Ακούμε στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, σε πολλούς σταθμούς, εκπομπές ειδησεογραφικές και ενημερωτικές, καθώς και αναλύσεις, πολιτικές και οικονομικές και διαπιστώνουμε ότι δεν είναι λίγες οι παρεκτροπές, ούτε λίγα τα λάθη στη γλώσσα. Τα λάθη είναι και εννοιολογικά και γραμματικά. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται σε μικρότερη έκταση και στα έντυπα, εφημερίδες και περιοδικά.

Ακούμε στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, σε πολλούς σταθμούς, εκπομπές ειδησεογραφικές και ενημερωτικές, καθώς και αναλύσεις, πολιτικές και οικονομικές και διαπιστώνουμε ότι δεν είναι λίγες οι παρεκτροπές, ούτε λίγα τα λάθη στη γλώσσα.

Τα λάθη είναι και εννοιολογικά και γραμματικά. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται σε μικρότερη έκταση και στα έντυπα, εφημερίδες και περιοδικά.

Εκ πρώτης όψεως θα μπορούσε να πει κανείς ότι η παρατήρηση αυτή φανερώνει γκρίνια ή είναι εκζήτηση και ότι αποτελεί πολυτέλεια μέσα στα τόσα προβλήματα, τα σοβαρά, που αντιμετωπίζουμε ο κόσμος και ο τόπος. Κι όμως τα λάθη και οι παρεκτροπές της γλώσσας μπορούν να αλλοιώσουν και το περιεχόμενο, μπορούν να δημιουργήσουν σύγχυση, καθώς δεν αποδίδονται με ακρίβεια οι έννοιες και, κατά κάποιον τρόπο, χάνεται ο πλούτος της γλώσσας.

Μια πρόχειρη και εύκολη εκτίμηση είναι, να αποδοθούν οι παρεκτροπές και τα λάθη στην προχειρότητα και στη βιασύνη. Με μια άλλη ματιά όμως μπορούμε να πούμε ότι αποκαλύπτεται πολλές φορές ίσως έλλειψη γνώσεων και πλημμελής μόρφωση. Κι ακόμη ότι η συνήθεια και η επανάληψη μπορούν να επιφέρουν βλάβες, ενδεχομένως ανήκεστες στη γλώσσα και στις έννοιες.

Το πρόβλημα έχει, βεβαίως, και την πολιτική του διάσταση και την πολιτιστική πλευρά του καθώς έχει να κάνει με την παιδεία και με τον ρόλο που παίζουν (και έχουν) τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ευρύτερα στον τομέα της παιδείας και στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης.

Ακούμε συνεχώς και διαβάζουμε πολλές φορές για τις πολιτικές της κυβέρνησης ή για τις πολιτικές στην οικονομία ειδικότερα. Μα η κυβέρνηση έχει (ή οφείλει να έχει ή υποτίθεται ότι έχει) μια πολιτική γενικώς και εξειδικεύεται αυτή η πολιτική σε επιμέρους τομείς· δεν μπορεί να είναι πολλές οι πολιτικές. Η πολιτική είτε της κυβέρνησης είτε των κομμάτων έχει μορφές σε επιμέρους τομείς και μέσω αυτών των μορφών μπορεί να εκφραστεί στον πληθυντικό. Το ίδιο ισχύει και για τις πρακτικές ή τις συμπεριφορές ή τις λογικές, που ακούμε να χρησιμοποιούνται: μία είναι η πρακτική, η συμπεριφορά, η λογική με τις μορφές που μπορεί να πάρει σε τομείς ή με τρόπους.

