Ανάπτυξη και Ενέργεια Πάνε Μαζί

Την στιγμή που η κυβέρνηση ψάχνει απεγνωσμένα για δανεικά στο Πεκίνο, την Σαγκάη και στο Χονγκ-Κονγκ για να καλύψει τις ανελαστικές χρηματοδοτικές ανάγκες του δημοσίου και με τις διεθνείς χρηματαγορές να υπαγορεύουν σχεδόν τοκογλυφικά επιτόκια, το ερώτημα τίθεται πλέον για τις επιπτώσεις που θα έχει αυτή στο ΠΣΑ.
energia.gr
Πεμ, 28 Ιανουαρίου 2010 - 16:51

Την στιγμή που η κυβέρνηση ψάχνει απεγνωσμένα για δανεικά στο Πεκίνο, την Σαγκάη και στο Χονγκ-Κονγκ για να καλύψει τις ανελαστικές χρηματοδοτικές ανάγκες του δημοσίου και με τις διεθνείς χρηματαγορές να υπαγορεύουν σχεδόν τοκογλυφικά επιτόκια, (όπως φάνηκε ξεκάθαρα από την προχθεσινή δημοπρασία ομολόγων 8,0 δις. ευρώ με επιτόκιο 6,20%) το ερώτημα τίθεται πλέον για τις επιπτώσεις που θα έχει αυτή η αντιμετώπιση στην εφαρμογή του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ), που έχει υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και κατά πάσα πιθανότητα θα εφαρμοσθεί από την κυβέρνηση.

 

Όπως σημειώνουν έγκριτοι οικονομικοί κύκλοι χρειάστηκε να περάσουν τέσσερις μήνες για να ανακοινώσει η κυβέρνηση κάποια μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος και για να δεσμευτεί ότι θα πάρει και όσα ακόμη είναι αναγκαία, προκειμένου να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι του ΠΣΑ. Η αντίδραση αναλυτών και αγορών δείχνει ότι όλα αυτά έγιναν με καθυστέρηση. Ήδη έχουν περάσει σε μιαν άλλη φάση ανάγνωσης της ελληνικής πραγματικότητας και εκτίμησης για τις εξελίξεις: τα μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης θα επιβραδύνουν την ανάκαμψη της οικονομίας και τα έσοδα θα είναι λιγότερα από τα προβλεπόμενα στο ΠΣΑ. Έτσι, η κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να πάρει πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, τα οποία θα βαθύνουν ακόμη περισσότερο την ύφεση. Με άλλα λόγια, το ερώτημα που θέτουν δεν είναι τόσο το εάν η κυβέρνηση θα πάρει μέτρα (θεωρούν δεδομένο ότι θα αναγκαστεί να το πράξει υπό το φόβο μιας ενδεχόμενης χρεοκοπίας και την πίεση των ευρωπαϊκών οργάνων) αλλά εάν θα μπορέσει να σπάσει αυτόν το φαύλο κύκλο της αυτοτροφοδοτούμενης ύφεσης και της διεύρυνσης του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ.

 

Η πίεση των Βρυξελλών για δημοσιονομική πειθαρχία, μείωση των δαπανών, και κατ’ επέκταση του γιγάντιου δημόσιου τομέα της χώρας θα γίνεται αφόρητη όσο περνά ο καιρός με κίνδυνο να οδηγήσει την χώρα σε μόνιμη ύφεση με καταστροφικά για την οικονομία επακόλουθα. Η απάντηση προφανώς δεν είναι η αναστολή της δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως έσπευσαν ορισμένοι να εισηγηθούν, αφού κάτι τέτοιο μοιραία θα είχε ως συνέπεια την αύξηση των ήδη υψηλών δαπανών για τόκους και την αναβολή επ’ άπειρον των διαθρωτικών αλλαγών που η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων συμφωνούν ότι απαιτούνται εδώ και τώρα ώστε να ξεφύγει επιτέλους η οικονομία από τα χρόνια κακοδαιμονία της και επιπλέον να ισοσκελισθούν τα δημόσια οικονομικά, και μάλιστα επιτυγχάνοντας περισσότερα έσοδα από έξοδα.

