Το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ) που υπέβαλε η κυβέρνηση έγινε καταρχήν δεκτό από το Eco/Fin, στο οποίο ο αρμόδιος Επίτροπος κος Αλμούνια δήλωσε ότι «η μοίρα μιας χώρας στη Νομισματική Ένωση αποτελεί μοίρα και των υπολοίπων χωρών». Είναι γεγονός ότι η οικονομική και κοινωνική σύγκλιση αποτελεί το βασικό στόχο της ΕΕ σύμφωνα με τις συνθήκες ίδρυσης. Όμως στην πράξη ο βασικός αυτός στόχος διαψεύδεται και απομακρύνεται καθημερινά
Το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ) που υπέβαλε η κυβέρνηση έγινε καταρχήν δεκτό από το Eco/Fin, στο οποίο ο αρμόδιος Επίτροπος κος Αλμούνια δήλωσε ότι «η μοίρα μιας χώρας στη Νομισματική Ένωση αποτελεί μοίρα και των υπολοίπων χωρών». Είναι γεγονός ότι η οικονομική και κοινωνική σύγκλιση αποτελεί το βασικό στόχο της ΕΕ σύμφωνα με τις συνθήκες ίδρυσης. Όμως στην πράξη ο βασικός αυτός στόχος διαψεύδεται και απομακρύνεται καθημερινά.

Είναι γνωστό ότι το πλαίσιο λειτουργίας της ΕΕ διαμορφώθηκε στην περίοδο απόλυτης κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού παραδίδοντας όλες τις αποφάσεις στους τεχνοκράτες των Βρυξελλών, υποβαθμίζοντας το ρόλο της πολιτικής. Ομοίως, η ΕΚΤ χτίστηκε κατ’ εικόνα της Bundesbank, δηλ. ισχυρή δέσμευση για χαμηλό πληθωρισμό, χαλαρή υπευθυνότητα για την ανάπτυξη και την απασχόληση.

Σίγουρα η Νομισματική Ένωση απαιτεί κανόνες οικονομικής συμπεριφοράς από τα μέλη της ώστε τα προβλήματα ενός μέλους να μην διαχέονται στα υπόλοιπα. Οι κανόνες αυτοί, όπως η μη υπέρβαση κάποιων ποσοστών ελλειμμάτων και δημόσιου χρέους επί του ΑΕΠ, αποβλέπουν στη σύγκλιση των οικονομιών.

Ορισμένες από τις κοινές πολιτικές της ΕΕ επενεργούν σαφώς προς το συμφέρον των ισχυρότερων μελών, αφού ανοίγουν τις αγορές των λιγότερο αναπτυγμένων μελών στα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους. Σε αντιστάθμισμα η μεταβίβαση κεφαλαίων για τη γεωργία και την περιφερειακή ανάπτυξη αποσκοπούν να εξισορροπήσουν το κόστος αυτό και να προάγουν τη συνοχή. Όμως αυτές οι μεταβιβάσεις ταυτόχρονα ωφελούν και τα πλουσιότερα μέλη γιατί επιτρέπουν στους φτωχότερους εταίρους να αγοράζουν περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες από αυτά.

Τελικά στην πράξη η ΕΕ εξακολουθεί να λειτουργεί κυρίως σαν μια ζώνη ελεύθερου εμπορίου, παρά σαν ένα σχέδιο πολυεθνικής ολοκλήρωσης. Αυτό αποδεικνύεται από τη συνύπαρξη κρατών στα οποία η σχέση του κατά κεφαλήν εισοδήματος υπερβαίνει το 1 προς 3, ενώ και στον πυρήνα της Ευρωζώνης οι αποκλίσεις διευρύνονται την τελευταία δεκαετία.

Είναι φανερό ότι για τη σύγκλιση απαιτείται η ύπαρξη ενός ισχυρού Κοινοτικού Προϋπολογισμού που θα στηρίζει ουσιαστικά την ανάπτυξη των οικονομιών και την κοινωνική συνοχή αμβλύνοντας τα φαινόμενα «asymmetric shocks» που αντιμετωπίζουν χώρες με διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης σε μια νομισματική ένωση. Τέτοιος ισχυρός προϋπολογισμός δεν υπάρχει, αφού σήμερα ανέρχεται μόλις στο 1% του ΑΕΠ των χωρών μελών.

Η χρηματοδότηση πολιτικών περιφερειακής ανάπτυξης, αγροτικής αναδιάρθρωσης και υποδομών απαιτούν τουλάχιστον διπλασιασμό των πόρων του, εάν ο στόχος της οικονομικής και κοινωνικής σύγκλισης εξακολουθεί να ισχύει. Η χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής κρίνεται απαραίτητη για την έξοδο από την κρίση. Όπως ανέφερε ο Ν. Roubini «η εμμονή στο έλλειμμα του 3% είναι σαν το αυτοκίνητο που θα έχει μια καμένη μηχανή αλλά το ρεζερβουάρ του θα είναι γεμάτο βενζίνη». Η υπέρβαση του 3% για επενδύσεις αποτελεί αναπτυξιακή διέξοδο και συμβάλλει στην ανάπτυξη και στη συγκράτηση της ανεργίας σε ποσοστά κοινωνικής συνοχής.

Στην περίπτωση που η γερμανική και η γαλλική οικονομία πράγματι ανακάμψουν σε βαθμό που να υποχρεωθεί η ΕΚΤ να αυξήσει τα επιτόκια για να αποτρέψει την αύξηση του πληθωρισμού, τότε οι οικονομίες όπως ενδεικτικά της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας θα βυθιστούν περισσότερο στην ύφεση. Ο κίνδυνος για παγίωση των δύο ταχυτήτων στην Ευρωζώνη και παράδοσης των εκτός ευρώ χωρών στην αγκαλιά του ΔΝΤ διαρκώς θα εντείνεται.

Ίσως είναι καιρός, στα πλαίσια της Ισπανικής προεδρίας, να υπάρξει απαίτηση για ουσιαστική μεταρρύθμιση του Προϋπολογισμού σε μια Ευρώπη που αλλάζει.

(από την εφημερίφα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 22/01/2010)