Παρά την αποσύνθεσή τους σε αλληλοκατηγορίες, οι συναντήσεις για την κλιματική αλλαγή της Κοπεγχάγης (COP15) συγκαταλέγονται στα γεγονότα-σταθμούς του 2009. Αρχικός σκοπός τους ήταν να εγκαθιδρύσουν μια δεσμευτική «διεθνή συμφωνία» που θα τη συνυπέγραφαν όλες οι συμμετέχουσες χώρες. Τελικά αυτό δε συνέβη. Η «συμφωνία της Κοπεγχάγης», μια ολιγόλογη διακήρυξη αρχών και δεσμεύσεων, που συντάχθηκε από μια δράκα κρατών, ήταν το μόνο απτό αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων
Παρά την αποσύνθεσή τους σε αλληλοκατηγορίες, οι συναντήσεις για την κλιματική αλλαγή της Κοπεγχάγης (COP15) συγκαταλέγονται στα γεγονότα-σταθμούς του 2009. Αρχικός σκοπός τους ήταν να εγκαθιδρύσουν μια δεσμευτική «διεθνή συμφωνία» που θα τη συνυπέγραφαν όλες οι συμμετέχουσες χώρες. Τελικά αυτό δε συνέβη. Η «συμφωνία της Κοπεγχάγης», μια ολιγόλογη διακήρυξη αρχών και δεσμεύσεων, που συντάχθηκε από μια δράκα κρατών, ήταν το μόνο απτό αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της συνόδου, οι σχολιαστές επικεντρώθηκαν σε δύο προσεγγίσεις: ανάμεσα στις γραμμές των κειμένων τους, οι μεν έλεγαν «εντάξει, δεν είναι ό,τι ελπίζαμε, αλλά ας δούμε τα θετικά και ας αξιοποιήσουμε όσο καλύτερα μπορούμε μια κακή συμφωνία». 'Αλλοι, η μεγάλη πλειοψηφία, διακήρυξαν απογοητευμένοι το καταστροφικό «ναυάγιο» της συνόδου.

Η δική μου προσέγγιση είναι διαφορετική. Ο κόσμος μας πράγματι απέτυχε, με κριτήριο τις μεγάλες ελπίδες που είχαν δημιουργηθεί, πως θα αρχίζαμε επιτέλους να αντιμετωπίζουμε έμπρακτα την κλιματική αλλαγή, αντί να φλυαρούμε ακατάπαυστα γι' αυτήν. Ο δρόμος που ακολουθούμε πράγματι δεν θα επιδοκιμαστεί από όλους, πόσο μάλλον που, όπως φαίνεται, συνεπάγεται την περιθωριοποίηση του ΟΗΕ. Κι όμως, είναι ένας δρόμος ελπιδοφόρος διότι αντανακλά τις νέες παγκόσμιες γεωπολιτικές πραγματικότητες, αντί να συνεχίζει να εθελοτυφλεί στις αλλαγές του κόσμου μας. Στη σύνταξη της συμφωνίας συνέβαλαν οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα, η Ινδία, η Βραζιλία και η Νότιος Αφρική. Αν εξαιρέσουμε τη Νότιο Αφρική, κοιτάξτε για ποιες χώρες μιλάμε: για τους τρεις ογκολίθους του αναπτυσσόμενου κόσμου σε όρους εκπομπών θερμοκηπικών αερίων, συν το μεγαλύτερο ρυπαντή του βιομηχανικού κόσμου, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Εντωμεταξύ, μια σειρά από άλλες χώρες εξέφρασαν την επιθυμία τους να συνυπογράψουν τη συμφωνία.

Αν επιθυμούμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την κλιματική αλλαγή και να αποτρέψουμε την αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας άνω των 2oC, θα χρειαστεί να ανακαινίσουμε τις διεθνείς σχέσεις. Η «συμφωνία της Κοπεγχάγης» είναι μόνο η αρχή σε αυτή την κατεύθυνση, αλλά ανοίγει το δρόμο στα επόμενα βήματα, ίσως πολύ καλύτερα από το αν υλοποιούνταν το αισιόδοξο (αλλά βραδυκίνητο) σενάριο μιας νέας διεθνούς συμφωνίας του ΟΗΕ. Αν πάρουμε στα σοβαρά τη συμφωνία της Κοπεγχάγης -και μάλιστα σύντομα- το κείμενο αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στην υπέρβαση του σημερινού αδιεξόδου, σύμφωνα με το οποίο κάθε ομάδα κρατών περιμένει από κάποιον άλλο να πάρει την πρωτοβουλία και να κάνει την πρώτη κίνηση.

Πολλά θα εξαρτηθούν από τα πόσο τολμηρές και συγκεκριμένες θα είναι οι προτάσεις στις οποίες, σύμφωνα με τους όρους της Συμφωνίας, θα προχωρήσουν οι βιομηχανικές χώρες έως τις 31 Ιανουαρίου σχετικά με τις περικοπές εκπομπών που σχεδιάζουν. Θα χρειαστεί να παρουσιάσουν ρεαλιστικά και φιλόδοξα σχέδια, όχι απλές διακηρύξεις καλών προθέσεων. Παρά τη φλυαρία τους, οι περισσότερες αναπτυγμένες χώρες έχουν να επιδείξουν στο ζήτημα της περικοπής των εκπομπών μάλλον φτωχά αποτελέσματα ως τώρα, από τα οποία ο υπόλοιπος κόσμος δικαίως δεν εντυπωσιάζεται. Ταυτόχρονα, οι αναπτυσσόμενες χώρες που επιθυμούν να προσχωρήσουν στη νέα συμφωνία θα χρειαστεί να εκπονήσουν έως τις 31 Ιανουαρίου τα δικά τους σχέδια για τις δικές τους περικοπές. Για πρώτη φορά, θα δούμε να εγκαθίσταται ένας διεθνής ελεγκτικός μηχανισμός: οι δράσεις των αναπτυσσόμενων κρατών θα χρηματοδοτούνται από τις πλούσιες χώρες, υπό διεθνή επίβλεψη.

