Η απόφαση της Κυβέρνησης να μην θεσπίσει νέο φόρο για την χρηματοδότηση του ασφαλιστικού είναι τελικώς σωστή. Αφ’ ενός γιατί είναι πλήρως εναρμονισμένη με την προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής, αφ’ ετέρου διότι αναγκάζει τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης να διαχειριστούν με φειδώ και υπευθυνότητα τους υφιστάμενους πόρους.

Η απόφαση της Κυβέρνησης να μην θεσπίσει νέο φόρο για την χρηματοδότηση του ασφαλιστικού είναι τελικώς σωστή. Αφ’ ενός γιατί είναι πλήρως εναρμονισμένη με την προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής, αφ’ ετέρου διότι αναγκάζει τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης να διαχειριστούν με φειδώ και υπευθυνότητα τους υφιστάμενους πόρους.

 

Η θέσπιση φόρου σχετιζόμενου με το ασφαλιστικό σύστημα, προέκυψε από την δημόσια διαβούλευση που ξεκίνησε η νέα Κυβέρνηση για τις αλλαγές στο σύστημα συντάξεων και δεν σχετίζεται με την μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος. Τέθηκε αρχικά από τους παραγωγικού φορείς και ακολούθως έτυχε ειδικής επεξεργασίας από την Κυβέρνηση. Οι ηγεσίες των υπουργείων Οικονομικών και Εργασίας έκριναν πως υπό την σημερινή δυσμενή οικονομική συγκυρία η έκτακτη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος θα επηρέαζε την προσπάθεια περιορισμού του δημοσιονομικού ελλείμματος. Ως εκ τούτου δεν ικανοποίησαν το αίτημα των παραγωγικών φορέων και δεν συμπεριέλαβαν σχετική ρύθμιση στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

 

Ο υπουργός Οικονομικών συμμετέχοντας χθες στην συνεδρίαση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για την Αναμόρφωση του Ασφαλιστικού χαρακτήρισε ζήτημα εθνικής επιβίωσης την μη παρέκκλιση από τους στόχους του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης και απέκλεισε το ενδεχόμενο πρόσθετης χρηματοδότησης των ασφαλιστικών ταμείων το 2010. Ωστόσο, αν και αναγνώρισε πως οι φορολογούμενοι δεν πρέπει να επωμίζονται το βάρος αυτών που εισφοροδιαφεύγουν, την ίδια στιγμή άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο στο μέλλον να υπάρξει πρόσθετη φορολόγηση για την ενίσχυση του «Ασφαλιστικού Κεφαλαίου Αλληλεγγύης Γενεών», ήτοι του αποθεματικού που θα χρηματοδοτεί από το 2019 μέρος των συντάξεων.

Σήμερα το «Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών» χρηματοδοτείται από το 10% των ετήσιων εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις, το 4% των ετησίων εσόδων από το ΦΠΑ και το 10% των κοινωνικών πόρων των ταμείων. Πρόθεση της Κυβέρνησης είναι μεσοπρόθεσμα να προστεθούν στις ανωτέρω πηγές έσοδα από την φορολογία φυσικών και νομικών προσώπων, από την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας των Ταμείων, αλλά και από την φορολογία τυχερών παιγνίων και λαχείων.

 

Στην Ελλάδα τα έσοδα από άμεσους φόρους είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ανέρχονται στο 7,7% του ΑΕΠ, όταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση των «27» ο μέσος όρος είναι 13% του ΑΕΠ. Η σκέψη είναι πως ενδεχόμενη αύξηση των εσόδων από την άμεση φορολογία θα οδηγήσει σε αύξηση της χρηματοδότησης για το ασφαλιστικό σύστημα. Πάντως, όπως επεσήμανε χθες ο υπουργός Οικονομικών, στην περίοδο 2001-2009 η αύξηση των φορολογικών εσόδων ανήλθε στο 38%, όταν η αύξηση της χρηματοδότησης προς τα Ταμεία προσέγγισε το 290%.

