Μεγάλες οι διακυμάνσεις, πολλές οι συγκινήσεις και ακόμη περισσότερες οι αλλαγές κατεύθυνσης καταγράφηκαν στη χρηματιστηριακή αγορά κατά το 2003, ένα έτος το οποίο, όπως εκτιμούν οι αναλυτές, αποτελεί και το σημείο- κλειδί για την ανάκαμψη της κεφαλαιαγοράς. Έτσι μετά από περίπου μία τριετία συνεχούς υποχώρησης, το προηγούμενο έτος ολοκληρώθηκε με σημαντικά συνολικά κέρδη, που φτάνουν σε ποσοστό το 29,46%, καθώς από τις 1748,42 μονάδες που κατεγράφησαν την τελευταία ημέρα του 2002, η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά ολοκλήρωσε το 2003 στις 2263,58 μονάδες. Βεβαίως η διακύμανση ήταν σαφώς μεγαλύτερη και πλησίασε σε ποσοστό το 57,5%, καθώς από το χαμηλό του έτους, που καταγράφηκε την τελευταία ημέρα του Μαρτίου (1467,3 μονάδες), στις 22 Αυγούστου ο γενικός δείκτης βρέθηκε πάνω από τις 2.300 μονάδες για μία και μοναδική ημέρα μέσα στο έτος. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο οι αναλυτές κάνουν λόγο για το… «ασανσέρ του 2003». Άλλωστε ο χρόνος επεφύλασσε δύο διαφορετικά πρόσωπα. Το πρώτο είχε τάσεις απογοήτευσης, καθώς η Σοφοκλέους εκινήτο μεταξύ «φθοράς και αφθαρσίας», με το επενδυτικό ενδιαφέρον να βρίσκεται στο ναδίρ. Αμέσως μετά, ο πόλεμος στο Ιράκ δημιούργησε σημαντικές διακυμάνσεις, όπως άλλωστε και στις μεγάλες αγορές του εξωτερικού. Ενδεχομένως αυτό να ήταν και το κίνητρο για τη λεγόμενη «διεθνοποίηση» του ελληνικού χρηματιστηρίου, δηλαδή για την παράλληλη πορεία της Σοφοκλέους με τα μεγάλα χρηματιστήρια του εξωτερικού, όπου πλέον οι τάσεις ανάκαμψης είναι εμφανείς. Έτσι, άνοιξε ο δρόμος για την «αντεπίθεση των αγορών», όπως τη χαρακτηρίζουν οι αναλυτές, κάτι που η Σοφοκλέους εκμεταλλεύθηκε με αξιοπρόσεκτη προσαρμογή στα διεθνή δεδομένα. Έτσι, το δεύτερο εξάμηνο του έτους έχει να επιδείξει τιμές σαφώς καλύτερες, όχι μόνο με το υψηλό έτους, αλλά και με σημαντική αύξηση του όγκου των συναλλαγών. Ο ενεργειακός τομέας, για μία ακόμη χρονιά, πρωταγωνίστησε στα χρηματιστηριακά δρώμενα, καθώς είχε να επιδείξει πολλές και ενδιαφέρουσες ειδήσεις, αλλά και σημαντικά κέρδη για ορισμένους τίτλους. Βεβαίως το γεγονός της χρονιάς, όχι μόνο για τον κλάδο, αλλά συνολικά για την οικονομική ζωή της χώρας ήταν ο «γάμος» των Ελληνικών Πετρελαίων με την Petrola, μετά την αιφνιδιαστική συμφωνία του ελληνικού δημοσίου με τον όμιλο Λάτση, για εξαγορά του 16,65% των μετοχών των ΕΛΠΕ και στη συνέχεια τη συγχώνευση των δύο εισηγμένων. Η μετοχή των ΕΛΠΕ σημείωσε σημαντικά κέρδη σε ετήσια βάση, που ανέρχονται στο 25,63%. Το ρεκόρ έτους σημειώθηκε στις 6 και 7 Νοεμβρίου, στα 7,3 ευρώ, ενώ στις 12 Μαρτίου σημειώθηκε το χαμηλό έτους, στα 4,52, κάτι που σημαίνει πως το εύρος διακύμανσης ήταν στο 61,5%(!), μία από τις καλύτερες αποδόσεις της αγοράς. Από την άλλη