρίου 2009 - 14:31
Σήμερα ξεκινάει τις εργασίες της στην πρωτεύουσα της Δανίας, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, η Παγκόσμια Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή, γνωστή ως COP 15. Το ζητούμενο είναι μία νέα δεσμευτική συμφωνία για τον περιορισμό των αερίων του θερμοκηπίου για την περίοδο 2012-2020. Μία συμφωνία η οποία θα αντικαταστήσει την ισχύουσα σήμερα συνθήκη του Κιότο που υπεγράφη το 1997 και ετέθη σε ισχύ μόλις το 2005. Να θυμίσουμε ότι η συνθήκη Κιότο και το όλο πλέγμα κανονιστικών διατάξεων και η βάση για την εμπορία των ρύπων ξεκίνησε πριν 17 χρόνια στο Ρίο ντε Τζανέιρο με την υπογραφή του Σχεδίου Συμφωνίας για την Κλιματική Αλλαγή -  δηλαδή το Framework Convention on Climate Change (UNFCCC) - που είχε στόχο την «σταθεροποίηση των ποσοτήτων αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα σ’ ένα επίπεδο που θ’ απέτρεπε την επικίνδυνη ανθρώπινη ανάμειξη με το κλιματικό σύστημα».

Από τότε που υπεγράφη το UNFCCC πολλά έχουν αλλάξει στην βιόσφαιρα αλλά μάλλον προς το χειρότερο. Πέρα από την παρατηρούμενη μέση αύξηση της θερμοκρασίας έχει ενταθεί εντυπωσιακά ο ρυθμός εμφάνισης καταιγίδων, πλημμύρων, ξηρασιών, τυφώνων και άλλων ακραίων καιρικών φαινομένων, κάτι που σύμφωνα με τους επιστήμονες οφείλεται στην Κλιματική Αλλαγή, ενώ οι προβλέψεις της Διακρατικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, του γνωστού Intergovernmental Panel on Climate Change (IPCC) είναι ότι η μέση θερμοκρασία της ατμόσφαιρας, εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, θα αυξηθεί κατ’ ελάχιστο 1,1 βαθμούς Κελσίου και κατά μέγιστο 6,4°C μέχρι το τέλος του αιώνα! Από το 1992 οπότε ξεκίνησε η όλη διαδικασία μελέτης του θέματος αλλά  και επέμβασης από τον ΟΗΕ, μέχρι σήμερα η ποσότητα του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα βάσει μετρήσεων έχει αυξηθεί κατά το 1/3.

Μία μεγάλη μερίδα επιστημόνων παρατηρεί ότι μπορεί ο μέσος άνθρωπος να μην αντιλαμβάνεται ακόμη κάποιες ορατές αλλαγές στην μέση θερμοκρασία όμως σε ορισμένα μέρη του πλανήτη, όπως λ.χ. στην Αρκτική οι επιπτώσεις από την Κλιματική Αλλαγή είναι ευδιάκριτες με διπλάσια αύξηση στην θερμοκρασία και λιώσιμο των πάγων και κυρίως των παγετώνων οι οποίοι ξεκολλάνε από τα βουνά και οδηγούνται στην θάλασσα. Έχοντας δε το μέγεθος νησιών ολόκληρων όπως λ.χ. η Κέρκυρα, με την είσοδο τους στη θάλασσα, εν είδη πλωτών νήσων, οδηγούν στην αύξηση την μέση στάθμη των ωκεανών κατά 3,0-3,5 χιλιοστά τον χρόνο, το οποίο σημαίνει ότι σε μερικά χρόνια με επιταχυνόμενη την ετήσια αύξηση της στάθμης, το ύψος της θάλασσα θα έχει αυξηθεί μερικά μέτρα!

