Διέπραξε γκάφα ή έδειξε για μία ακόμη φορά την ασχετοσύνη της περί τα διεθνή η βαρόνη Κάθριν Αστον, η κομισάριος της ΕΕ επί των εξωτερικών και την ασφάλεια; Το ερώτημα- διόλου ρητορικό - διατυπώνεται σε διάφορα πολιτικά και γραφειοκρατικά επίπεδα στις Βρυξέλλες, διότι η βαρόνη έσπευσε χωρίς λόγο να πάρει θέση στη νέα διένεξη μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου.

Διέπραξε γκάφα ή έδειξε για μία ακόμη φορά την ασχετοσύνη της περί τα διεθνή η βαρόνη Κάθριν Αστον, η κομισάριος της ΕΕ επί των εξωτερικών και την ασφάλεια; Το ερώτημα- διόλου ρητορικό - διατυπώνεται σε διάφορα πολιτικά και γραφειοκρατικά επίπεδα στις Βρυξέλλες, διότι η βαρόνη έσπευσε χωρίς λόγο να πάρει θέση στη νέα διένεξη μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου. Ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε την περασμένη Παρασκευή ότι θα εφοδιάσει την Ταϊβάν με όπλα νεότατης τεχνολογίας και η Κίνα χαρακτήρισε την ενέργεια αυτή «απαράδεκτη επέμβαση στα εσωτερικά» της, προσθέτοντας ότι σε αντίποινα θα επιβάλει κυρώσεις σε αμερικανικές εταιρείες. Την Κυριακή, πριν καν περάσουν 24 ώρες από την κινεζική δήλωση, η λαίδη Αστον έσπευσε να χαρακτηρίσει την αντίδραση του Πεκίνου αδικαιολόγητη!

Η ΕΕ δεν έχει λόγο να ανακατευτεί σε μια διένεξη Ουάσιγκτον- Πεκίνου, η οποία φαίνεται να είναι πολύ σοβαρότερη από τις συνήθεις διακυμάνσεις στις σχέσεις των δύο χωρών. Αυτή τη στιγμή η Ευρώπη και ειδικότερα ορισμένες χώρες της όπως η Γαλλία και η Γερμανία ενδιαφέρονται να ολοκληρώσουν και να θέσουν σε ισχύ προσυμφωνίες οικονομικής αλλά και ευρύτερης φύσεως που έχουν υπογράψει με την Κίνα. «Το τελευταίο που θα θέλαμε ήταν να προκύψουν προβλήματα για τα οποία εμείς δεν έχουμε καμία ευθύνη», δήλωσε σε γερμανικό τηλεοπτικό δίκτυο στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ο ίδιος, διατηρώντας την ανωνυμία του, εξέφρασε την ανησυχία του μήπως η Κίνα επεκτείνει τις αντιδράσεις της σε κάθε τι το «αμερικανικό».

Συγκεκριμένα, μήπως αρνηθεί να μετάσχει στη διάσκεψη για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό που οργανώνει η Ουάσιγκτον το καλοκαίρι και μήπως «απαξιώσει» την προσεχή διάσκεψη των G-20 τον ερχόμενο Σεπτέμβριο. Ευρωπαϊκές τράπεζες και βιομηχανίες ανησυχούν επίσης για τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν σε βάρος τους από το ενδεχόμενο κινεζικό εμπάργκο σε αμερικανικές πολεμικές βιομηχανίες, όπως οι United Τechnologies, Lockheed Μartin κ.ά., στις οποίες έχουν συμφέροντα. Πολιτικοί αναλυτές και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού δεν κρύβουν την έκπληξή τους για την πρωτοβουλία του Λευκού Οίκου σε μια στιγμή που το άστρο της Αμερικής δεν λάμπει όσο άλλοτε, ενώ η Κίνα συγκεντρώνει το διεθνές πολιτικό και οικονομικό ενδιαφέρον, καθώς το περιοδικό «Foreign Ρolicy» προβλέπει ότι σε 30 χρόνια η οικονομία της θα φθάσει τα 123 τρισ. δολάρια!

(από την εφημερίδα «Το Βήμα», 3/2/2010)