 

Άρα η άμεση απάντηση θα έπρεπε να είναι ένα τολμηρό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων για την απελευθέρωση των αναπτυξιακών αποθεμάτων της ελληνικής οικονομίας και η αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων πόρων, για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Ωστόσο, το ΠΣΑ είναι απογοητευτικό σε ό,τι αφορά το αναπτυξιακό του σκέλος. Γενικόλογες εξαγγελίες για πράσινη ανάπτυξη, αόριστες υποσχέσεις για αποκρατικοποιήσεις, απελευθέρωση των αγορών και άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, που υποδηλώνουν ατολμία, ιδεολογικές αγκυλώσεις, έλλειψη σαφούς κατεύθυνσης. Το μείγμα της οικονομικής πολιτικής είναι ελλιπές. Κι αυτό που πρωτίστως του λείπει είναι η προοπτική, ένα αξιόπιστο σχέδιο που θα δημιουργεί προσδοκίες για αύξηση των εισοδημάτων, για περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας, για σπάσιμο του φαύλου κύκλου.

 

Εδώ ακριβώς έρχεται ο ενεργειακός τομέας να προσφέρει μία πραγματική διάσταση στην αναπτυξιακή προοπτική αφού και ανάγκες για νέες υποδομές υπάρχουν, και η προσθήκη νέας ηλεκτρικής ισχύος είναι απαραίτητη, και το επενδυτικό ενδιαφέρον παραμένει αμείωτο όπως δείχνουν οι χιλιάδες αιτήσεις στην ΡΑΕ για έργα ΑΠΕ αλλά και σύμφωνα με τα επιχειρησιακά προγράμματα των μεγάλων Ελληνικών και ξένων επιχειρήσεων (δηλαδή ΕΛΠΕ, ΔΕΗ, ΔΕΣΦΑ, ENEL, GDF- SUEZ, Endesa Hellas, EGL, κ.λπ.). Οι επενδύσεις στον ευρύτερο ενεργειακό τομέα, και όχι μόνο για Πράσινη Ενέργεια, που είναι σε εξέλιξη και υπό σχεδίαση, ανέρχονται σε αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως και μπορούν να δώσουν ανάσα στην οικονομία δημιουργώντας όχι μόνο απασχόληση αλλά δρώντας ως πόλος για την προσέλκυση επιπλέον επενδύσεων και σε άλλους τομείς.

 

Τόσο η υλοποίηση των στόχων του Ευρωπαϊκού 20-20-20 όσο και η προσπάθεια διαφοροποίησης του ενεργειακού μας ισοζυγίου, με στόχο την αύξηση της παραγωγής ενέργειας από εγχώριους ενεργειακούς πόρους, (ΑΠΕ, υδρογονάνθρακες και στερεά καύσιμα) προσφέρουν μία μοναδική ευκαιρία για μία νέα αναπτυξιακή προοπτική με σοβαρές επενδύσεις σε βάθος χρόνου. Γι’ αυτό επείγει η πλήρης απελευθέρωση των αγορών ηλεκτρισμού, και φυσικού αερίου και πετρελαίου και η δημιουργία συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού, απαραίτητη συνθήκη για την προσέλκυση και υλοποίηση επενδύσεων. Για αυτό η κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην επεξεργασία και λήψη συγκεκριμένων μέτρων που στόχο θα έχουν την εξομάλυνση της λειτουργίας της αγοράς ενέργειας. Φαινόμενα όπως η πρόσφατη άρνηση από την ΔΕΣΦΑ να δεχθεί φορτία LNG τρίτων στις εγκαταστάσεις της δεν βοηθούν προς αυτήν την κατεύθυνση.