Οι συζητήσεις στην Κοπεγχάγη θα εστιασθούν σε δύο τομείς: στην μείωση του επιπέδου των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου και τα χρήματα που θα χρειασθούν για να επιτευχθούν χαμηλότεροι ρύποι σε παγκόσμια βάση. Σύμφωνα με τα στοιχεία του IPCC οι εκπομπές πρέπει να μειωθούν 25-40% από τα επίπεδα του 1990 ώστε να περιορισθεί η αύξηση της θερμοκρασίας κατά +2°C. Ο ρόλος των ΗΠΑ και της Κίνας, που είναι οι δύο μεγαλύτεροι ρυπαντές στην κόσμο, και οποίοι δεν συμμετείχαν μέχρι τώρα στο Κιότο, θεωρείται καταλυτικός. Αλλά και οι αναπτυσσόμενες χώρες θα υποχρεωθούν τώρα να περιορίσουν και αυτές τις εκπομπές αερίων πράγμα που οι περισσότερες από αυτές, με προεξέχουσα την Ινδία, θεωρούν απαράδεκτο γιατί εμποδίζεται έτσι η οικονομική τους ανάπτυξη προς όφελος των βιομηχανοποιημένων χωρών. Έτσι το μπλοκ των αναπτυσσόμενων χωρών θέλουν τις κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων κρατών να επωμιστούν αυτές το κόστος. Η Κίνα θα ήθελε το ποσό αυτό να καθορισθεί στα $400 δις. το χρόνο αυτό ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση προτίθεται να προσφέρει ετησίως $150 δις., ποσό που εκτιμά ότι αρκεί για την υποστήριξη των οικονομιών του τρίτου κόσμου. Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία και πρωτοστατεί στην εκστρατεία για την αποτροπή της Κλιματικής Αλλαγής, η οικονομική υποστήριξη προς τις αναπτυσσόμενες χώρες δεν είναι χωρίς ίδιο όφελος αφού το μεγαλύτερο μέρος αυτών των χρημάτων θα πάνε σε Ευρωπαϊκές εταιρείες για την εξαγωγή τεχνολογίας στον τρίτο κόσμο για την παραγωγή και διαχείριση ενέργειας με μικρότερους ή μηδαμινούς ρύπους (π.χ. συστήματα εξοικονόμησης ενέργειας, αποθήκευση CO2 , ΑΠΕ).

Η διάσκεψη της Κοπεγχάγης πραγματοποιείται σε μία περίοδο όπου έχουν ενταθεί οι φωνές των σκεπτικιστών οι οποίοι διαφωνούν ανοικτά πλέον με την ανάγκη λήψης τόσο αυστηρών και οικονομικά επώδυνων μέτρων, σε μία περίοδο μάλιστα που η παγκόσμια οικονομία δεν έχει συνέλθει ακόμα από την πρόσφατη χρηματοοικονομική κρίση. Γιατί ο περιορισμός των ρύπων στα επίπεδα που υποδεικνύει το IPCC θα έχει σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις αφού η σταδιακή κατάργηση των στερεών καυσίμων και άλλων ρυπογόνων μορφών ενέργειας και η  αντικατάσταση τους από άλλες πλέον καθαρές ενεργειακές μορφές θα έχει ένα σημαντικό κόστος ενώ θα σημάνει και αναδιάταξη του εργατικού δυναμικού. Η θέση των σκεπτικιστών είναι ότι οι παρατηρούμενες κλιματικές αλλαγές δεν είναι τόσο σημαντικές για να προκαλούν φοβερές ανησυχίες και ακόμη δεν αποδεικνύεται με τα υπάρχοντα στοιχεία ότι οφείλονται σε ανθρωπογενείς παράγοντες. Περαιτέρω δε ότι τα τελευταία 10 χρόνια η μέση θερμοκρασία του πλανήτη μάλλον μειώνεται παρά αυξάνεται σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία. Πράγματι, με γεωλογική προσέγγιση παρατηρείται μια αέναη εναλλαγή ψυχρών και θερμών μακρο-εποχών οι οποίες εμπεριέχουν πολλούς μικρότερους χρονικούς κύκλους κλιματικών αλλαγών.

