Βροχή προειδοποιήσεων δείχνει στη Μέρκελ και στην ηγεσία της χώρας συνολικά ότι η στρατηγική αντιμετώπισης της Κρίσης με άξονα την εθνική περιχαράκωση και την πεποίθηση ότι η Γερμανία έχει διασφαλίσει καλύτερη θέση στους νέους συσχετισμούς που θα διαμορφωθούν στην Ε.Ε την επόμενη μέρα της εξόδου από την Κρίση είναι αδιέξοδη
Βροχή προειδοποιήσεων δείχνει στη Μέρκελ και στην ηγεσία της χώρας συνολικά ότι η στρατηγική αντιμετώπισης της Κρίσης με άξονα την εθνική περιχαράκωση και την πεποίθηση ότι η Γερμανία έχει διασφαλίσει καλύτερη θέση στους νέους συσχετισμούς που θα διαμορφωθούν στην Ε.Ε την επόμενη μέρα της εξόδου από την Κρίση είναι αδιέξοδη:

- Πρώτον στη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών την περασμένη Πέμπτη ο μεν Σαρκοζί κατεγράφη ως ο έχων την πρωτοβουλία κινήσεων για την υπεράσπιση της Ευρωζώνης η δε Μέρκελ να σύρεται προσπαθώντας απλά να απαλύνει το κόστος της εγγύησης της αξιοπιστίας και της σταθερότητας του Κοινού Νομίσματος.

- Δεύτερον τα στατιστικά στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα την Παρασκευή δείχνουν τη Γερμανία σε φάση στασιμότητας και τη Γαλλία να παρουσιάζει ανάπτυξη 0,6%. Με άλλα λόγια η αναθέρμανση της ζήτησης που προώθησε ο Σαρκοζί αποδεικνύεται πιο αποτελεσματικά από τη δογματική προσήλωση της Μέρκελ στη με κάθε θυσία, κυρίως με συμπίεση του κόστους εργασίας, πριμοδότηση των εξαγωγών.

Η υπερβολική αυτοπεποίθηση στη δυνατότητα μιας κατά κύριο λόγο εξαγωγικής Οικονομίας να βγει με μικρό κόστος από την Κρίση, είναι προφανώς στη βάση της εθνικής περιχαράκωσης του Βερολίνου. Αν η εμμονή αυτή συνεχισθεί, πρώτον ουδείς μπορεί να εγγυηθεί την έγκαιρη απόδοση της και δεύτερον το ενδοευρωπαϊκό πολιτικό κόστος δεν προβάλλει απλά και μόνο ως απαγορευτικό αλλά ως συνώνυμο διαμόρφωσης ενός ευρύτατου μετώπου δυσαρεστημένων.

Παρά την περιοριστική υλοποίηση της ΟΝΕ που επέβαλε η Γερμανία το ευρωπαϊκό ηγεμονικό της κύρος ήταν αδιαμφισβήτητο στην πλειοψηφία των εταίρων της:

- Ήταν σταθερά προσηλωμένη στην ενίσχυση της πολιτικής συνοχής όπως το πιστοποιούν τόσο το Ντοκουμέντο Λάμερς του 1994 όσο και η ομιλία Φίσερ την άνοιξη του 2000 στο Βερολίνο: Το Ομοσπονδιακό Όραμα του Βερολίνου ήταν για τις μικρές αλλά και τις μεσαίες δυνάμεις της Ε.Ε πολύ πιο ελκυστικό από τα διμερή γαλλογερμανικά η και πολυμερή ευρωπαϊκά διευθυντήρια στην βάση της διακρατικής συνεργασίας που πρότεινε το Παρίσι.

- Κατά δεύτερο λόγο ο οικονομικός δυναμισμός της Γερμανίας παρά το σοκ του κόστους της ενοποίησης στη δεκαετία του 90 -συντηρούσε την βεβαιότητα στους εταίρους του Βερολίνου ότι θα λειτουργεί όχι μόνον σαν ατμομηχανή της συνολικής ευρωπαϊκής ανάπτυξης αλλά και πρωταγωνιστής στην διαμόρφωση μιάς Ηπειρωτικής Οικονομίας στην Γηραιά Ήπειρο.

Η σημερινή εικόνα της Γερμανίας βρίσκεται στους αντίποδες των παραπάνω προσδοκιών:

- Πρώτον μετά το 2005 εγκατέλειψε σταδιακά κάθε φιλοδοξία και όραμα για ενίσχυση της πολιτικής συνοχής με αποκορύφωμα την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου πέρσι το καλοκαίρι σύμφωνα με την οποία κάθε θεσμικό ευρωπαϊκό βήμα πέραν της Συνθήκης της Λισαβόνας για να ισχύσει στην χώρα θα χρειάζεται Συνταγματική Μεταρρύθμιση.

- Δεύτερον με την συμπίεση των μισθών και την περιοριστική καταναλωτική πολιτική στο όνομα της πριμοδότησης των εξαγωγών η Γερμανία όχι μόνον δεν μπορεί να απορροφήσει εξαγωγές των εταίρων της αλλά επιπλέον τις ανταγωνίζεται σκληρά στις εξαγωγές εκτός Ε.Ε.

Χωρίς ηγετικό ρόλο στην πολιτική ενοποίηση και χωρίς να μπορεί να λειτουργήσει ως η ατμομηχανή που θα σύρει συνολικά την Ε.Ε πίσω στην Ανάπτυξη και με μόνο ευρωπαϊκό λόγο την επιστροφή στις πειθαρχίες του Συμφώνου Σταθερότητας η Γερμανία είκοσι χρόνια μετά από την ενοποίηση κινδυνεύει να βρεθεί απέναντι σε όλους τους εταίρους της.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ", 16/02/2010)