Λέγεται ή γράφεται η φιλοσοφία για μέτρα που εξαγγέλλονται ή για νομοσχέδια, ακόμα και για το ποδόσφαιρο ή για τον προπονητή μιας ομάδας. Και εννοείται, μάλλον, η λογική των μέτρων κ.λπ. ή το σύστημα του προπονητή. Μπορεί κανείς να φανταστεί τον Μπέρτραντ Ράσελ στον πάγκο ομάδας ποδοσφαίρου ή μπάσκετ;

Συχνά ακούμε και διαβάζουμε π.χ. για 100 περίπου γραμμάρια, για 30 περίπου βαθμούς, για 200 περίπου άτομα, για 15 περίπου ημέρες. Το περίπου, βεβαίως, ανταποκρίνεται στους αριθμούς που χρησιμοποιούνται και όχι στα γραμμάρια κ.λπ., όπως λανθασμένα γράφεται ή λέγεται διότι δεν υπάρχουν περίπου γραμμάρια, περίπου βαθμοί, περίπου άτομα...

Σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα δεν είναι δυνατόν να βρισκόμαστε π.χ. στο 24ο με 25ο λεπτό, όπως μεταδίδεται, αλλά πολύ απλά είμαστε στο 25ο λεπτό. Δεν λέει κανείς από το 0 στο πρώτο λεπτό, ούτε ποτέ λέει κανείς στο 2000 με 2001 έτος. Είναι το πρώτο λεπτό και το 2001, αντιστοίχως.

Ούτε στέκει στα μαθηματικά το 0%, διότι το 0 είναι απόλυτο και όταν το λες ή το γράφεις 0% είναι διαίρεση του 0 με το 100.

Μια άλλη έκφραση, δημοφιλής κυρίως σε αθλητικές εκπομπές, είναι το δεν έχει (ή έχει) ψυχολογία και αναφέρεται σε ποδοσφαιρική ομάδα που έχει πεσμένο (ή ανεβασμένο) ηθικό. Η ψυχολογία, δηλαδή η επιστήμη, αντικαθιστά, πάντως, με άνεση την κατάσταση.

Συχνά ακούμε ότι κυριολεκτικά μας ξεζούμισαν, ότι κυριολεκτικά μας πέθαναν, ότι κυριολεκτικά τον εξόντωσε στη δουλειά. Προφανώς, δεν ανακοινώνεται κανένα έγκλημα, απλώς η έμφαση που θέλουν να δώσουν οδηγεί στην υπερβολή και, τελικώς, στην αστειότητα.

Όταν μας λένε, γραπτώς ή προφορικώς, ότι συνευρέθησαν στο ίδιο τραπέζι κάποιοι, θέλουν βεβαίως να πουν ότι βρέθηκαν και έφαγαν μαζί αυτοί στους οποίους αναφέρονται και όχι ότι έκαναν έρωτα στο τραπέζι!

Επίσης συχνά ακούμε και διαβάζουμε για κοινή συνισταμένη μεταξύ της πολιτικής του ενός και του άλλου προσώπου, για τις προσπάθειες διαφόρων, για τις τάσεις κ.λπ. Η συνισταμένη είναι, στα μαθηματικά, το άθροισμα δύο ή περισσοτέρων ανυσμάτων και αφ' εαυτής είναι κοινή στα ανύσματα. Περιττεύει ο προσδιορισμός κοινή, γι' αυτό και είναι λάθος. Μπορεί όμως να υπάρχει κοινή συνιστώσα δύο μεγεθών, αλλά όχι συνισταμένη.

Το απόψε το βράδυ, που ακούμε, θέλει να πει πολύ απλά απόψε, δηλαδή σήμερα το βράδυ. Το απόψε εμπεριέχεται στο βράδυ κι αυτό που λέγεται είναι πλεονασμός.

Χρησιμοποιείται συχνά η λέξη τραπεζίτης και με τον όρο αυτό γίνεται αναφορά στον επικεφαλής μιας τράπεζας, π.χ. διοικητής ή πρόεδρος του Δ.Σ. της τράπεζας. Ο τραπεζίτης όμως είναι ο ιδιοκτήτης της τράπεζας, ο οποίος μπορεί να μην είναι και διοικητής. Ο τελευταίος διορίζεται ή εκλέγεται και, συνήθως, δεν είναι και ιδιοκτήτης.