 

Σε κάθε περίπτωση, η εύρεση πόρων για την χρηματοδότηση των ταμείων δεν αποτελεί την μεγάλη πρόκληση του ασφαλιστικού. Η ορθή διαχείριση των αποθεματικών του συστήματος είναι το ζητούμενο. Η «αφαίμαξη» των αποθεματικών από τις εκάστοτε κυβερνήσεις (άτοκες καταθέσεις στην Τράπεζα της Ελλάδας, κακές επενδύσεις στο χρηματιστήριο, δομημένα ομόλογα) οδήγησε τα ταμεία σε οικονομική ένδεια και στέρησε από το σύστημα τους αναγκαίους πόρους, ώστε να αναβαθμίσει τα παρεχόμενα επίπεδα προστασίας στους ασφαλισμένους. Ευθύνες πρέπει να αναζητηθούν για το ότι η κατάσταση αυτή δεν αποτυπώθηκε ποτέ στον Προϋπολογισμό.

 

Διαχρονικά για την στατιστική μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος το πλεόνασμα των ασφαλιστικών ταμείων παρουσιάζεται αυξημένο. Αλλά στον Προϋπολογισμό εγγράφονται υποχρεώσεις που καταβάλλονται στα ταμεία ακόμη και μετά από δέκα χρόνια ή αντιλογίζονται μεταξύ δημοσίων φορέων. Επομένως η εικόνα που παρουσιάζεται δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ακόμη, η ετήσια κρατική επιχορήγηση προς το ΙΚΑ ανέρχεται σε 2,6 δισ. ευρώ και η καταβολή της γίνεται πάντα καθυστερημένα. Υπολογίζεται ότι συνολικά τα χρέη του Ελληνικού Δημοσίου προς το ΙΚΑ, προσεγγίζουν τα 9 δισ. ευρώ, ενώ μόνο για την περίοδο 2001 – 2006 τα χρέη του Δημοσίου ανέρχονται σε 4,6 δισ. ευρώ.

 

Στο πόρισμα της Επιτροπής για την Αξιοπιστία των Δημοσιονομικών Στοιχείων που κατατέθηκε προχθές στην Βουλή αναφέρεται ότι η συνεχής καταγραφή θετικών στατιστικών δεδομένων στα ασφαλιστικά ταμεία υποδηλώνει, είτε συστηματική υπερεκτίμηση του λειτουργικού πλεονάσματός τους, είτε συστηματική υποεκτίμηση των τοποθετήσεων τους σε χρηματοπιστωτικά μέσα, είτε συστηματική υπερεκτίμηση των υποχρεώσεων τους.

 

Η επαγγελματική διαχείριση των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων θα έδινε λύση στο πρόβλημα. Υπουργική Απόφαση που είχε εκδώσει πέρυσι η πρώην υπουργός Απασχόλησης κ. Φάνη Πάλλη-Πετραλιά προέβλεπε την πρόσληψη συμβούλων επενδύσεων στα ασφαλιστικά ταμεία. Με την εν λόγω απόφαση καθορίζοντο οι αρχές λειτουργίας των συμβούλων επενδύσεων, με βασικούς στόχους την καλύτερη δυνατή εκμετάλλευση της περιουσίας των ταμείων και την επίτευξη επενδυτικών στόχων με καθορισμό των επιθυμητών στοιχείων επενδυτικού χαρτοφυλακίου και παρακολούθηση παραμέτρων απόδοσης και κινδύνου. Η πρωτοβουλία αυτή έχει εγκαταλειφθεί σήμερα. Αντ’ αυτού η Κυβέρνηση προτείνει την κοινή διαχείριση των αποθεματικών των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, κάτι που στο παρελθόν έχει αποδειχθεί μη επωφελές.

 

Η υφιστάμενη δημοσιονομική κατάσταση απαιτεί σοβαρή διαχείριση των αποθεματικών των ταμείων και κυρίως ριζική περικοπή της σπατάλης. Διότι όσοι νέοι πόροι και εάν προβλεφθούν, όσοι έκτακτοι φόροι και εάν επιβληθούν, εάν οι δαπάνες διατηρηθούν στα ύψη το σύστημα θα καταρρεύσει.