Πολλά λέγονται και γράφονται τούτο τον καιρό διεθνώς για το ενδεχόμενο οικειοθελούς αποχώρησηςή και εκδίωξης της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Ωστόσο είναι εκτός πραγματικότητας. Το πρώτο ενδεχόμενοδεν είναι καν άξιο συζήτησης, γιατί κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ελληνική πολιτική δύναμη ικανή να υποστηρίξει ή να διεκδικήσει κάτι τέτοιο.Ακόμη και τα κόμματα που αντιστρατεύονται την Ευρωπαϊκή Ενωση δεν θέτουν τέτοιο ζήτημα. Ούτε καν οι δυνάμεις των άκρων ανακινούν το θέμα
Πολλά λέγονται και γράφονται τούτο τον καιρό διεθνώς για το ενδεχόμενο οικειοθελούς αποχώρησηςή και εκδίωξης της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Ωστόσο είναι εκτός πραγματικότητας. Το πρώτο ενδεχόμενοδεν είναι καν άξιο συζήτησης, γιατί κανείς δεν μπορεί να φανταστεί ελληνική πολιτική δύναμη ικανή να υποστηρίξει ή να διεκδικήσει κάτι τέτοιο.Ακόμη και τα κόμματα που αντιστρατεύονται την Ευρωπαϊκή Ενωση δεν θέτουν τέτοιο ζήτημα. Ούτε καν οι δυνάμεις των άκρων ανακινούν το θέμα.

Μετά βεβαιότητος λοιπόν θα μπορούσενα υποστηρίξει κάποιος ότι η Ελλάδα όχι μόνο δεν πρόκειται να φύγει από την ευρωζώνη, αλλά πιθανώς να ήταν η τελευταία που θα αποχωρούσε σε περίπτωση διάλυσής της.

Οι λόγοι είναι προφανείς και δεν είναι μόνον οικονομικοί, όπως ο καθένας μπορεί να υποθέσει.

Το δεύτερο ενδεχόμενο, αυτό της εκδίωξης της χώρας μας από την ευρωζώνη,είναι επίσης ανέφικτο. Η ιδρυτική πράξη της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης, η Συνθήκη του Μάαστριχτ, δεν περιλαμβάνει πρόβλεψη αποχώρησης χώρας-μέλους από την ευρωζώνη, ούτε περιγράφει σχετικές διαδικασίες. Και δεν το έκανε ακριβώς για να προστατεύσει τη συνοχή της, για να μην τη θέτει κάθε τόσο σε δοκιμασία.

Αντιθέτως, η Συνθήκη του Μάαστριχτπροέβλεψε σαφείς προϋποθέσειςκαι αυστηρά κριτήρια εισόδου στην ΟΝΕ, όπως και διαδικασίες πειθαρχίας για τις συμμετέχουσες στο ενιαίο νόμισμα οικονομίες. Ο θεσμός της επιτήρησης και της παρακολούθησηςτων οικονομιών είναι ακριβώς μηχανισμόςπειθαρχίας, και είναι αυτός που υποτίθεται εξασφαλίζει τη σταθερότητα και την ισχύ του ενιαίου νομίσματος.Υπό αυτή την έννοια, κανείς δεν μπορεί να διώξει την Ελλάδα από την ευρωζώνη. Δύνανται όμως οι ευρωπαϊκές αρχές, διά του μηχανισμού της επιτήρησης, να απαιτήσουν και να επιβάλουν δημοσιονομική πειθαρχία.

Και θα το επιχειρήσουν αν το ελληνικό πρόγραμμα σταθερότητας κριθεί ανεπαρκές,κάνοντας χρήση των δυνατοτήτων που προσφέρονται ακριβώς από τις προβλέψεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ.Στην περίπτωση αυτή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσω του υψηλού βαθμού επιτήρησης στο οποίο έχει περιέλθειη χώρα μας, δύναται να απαιτήσει την επιβολή συγκεκριμένων μέτρων, που κατά την εκτίμησή της θα καθιστούν βεβαία τη δημοσιονομική προσαρμογή. Αν τώρα η ελληνική κυβέρνηση αρνηθεί και δεν πειθαρχήσει, η παρεπόμενη πίεση των αγορών μπορείνα αποδειχθεί καταλυτική.

Αν αυξήσουν υπέρμετρα το ασφάλιστροκινδύνου ή αρνηθούν να δανείσουντο ελληνικό Δημόσιο πιθανώς να δημιουργήσουν τετελεσμένα και να διαμορφώσουν πολιτικό και οικονομικόπεριβάλλον ικανό να μεταβάλει τις συνθήκες και να προκαλέσει άλλες εξελίξεις. Αυτό όμως είναι ακραίο σενάριο,οδηγεί εμμέσως στην οικειοθελήέξοδο ή αποχώρηση από την ευρωζώνη,και όχι επειδή οι συνθήκες το προβλέπουν.

(από την εφημερίδα "ΤΟ ΒΗΜΑ", 14/01/2010)