Η Διάσωση του Ευρώ

Η ευρωζώνη ήρθε τις τελευταίες εβδομάδες πιο κοντά στο χείλος της καταστροφής από κάθε άλλη φορά, ειδικά αν πιστέψουμε τις φήμες για τη “γροθιά στο τραπέζι” του κ. Σαρκοζί με την οποία προσπάθησε να συνετίσει τους Γερμανούς, απειλώντας να αποχωρήσει η Γαλλία από το ευρώ. Η απάντηση τελικά ήρθε με το πακέτο σωτηρίας των 750 δις ευρώ, το οποίο καθησύχασε τις αγορές
energia.gr
Τετ, 19 Μαΐου 2010 - 07:03

Η ευρωζώνη ήρθε τις τελευταίες εβδομάδες πιο κοντά στο χείλος της καταστροφής από κάθε άλλη φορά, ειδικά αν πιστέψουμε τις φήμες για τη “γροθιά στο τραπέζι” του κ. Σαρκοζί με την οποία προσπάθησε να συνετίσει τους Γερμανούς, απειλώντας να αποχωρήσει η Γαλλία από το ευρώ. Η απάντηση τελικά ήρθε με το πακέτο σωτηρίας των 750 δις ευρώ, το οποίο καθησύχασε τις αγορές και επανέφερε στην τάξη τα χρηματιστήρια και τα spread, έστω και προσωρινά.

Στον αμερικανικό και αγγλικό τύπο διαβάζει κανείς πληθώρα άρθρων τα οποία προβλέπουν ένα ζοφερό μέλλον για το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα. Ανάμεσα στις πιο κοινότυπες διαπιστώσεις των αρθρογράφων ανήκει η επιλογή για “βαθύτερη πολιτική ενοποίηση ή διάλυση”, η οποία υποδηλώνει πως η όλη προσπάθεια έγινε υπερβολικά βιαστικά, χωρίς τις απαραίτητες βάσεις σε πολιτικό επίπεδο.

Υπάρχουν όμως και καθαρά οικονομικές αναλύσεις, οι οποίες με σοβαρότητα επιχειρούν να προδιαγράψουν τη συνέχεια. Αυτές δεν μπορούν να αγνοηθούν. Αν λοιπόν δεχτούμε την άποψη της Γερμανίας ότι το ευρωπαϊκό πρόβλημα δεν είναι οι κερδοσκόποι, αλλά η κακή δημοσιονομική πολιτική, τότε χρειάζονται άλλου είδους μέτρα και όχι το πακέτο σωτηρίας που συμφωνήθηκε.

Η εμπιστοσύνη των αγορών δεν πρόκειται να ανακτηθεί με υποσχέσεις για περισσότερο δανεισμό, αλλά με την ουσιαστική εξυγίανση των οικονομιών, ιδίως της Νότιας Ευρώπης. Τα δομικά προβλήματα απαιτούν λύσεις που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα, κάτι το οποίο δεν πρόκειται να επιτύχουν τα μέτρα σκληρής λιτότητας που ήδη εφαρμόζονται. Όπως φάνηκε ξεκάθαρα στην περίπτωση της Ελλάδας, υπάρχει ένα τεράστιο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας μεταξύ Βορρά και Νότου και αυτό φαίνεται να είναι η ρίζα του κακού.

Όμως, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας δεν αντιμετωπίζεται δια της εισροής περισσότερων κεφαλαίων.

Αν η Ε.Ε. συνεχίσει σε αυτήν την πορεία, μετά από τρία χρόνια που θα λήξουν οι εγγυήσεις ρευστότητας, τα προβλήματα αυτά θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν, οδηγώντας σε νέα όξυνση, αφού οι αγορές θα συνεχίσουν να είναι απρόθυμες απέναντι στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία. Τέλος, η δημοσιονομική κρίση απαιτεί από την Ε.Ε μια ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων, για την οποία δεν φημίζονται οι Βρυξέλες.