Στις 12 Ιουλίου του 200, λίγους μήνες μετά την εκλογή του ως προέδρου της Ρωσίας, ο Ντίμτρι Mεντβέντεφ παρουσίασε το πρώτο του σημαντικό έγγραφο που αναφερόταν στη ρωσική εξωτερική πολιτική για θέματα ασφάλειας με τίτλο «Foreign Policy Concept of the Russian Federation» (1). Αμέσως μετά τη ρωσο-γεωργιανή κρίση του Αυγούστου του 2008, ο Medvedev παρουσίασε και το δεύτερο έγγραφο που αναφερόταν στις τροποποιημένες πλέον βασικές αρχές της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής για θέματα ασφάλειας
Στις 12 Ιουλίου του 200, λίγους μήνες μετά την εκλογή του ως προέδρου της Ρωσίας, ο Ντίμτρι Mεντβέντεφ παρουσίασε το πρώτο του σημαντικό έγγραφο που αναφερόταν στη ρωσική εξωτερική πολιτική για θέματα ασφάλειας με τίτλο «Foreign Policy Concept of the Russian Federation» (1).

Αμέσως μετά τη ρωσο-γεωργιανή κρίση του Αυγούστου του 2008, ο Medvedev παρουσίασε και το δεύτερο έγγραφο που αναφερόταν στις τροποποιημένες πλέον βασικές αρχές της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής για θέματα ασφάλειας.

Το Σεπτέμβριο του 2008 ενέκρινε την εφαρμογή μιας συγκεκριμένης στρατηγικής για την περιοχή της Αρκτικής, ενώ το Μάιο του 2009 επικύρωσε την πρώτη «Εθνική Στρατηγική Ασφάλειας» της Ρωσίας.

Πρόσφατα και έπειτα από αλλεπάλληλες καθυστερήσεις, η Ρωσία δημοσίευσε το νέο της «Στρατιωτικό Δόγμα» (New Russian Military Doctrine), που αποτελεί τον τρίτο στυλοβάτη της ρωσικής πολιτικής ασφάλειας, μετά τη «στρατηγική» και την «εξωτερική πολιτική».

Επίσης, ο Ρώσος πρόεδρος υπέγραψε το κείμενο, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη, αναφορικά με «τις αρχές της ρωσικής πολιτικής για την προληπτική χρήση των πυρηνικών όπλων έως το 2020». Η ημερομηνία δημοσίευσης του νέου δόγματος (5 Φεβρουαρίου 2010) θεωρείται συμβολική, καθώς συνέπεσε με την έναρξη της «46ης Διάσκεψης για την Ασφάλεια» που πραγματοποιήθηκε στο Μόναχο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ρόλος των πυρηνικών όπλων παρουσιάζεται πλέον «ελάχιστα περιορισμένος» σε σχέση με το παρελθόν, καθώς υιοθετήθηκαν αυστηρότερα κριτήρια για τη λήψη της απόφασης χρησιμοποίησής τους. Το γεγονός αυτό έρχεται σε αντίθεση τόσο με τις εκτιμήσεις των διεθνών γεωστρατηγικών αναλυτών όσο και με τις δηλώσεις του γραμματέα του ρωσικού Συμβουλίου Ασφάλειας Nικολάι Πατρούσεφ σε συνέντευξη που παραχώρησε τον Οκτώβριο του 2009.

Συγκεκριμένα, στην εν λόγω συνέντευξη ο Ρώσος αξιωματούχος άφησε να εννοηθεί ότι «η Μόσχα σχεδίαζε να αναβαθμίσει το μελλοντικό ρόλο των πυρηνικών της όπλων και να εκχωρήσει τη χρήση τους ακόμη και σε τοπικές συγκρούσεις». Σε κάθε περίπτωση το τελικό αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται ως «συγκρατημένα θετικό» και τώρα η Μόσχα αναμένει ανάλογη κίνηση από την Ουάσιγκτον.

Το νέο «Στρατιωτικό Δόγμα» της Ρωσίας, όπως και το προηγούμενο της χρονικής περιόδου 2000-2010, εκχωρεί τη χρήση πυρηνικών όπλων μόνο σε «περιφερειακές συγκρούσεις» και σε «μεγάλης κλίμακας πολέμους».

Επιπρόσθετα, τα πυρηνικά όπλα χαρακτηρίζονται ως «σημαντικός παράγοντας αποτροπής πυρηνικών συγκρούσεων αλλά και συγκρούσεων με συμβατικά όπλα». Αφήνει όμως ανοικτό το ενδεχόμενο της κλιμάκωσης μιας σύγκρουσης και τη μετάπτωσή της από «συμβατική περιφερειακή» σε «πυρηνική περιφερειακή».

Γενικά, ο ρόλος των πυρηνικών όπλων της Ρωσίας διατηρείται αποκλειστικά στο «στρατηγικό επίπεδο» και δεν φαίνεται ορατός ούτε στο «επιχειρησιακό» αλλά ούτε και στο «τακτικό επίπεδο». Επίσης, όπως και με το προηγούμενο στρατιωτικό δόγμα έτσι και με τη νέα έκδοσή του, η Ρωσία διατηρεί το δικαίωμα χρήσης πυρηνικών όπλων σε περιπτώσεις που θα δεχθεί επίθεση με:

- Πυρηνικά Οπλα (Nuclear Weapons).