Ένα ακόμη επιχείρημα είναι ότι αφού δεν μπορούμε να προβλέψουμε με ακρίβεια τον καιρό που θα έχουμε σε ένα ή δύο μήνες πως μπορούμε να προβλέψουμε την μέση θερμοκρασία του πλανήτη σε 50 ή 100 χρόνια από σήμερα; Επίσης, οι διαφωνούντες με την ανάγκη λήψης μέτρων για την Κλιματική Αλλαγή κατηγορούν το IPCC και τους πέριξ αυτού επιστήμονες, αναλυτές, MKO’s κ.λπ. ότι επισείοντας τον μπαμπούλα της Κλιματικής Αλλαγής κινδυνολογούν ασύστολα, ενώ ταυτόχρονα αντλούν σοβαρά χρηματικά ποσά από τους κρατικούς προϋπολογισμούς για την υποστήριξη των δραστηριοτήτων τους. Υπάρχουν κέντρα ή, καλύτερα, συμφέροντα σε παγκόσμιο επίπεδο τα οποία μεγεθύνουν το πρόβλημα και σίγουρα ορισμένοι επιστημονικοί και τεχνικοί κλάδοι ευνοούνται από αυτή την παγκόσμια ανησυχία. Συμπερασματικά, υποστηρίζουν οι σκεπτικιστές, γνωρίζουμε πολύ λίγα για τις εξελισσόμενες διεργασίες τόσο στο εσωτερικό και στην επιφάνεια του πλανήτη όσο και έξω από αυτόν.

Στις αιτιάσεις των σκεπτικιστών υπάρχουν ασφαλώς οι κατάλληλες επιστημονικές απαντήσεις με εξ’ ίσου καλά τεκμηριωμένα στοιχεία. Πιστεύω όμως ότι το θέμα δεν είναι τόσο η ανάγκη ν’ αντικρούσουμε τις αιτιάσεις των διαφωνούντων, που σε ορισμένα θέματα ίσως να έχουν και δίκαιο, όσο η απόφαση για την σταδιακή απομάκρυνση μας από την ρυπογόνα βιομηχανική παραγωγή ως απαραίτητη μετεξέλιξη του τεχνολογικού μας πολιτισμού. Είτε πιστεύουμε είτε όχι στην Κλιματική Αλλαγή το διακύβευμα της εποχής μας αλλά και των μελλοντικών γενεών είναι ο μετασχηματισμός του παρόντος οικονομικού «εσαεί» αναπτυξιακού μοντέλου σ’ ένα άλλο τρόπο βιώσιμης οικονομικής δραστηριότητας, που θα βασίζεται σε καθαρές τεχνολογίες, στην πλήρη αξιοποίηση των ΑΠΕ  και την εξοικονόμηση ενέργειας με παράλληλη ένταση της κοινωνίας της γνώσης, και όχι απαραίτητα σε μία ατέρμονα «οικονομική ανάπτυξη» με την κλασική έννοια.

Ο μέγας κίνδυνος της Κλιματικής Αλλαγής αποτελεί ασφαλώς την αφορμή και η αντιμετώπιση της την πρόκληση για την μετάβαση μας σ’ ένα νέο επίπεδο μεταβιομηχανικής δραστηριότητας η οποία θα έχει ελάχιστες ή και μηδενικές επιπτώσεις στην ισορροπία της βιόσφαιρας. Για αυτό το διακύβευμα της Κοπεγχάγης δεν είναι τόσο η κατάληξη σε μία δεσμευτική συμφωνία τώρα ή αργότερα (αυτό θα επιτευχθεί έτσι κι αλλιώς),  αλλά η απόφαση για άμεσο δράση και η απόφαση για αλλαγή του μέχρι σήμερα ακολουθούμενου προβληματικού και ξεπερασμένου μοντέλου «ανάπτυξης». Το γιατί είναι ξεπερασμένο το σημερινό αναπτυξιακό μοντέλο είναι ένα θέμα που θα μας απασχολήσει σ’ ένα προσεχές σχόλιο μας.