Το τηλεφώνημα έχει εξαφανιστεί μάλλον από την καθημερινή χρήση και έκφραση της γλώσσας. Ακούμε και λέμε συχνά κάνε ένα τηλέφωνο ή πήρε τηλέφωνο, ενώ φυσικά το τηλέφωνο είναι η συσκευή, την οποία ούτε κάνουμε ούτε παίρνουμε.

Όλο και συχνότερα ακούμε και διαβάζουμε για τα κόστη. Μα το κόστος δεν έχει πληθυντικό και ο ενικός, το κόστος, αναφέρεται παντού και καλύπτει όλα τα πράγματα, από ένα έως πολλά, π.χ. το προϊόν, τα προϊόντα.

Φαίνεται ότι ένα νέο ρήμα έχει κατασκευαστεί στη γλώσσα, το συνδράμω. Είναι γνωστό ότι το συνέδραμον ή συνέδραμα είναι ο αόριστος του συντρέχω. Κι, όμως, χρησιμοποιείται συχνά και ως ενεστώς (δυστυχώς ακούστηκε και από αρχαιολόγο στο ραδιόφωνο).

Ταλαιπωρούνται ορισμένα ρήματα, όπως το ανάγω, κατάγω, υπάγω κ.λπ., καθώς ακούμε τον παρακείμενό τους να τον λένε έχω ανάγει, έχω κατάγει, έχω υπάγει αντί του έχω αναγάγει, καταγάγει, υπαγάγει κ.λπ.

Και, πάντως, είναι αντιαισθητικό να λες θα υπάρξει συνάντηση, αντί του απλού και ωραίου θα συναντηθούν...

Ο πρωθυπουργός συχνά μας λέει στις ομιλίες του χαίρομαι ότι και λυπούμαι ότι, όπως το ίδιο έκανε και ο αείμνηστος πατέρας του. Αλλά τα ρήματα αυτά δεν συντάσσονται με τον σύνδεσμο ότι. Μήπως είναι μετάφραση, π.χ. από τα αγγλικά, αυτό που χρησιμοποιεί ο πρωθυπουργός;

Ακούγοντας το ανεξαρτήτου ηλικίας ή ανεξαρτήτου με γενική θηλυκού μάλλον ανατριχίλα αισθανόμαστε. Θέλουν αυτοί που το λένε να αποφύγουν το ανεξαρτήτως, που είναι καθαρεύουσα και κάνουν λάθος, που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με τίποτα.

Ακούμε επίσης συχνά να αναφέρονται στην πλατεία Βάθη, που είναι λάθος, διότι η περιοχή είναι Βάθη και η γενική είναι της Βάθης. Δεν πήρε το όνομα η πλατεία από κανέναν Βάθη, άνδρα.

Συνεχίζοντας την παράθεση παρεκτροπών και λαθών μπορούμε να αναφερθούμε στις γενικές που ακούγονται, της Ατλάντα, της Σαχάρα, του Μέξικο, ενώ οι ονομασίες αυτές (κι άλλες) κλίνονται στην ελληνική γλώσσα και είναι της Ατλάντας, της Σαχάρας, του Μεξικού.

Ο κατάλογος, φυσικά, δεν τελειώνει. Έγινε ενδεικτική παράθεση ή κάποια σταχυολόγηση. Το πρόβλημα παραμένει και χρειάζεται διόρθωση. Πρωτίστως απαιτείται βούληση τόσο από την Πολιτεία, η οποία μάλιστα έχει προσθέσει στο όνομα του υπουργείου Παιδείας και τη Διά Βίου Μάθηση, όσο και από φορείς σχετικούς με τους δημοσιογράφους και την ενημέρωση, όπως η ΕΣΗΕΑ και το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Εννοείται ότι η διόρθωση δεν έχει καμία σχέση με τη λογοκρισία και την επέμβαση στην ελευθερία της έκφρασης. Είναι κάποιοι στοιχειώδεις κανόνες και κατά πόσον τηρούνται ή εφαρμόζονται είναι τελικώς πρόβλημα παιδείας και πολιτισμού.

(από την εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», 18/2/2010)