- Οπλα Μαζικής Καταστροφής (Weapons of Massive Destruction - WMD).

- Συμβατικά Οπλα (Conventional Weapons).

Οπως προαναφέρθηκε, η σημαντικότερη αλλαγή του νέου δόγματος εντοπίζεται στα αυστηρότερα κριτήρια, που απαιτούνται για την εκχώρηση χρήσης των πυρηνικών όπλων. Ενώ η προηγούμενη έκδοση προέβλεπε τη χρήση πυρηνικών όπλων σε «καταστάσεις κρίσιμες για την εθνική ασφάλεια της Ρωσίας», η νέα έκδοση προβλέπει αντίστοιχη χρήση σε «καταστάσεις κατά τις οποίες η Ρωσία τελεί υπό απειλή».

Πέρα από την αναφορά στα πυρηνικά όπλα, το νέο δόγμα δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις συμβατικές δυνάμεις, στα υψηλής ακρίβειας όπλα, στα C4I συστήματα (Command, Control, Communication, Computer and Intelligence) και γενικά στα οπλικά συστήματα που παραδοσιακά η Ρωσία υστερούσε έναντι των ΗΠΑ.

Η τελική διαμόρφωση της έκδοσης του νέου στρατιωτικού δόγματος καταδεικνύει ότι η Μόσχα:

- Ελαβε σοβαρά υπ' όψιν της την παγκόσμια κατάσταση ασφάλειας και τις πιθανές μείζονες προκλήσεις και απειλές, που πιθανόν θα κληθεί να αντιμετωπίσει την επόμενη δεκαετία.

- Επιδιώκει την υιοθέτηση δυτικών προτύπων στη χρήση των αμυντικών της δυνάμεων. Ως εκ τούτου, είναι πιθανόν το επόμενο χρονικό διάστημα να καταβληθεί προσπάθεια προκειμένου οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις να μειωθούν σταδιακά, αλλά ταυτόχρονα να αυξήσουν την ευελιξία τους και την επιχειρησιακή τους δυνατότητα.

- Ανησυχεί για την πιθανή δημιουργία της «αντιβαλλιστικής ασπίδας» της ανατολικής Ευρώπης, η οποία θα μπορούσε να ελέγξει την πτητική δραστηριότητα των ρωσικών μαχητικών αεροσκαφών και τις εκτοξεύσεις των βαλλιστικών βλημάτων εδάφους-εδάφους (συμβατικών ή και πυρηνικών), παρότι η Ουάσιγκτον ισχυριζόταν ότι σκοπός της ανάπτυξής της ήταν καθαρά αμυντικός και προσανατολισμένος στο μελλοντικό βαλλιστικό οπλοστάσιο του Ιράν.

- Προβληματίζεται από την πιθανή μελλοντική εισαγωγή της διεθνούς τρομοκρατίας εντός της επικράτειάς της.

- Τέλος, ανησυχεί για την επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς και ως εκ τούτου επιδιώκει τη δημιουργία μιας «αμυντικής ζώνης» (Buffer Zone), από τα δυτικά της σύνορα μέχρι τον Καύκασο, εντός της οποίας συμπεριλαμβάνεται η Ουκρανία και η Γεωργία. Η μεν Ουκρανία ειδικά ως μελλοντική χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να επηρεάσει την ασφαλή ροή του ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, η δε Γεωργία ήδη αποτελεί πύλη των υδρογονανθράκων της Κασπίας προς τη Δύση, μέσω του αγωγού πετρελαίου Baku-Tbilisi-Ceyhan (BTC) και του αγωγού φυσικού αερίου Baku-Tbilisi-Erzerum (SCP).

Η προέκταση του SCP προς την Ελλάδα, τα Βαλκάνια και την Ιταλία θα σηματοδοτούσε την έναρξη μιας περιόδου ανταγωνισμού, μεταξύ του αζέρικου και του ρωσικού φυσικού αερίου, που θα έδινε τη δυνατότητα στην Ευρώπη να αποδεσμευτεί μερικώς από το ρωσικό ενεργειακό μονοπώλιο, διαπραγματευόμενη αφενός καλύτερες τιμές και εξασφαλίζοντας αφετέρου συνεχή παροχή φυσικού αερίου.

(ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, ταξίαρχος Πολεμικής Αεροπορίας ε.α., πτυχιούχος της Σχολής Πολέμου και του Centre Etude Diplomatique et Strategie και έχει διατελέσει γεωστρατηγικός αναλυτής του ΓΕΕΘΑ ( www.geostrategy.gr ).

(1)http://www.geostrategy.gr/pdf/Foreign%20Policy%20Concept%20of%20the%20Russian%20Federation%20200807129A.pdf

(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ", 18/01/2010)