πλευρά, η Πετρόλα από τις αρχές του έτους, έως τις 30 Σεπτεμβρίου, οπότε αποσύρθηκε από το ταμπλό, λόγω της συγχώνευσης εμφάνισε απόδοση 14,65%, με το γενικό δείκτη την ίδια περίοδο να αποδίδει σχεδόν 19,5%, με υψηλό έτους στα 4,08 ευρώ στις 30 Μαΐου, την ημέρα κατά την οποία ανακοινώθηκε το deal με τα ΕΛΠΕ. Σημειώνεται ότι εκείνη την ημέρα, η μετοχή κατέγραψε άνοδο της τάξεως του 15,9%, κάτι που σημαίνει πως σχεδόν όλα τα κέρδη του 9μήνου διαπραγμάτευσης, ο τίτλος τα αποκόμισε μέσα σε μία ημέρα! Χαμηλό έτους στα 2,5 ευρώ, στις 12 Μαρτίου. Συνολική διαφορά υψηλού/ χαμηλού: 63,2%. Χωρίς σημαντική αλλαγή στην τιμή της, ολοκλήρωσε το έτος η άλλη μεγάλη ενεργειακή εταιρεία, η Motor Oil του ομίλου Βαρδινογιάννη. Η τελική διαφορά για το σύνολο του έτους είναι της τάξεως του –0,58%, καθώς από τα 6,9 ευρώ στις 31/12/2002 βρέθηκε στα 6,86 ευρώ την τελευταία ημέρα του 2003. Την 12 Μαρτίου, η οποία φαίνεται πως ήταν η χειρότερη για τις ενεργειακές επιχειρήσεις στο χρηματιστήριο, ο τίτλος της Motor Oil κατέγραψε το ετήσιο χαμηλό, στα 6,18 ευρώ, ενώ το υψηλό έτους καταγράφηκε στις 22 Αυγούστου, την ημέρα δηλαδή που και ο γενικός δείκτης σημείωσε το δικό του ετήσιο ρεκόρ. Ο τίτλος βρέθηκε στα 7,76 ευρώ, με ημερήσια κέρδη της τάξεως του 11,8%, με απόδοση μεταξύ υψηλού και χαμηλού έτους της τάξεως του 25,5%. Η μετοχή της ΔΕΗ αποτέλεσε έναν από τους πρωταγωνιστές του 2003, καθώς σημείωσε συνολικά κέρδη της τάξεως του 48,5%. Με χαμηλό έτους τα 13,14 ευρώ στα μέσα Μαρτίου, ολοκλήρωσε τη χρηματιστηριακή χρονιά με ρεκόρ, στα 19,6 ευρώ, που σημαίνει πως είχε συνολική απόδοση της τάξεως του 49,2%. Το τρίτο πακέτο μετοχών, που διέθεσε το ελληνικό δημόσιο τον Οκτώβριο, αποτέλεσε νέο θετικό μήνυμα για την εταιρεία, η οποία περιβάλλεται από την εμπιστοσύνη του επενδυτικού κοινού και των ξένων θεσμικών, ενώ αποτελεί αντικείμενο μελέτης όλων των μεγάλων οίκων του εξωτερικού. Εν τω μεταξύ, η τελευταία δημόσια εγγραφή για το 2003 και η πρώτη επίσημη εισαγωγή στο ταμπλό για το 2004 ήταν για την εταιρεία πετρελαιοειδών Revoil, η οποία άνοιξε το δρόμο για την εισαγωγή κι άλλων επιχειρήσεων του κλάδου. Η μετοχή της εταιρείας εισήχθη στα 6,7 ευρώ. Στα αρνητικά της χρονιάς που πέρασε οι αρκετές «αποχωρήσεις», όπως αυτή της Παπαστράτος, το «διαζύγιο» της Deutsche Bank με την Eurobank και της Vodafone-Panafon, αλλά και η επανεμφάνιση (μαζί με τις ανοδικές τάσεις) κακών φαινομένων του παρελθόντος, όπως η αβάσιμη και χωρίς αιτιάσεις φημολογία. Στα γεγονότα της χρονιάς θα πρέπει να υπογραμμισθούν οι αρκετές προσφορές ποσοστών από τις ελληνικές Τράπεζες, με placement ξένων θεσμικών, με το σύνολο των διαδικασιών να στέφονται με απόλυτη επιτυχία, κάτι που καταδεικνύει την πολύ καλή δυναμική του ελληνικού πιστωτικού συστήματος.