Στις 28 Ιανουαρίου, η Goldman Sachs φιλοξένησε ομάδα δέκα εκπροσώπων ξένων hedge funds στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία στην Πλατεία Συντάγματος. Το δείπνο στην οροφή του ξενοδοχείου παρείχε μια υπέροχη θέα με φόντο την Ακρόπολη και οι πελάτες του ομίλου είχαν την ευκαιρία να μιλήσουν για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας – και να πλουτίσουν από αυτό.

Στις 28 Ιανουαρίου, η Goldman Sachs φιλοξένησε ομάδα δέκα εκπροσώπων ξένων hedge funds στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία στην Πλατεία Συντάγματος. Το δείπνο στην οροφή του ξενοδοχείου παρείχε μια υπέροχη θέα με φόντο την Ακρόπολη και οι πελάτες του ομίλου είχαν την ευκαιρία να μιλήσουν για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας – και να πλουτίσουν από αυτό.

Τα γεγονότα έκτοτε οδήγησαν πολλούς από αυτούς στο να κερδίσουν εκατομμύρια. Υπήρξε όμως και το κόστος. Το εν λόγω δείπνο και η σειρά επαφών που διήρκησε δύο ημέρες αποτελούν μια από τις αφορμές για τη δριμεία πολιτική κριτική ενάντια στα ισχυρά στελέχη των αγορών χρέους.

Οι κερδοσκόποι και τα hedge funds τελούν υπό επίθεση από τους πολιτικούς και τις ρυθμιστικές αρχές εκατέρωθεν του Ατλαντικού ωκεανού, οι οποίοι τους κατηγορούν για την επιδείνωση της ελληνικής κρίσης. Οι αιτιάσεις αυτές έχουν βάση, αν αναλογιστεί κανείς το ειδικό βάρος των καλεσμένων της Goldman στη συνάντηση του Ιανουαρίου: Πιο σημαντικοί από όλους ήταν οι δύο εκπρόσωποι της Paulson & Co, του hedge fund αξίας 32 δις δολαρίων το οποίο πλούτισε από την κατάρρευση της αγοράς ακινήτων στις ΗΠΑ το 2008.

Τα συμφέροντα αυτά προχώρησαν σε ένα καλά υπολογισμένο στοίχημα, το οποίο δεν ξεκίνησε τον Ιανουάριο, αλλά μήνες πριν. Ισχυρίζονται ότι στην πραγματικότητα βοήθησαν την ελληνική κυβέρνηση και τις ευρωπαϊκές τράπεζες, όταν το 2009 αγόρασαν μεγάλες ποσότητες ασφάλιστρων για το ελληνικό χρέος, αναμένοντας ότι σύντομα οι αγορές θα αντιλαμβάνονταν τα προβλήματα και θα στρέφονταν στη συγκεκριμένη αγορά.

Μέχρι πρόσφατα το κόστος της εξασφάλισης αυτής ήταν χαμηλό και λίγοι προέβλεπαν μια πτώχευση. Μέχρι την κρίση του 2008, τα CDS για το ελληνικό χρέος αγοράζονταν με πολύ μικρό κόστος. Τα funds όμως εμπορεύονταν τα CDS δίχως να κατέχουν τα αντίστοιχα ομόλογα και το 2009 δεν περίμεναν να επωφεληθούν από μια πτώχευση της Ελλάδας.

«Όλα αφορούν τις τράπεζες», τονίζει ένας από τους προσκεκλημένους στη Μεγάλη Βρετανία. «Το θέμα είναι ότι ήταν απελπισμένοι να εξασφαλιστούν έναντι της έκθεσης στα ελληνικά ομόλογα. Αυτή η απελπισία είναι που οδηγεί ψηλά τα spreads. Ενώ εμείς είμαστε πωλητές. Ωθούμε τα πράγματα χαμηλά».

Τα funds προέβλεψαν ότι αν η οικονομική κατάσταση της χώρας επιδεινωθεί, τότε οι κάτοχοι των 300 δις δολαρίων σε ελληνικά ομόλογα θα στρέφονταν προς την εξασφάλιση και τα CDS ή θα τα πωλούσαν. Έχοντας εξασφαλίσει φθηνή εξασφάλιση, τα funds θα ήταν σε θέση να αγοράσουν τα ομόλογα σε καλές τιμές και να πουλήσουν ασφάλιση στις πανικόβλητες τράπεζες.

Πηγές των Financial Times αναφέρουν ότι οι επιχειρήσεις εξασφάλισης των τραπεζών, γνωστές ως CVA desks, οι οποίες ασχολούνται με τη διαχείριση ρίσκου, παρά με την εμπορία περιουσιακών στοιχείων, είναι οι μεγαλύτεροι αγοραστές των ελληνικών CDS και ο λόγος για τη διεύρυνση των spreads.

Σύμφωνα με τη Citigroup, τα spreads θα ήταν μεγαλύτερα αν τα funds δεν πωλούσαν εξασφάλιση στις τράπεζες. Τα CDS εμπορεύονται με έκπτωση, σε αντίθεση με τις συνηθισμένες τιμές τους, και αυτό σημαίνει πως μεγάλος αριθμός παραγόντων πωλεί ασφάλιση.

«Αυτό πάει να πει ότι τα funds λειτουργούν αντίθετα από ότι πιστεύεται όσον αφορά τα ομόλογα», τονίζει η Citigroup. Το πρόβλημα όμως είναι ότι οι πολιτικοί δεν έχουν χρόνο για λεπτομερείς αναλύσεις της κατάστασης. Και με τις συζητήσεις για αυστηρότερες ρυθμίσεις στην Ε.Ε. να εντείνονται, ο κίνδυνος για τα funds είναι υπαρκτός.

Τα hedge funds έχουν φοιτήσει επί μακρόν στην τέχνη της πρόβλεψης και στη μεταμόρφωση των ρίσκων σε ευκαιρίες, σε αντίθεση με τους πολιτικούς. Το να μάθει πώς να μιλήσει και σε ποιους αποδεικνύεται λεπτό ζήτημα για έναν κλάδο που έχει περάσει όλη του τη ζωή στη μυστικότητα.

(από τους Financial Times, 5/3/2010)