Τι είδους διεθνές πλαίσιο θα προκύψει μεσοπρόθεσμα από όλα αυτά; Θα δούμε τις μικρές και φτωχότερες χώρες να υποφέρουν, ενώ οι μεγαλύτερες θα ακολουθούν αδιάφορα τη δική τους πορεία; Δε νομίζω πως κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο, τουλάχιστο αν η αρχιτεκτονική της Συμφωνίας λειτουργήσει, κι αν οι μικρότερες χώρες οργανωθούν για να εκπροσωπήσουν καλύτερα τα ειδικά τους συμφέροντα. Πολύ διδακτική για το μέλλον μπορεί να είναι η εξέλιξη του «παγκόσμιου οργανισμού εμπορίου» (ΠΟΕ), που ακολούθησε ανάλογη πορεία. Προβλέποντας την κατάληξη της συνόδου της Κοπεγχάγης, στο βιβλίο μου «η πολιτική της κλιματικής αλλαγής», που εκδόθηκε εδώ και εννέα μήνες συμπεριέλαβα τις παρακάτω γραμμές: «η αποτυχία του εγχειρήματος της παγκόσμιας ρύθμισης του εμπορίου επώασε μια σειρά από νέες συμφωνίες και οργανισμούς. Οι διαφορές μεταξύ των ποικίλων ομάδων κρατών και των γεωγραφικών περιφερειών αποδείχτηκε παράγων επιτυχίας, τουλάχιστο όσο και παράγων αδυναμίας. Το ίδιο θα μπορούσε να επαναληφθεί και στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής».

Αν η Συμφωνία της Κοπεγχάγης εξειδικευθεί με επιτυχία τους επόμενους λίγους μήνες, θα μπορούσε να αποδειχθεί μια συνθήκη-σταθμός· θα χρειαζόμαστε όμως παράλληλα τον πολλαπλασιασμό των διμερών και περιφερειακών συνθηκών και -ναι!- τη σύμπτυξη «συμμαχιών των προθύμων». Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα χρειάζεται να συνεχίσουν τις διμερείς τους συνομιλίες, για όσο το δυνατό πιο γενναιόδωρες περικοπές στις εκπομπές τους. Ας υποθέσουμε πως στην Κοπεγχάγη είχαμε μια δεσμευτική συμφωνία που θα την συνυπέγραφαν όλα τα κράτη-μέλη του ΟΗΕ πλην δύο, της Κίνας και των ΗΠΑ: η συμφωνία αυτή δε θα είχε σχεδόν καμία αξία, αφού οι δύο αυτές χώρες εκπέμπουν σχεδόν το 40% των παγκοσμίων θερμοκηπικών αερίων. Θα ήταν πολύ καλύτερα -όπως είναι η περίπτωσή μας!- να έχουμε μια συμφωνία μεταξύ αυτών των δύο κρατών, στην οποία θα προσχωρούσαν κι άλλοι μεγάλοι ρυπαντές, δημιουργώντας έτσι μια ομάδα κρατών πρόθυμη για διεθνή συνεργασία -και για σοβαρή αντιμετώπιση του προβλήματος.

Θα πρέπει επίσης να δούμε τη δημιουργία ενός G3. Η EE περιθωριοποιήθηκε στην Κοπεγχάγη, ως αποτέλεσμα της ιστορικής αδυναμίας της να εκφραστεί με κοινή φωνή -και δεν μπόρεσε να ακολουθήσει την ταχύτητα των εξελίξεων ενώ παίρνονταν οι αποφάσεις. Μολοταύτα, με 550 εκατομμύρια πολίτες, η ΕΕ υποχρεούται να βρεθεί στην πρώτη γραμμή των εξελίξεων. Οι εμπνευστές της Συμφωνίας κατόρθωσαν επίσης να υπερβούν την κακοφορμισμένη διαχωριστική γραμμή μεταξύ δύο υποτιθέμενα ομογενοποιημένων ομάδων αναπτυγμένων/ αναπτυσσομένων κρατών κι αυτή η εξέλιξη πρέπει να συνεχιστεί. 

Οι είκοσι μεγαλύτεροι ρυπαντές του κόσμου, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται πολλές σημαντικές βιομηχανικές χώρες, έχουν συμβάλει κατά 90% τουλάχιστο στις εκπομπές θερμοκηπικών αερίων από τις απαρχές του βιομηχανικού κόσμου, και οφείλουν να συνεργάζονται με μόνιμο και τακτικό τρόπο. Πολλά ακόμα παρόμοια νέα ξεκινήματα μπορεί να φανταστεί κανείς. Είναι προφανές πως υπάρχουν κίνδυνοι, σε κάθε προσέγγιση που δε στοχεύει στη συνυπογραφή μιας δεσμευτικής συνθήκης εκ μέρους όλων των κρατών. Αλλά υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Αυτό δε σημαίνει παραίτηση από την πολυμερή διεθνή προσέγγιση· συνεπάγεται όμως τη διαπλάτυνση και την εμβάθυνση μιας σειράς από ποικίλες μορφές διεθνούς συνεργασίας.

O Anthony Giddens είναι μέλος της βρετανικής «Βουλής των Λόρδων» και επίτιμος καθηγητής στο «London School of Economics»

(από "Police Networks"/www.ppol.gr, 13/01/2010)