O Νέος Ρόλος της Τουρκίας

Για όποιον παρακολουθεί τα γεγονότα των τελευταίων μηνών στη Μέση Ανατολή, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, είναι ξεκάθαρο ότι η Τουρκία αποτελεί την ανερχόμενη δύναμη τόσο σε πολιτικό – διπλωματικό, όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο. Η διαμεσολάβηση, μαζί με τη Βραζιλία (μία άλλη μεγάλη περιφερειακή δύναμη στη Ν. Αμερική) στο πυρηνικό «πρόβλημα» του Ιράν, η οριστική ρήξη με το Ισραήλ μετά το πρόσφατο πολύνεκρο επεισόδιο με τους ακτιβιστές στα διεθνή ύδατα ανοικτά της Γάζας (μετά την επιδρομή των Ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων) και η συστηματική προώθηση δομών και μηχανισμών (π.χ. Τουρκο – Αραβικό Φόρουμ Συνεργασίας), για οικονομική και διπλωματική συνεργασία με τον ισλαμικό και αραβικό κόσμο, αποβλέπουν στην επανατοποθέτηση και αναβάθμιση της Άγκυρας, όχι απλά σε περιφερειακό επίπεδο, αλλά στο διεθνές στερέωμα
energia.gr
Πεμ, 17 Ιουνίου 2010 - 14:00
Για όποιον παρακολουθεί τα γεγονότα των τελευταίων μηνών στη Μέση Ανατολή, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, είναι ξεκάθαρο ότι η Τουρκία αποτελεί την ανερχόμενη δύναμη τόσο σε πολιτικό – διπλωματικό, όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο. Η διαμεσολάβηση, μαζί με τη Βραζιλία (μία άλλη μεγάλη περιφερειακή δύναμη στη Ν. Αμερική) στο πυρηνικό «πρόβλημα» του Ιράν, η οριστική ρήξη με το Ισραήλ μετά το πρόσφατο πολύνεκρο επεισόδιο με τους ακτιβιστές στα διεθνή ύδατα ανοικτά της Γάζας (μετά την επιδρομή των Ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων) και η συστηματική προώθηση δομών και μηχανισμών (π.χ. Τουρκο – Αραβικό Φόρουμ Συνεργασίας), για οικονομική και διπλωματική συνεργασία με τον ισλαμικό και αραβικό κόσμο, αποβλέπουν στην επανατοποθέτηση και αναβάθμιση της Άγκυρας, όχι απλά σε περιφερειακό επίπεδο, αλλά στο διεθνές στερέωμα.

Η τουρκική εξωτερική πολιτική δίνει ολοένα και πιο συχνά αδιαμφισβήτητα σημάδια ανεξαρτητοποίησης από τη Δύση και προσέγγισης με την Ανατολή. Πράγματι η προπετής και σχεδόν αυθαίρετη ανάμειξη της Τουρκίας στις πρόσφατες κρίσεις που έλαβαν χώρα στη Μέση Ανατολή, με πρόσχημα την προσφορά «καλών υπηρεσιών» (μεσολάβηση) και τη «διασφάλιση» της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή, αποτελούν ενδείξεις για το νέο ρόλο που επιδιώκει να διαδραματίσει η Άγκυρα στο διεθνές και περιφερειακό σύστημα.

Η ανάδειξη της Τουρκίας σε νέο διεθνή παίκτη δεν συνέβη ασφαλώς εν μία νυκτί και έχει τις ρίζες της στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας. Ο πόλεμος εναντίον του Ιράκ το 2003 δεν δημιούργησε «νέα τάξη» στη περιοχή, όπως οραματιζόταν η Ουάσιγκτον, αλλά κενό εξουσίας. Επτά χρόνια αργότερα, το κενό αυτό φιλοδοξεί να καλύψει η Τουρκία, συνεργαζόμενη με το Ιράν, αλλά και τις όμορες χώρες (π.χ. Συρία, Αζερμπαϊτζάν) και αναλαμβάνοντας μια έντονη διπλωματική δραστηριότητα εναντίον του Ισραήλ.

Μία ενδιαφέρουσα πτυχή της αλλαγής στάσης στην τουρκική εξωτερική πολιτική αποτελεί η προτίμηση της Άγκυρας προς τη σύσφιγξη των σχέσεων με τις ισλαμικές και αραβικές χώρες της περιφέρειάς της, με τις οποίες έχει ένα κοινό πολιτισμικό παρελθόν – και, απ’ ό,τι φαίνεται, και μέλλον. Η αντιπαράθεσή της με τις ΗΠΑ στο πλαίσιο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για το θέμα των κυρώσεων κατά του Ιράν και η ρήξη με το Ισραήλ για την άρση του αποκλεισμού της Γάζας, αποτελούν απτές αποδείξεις της προσπάθειας που καταβάλλει η ισλαμική ηγεσία της Τουρκίας να πάρει αποστάσεις από τη Δύση, με την οποία έχει σαφώς λιγότερα κοινά σημεία – και όσα υπάρχουν μάλλον επιβλήθηκαν από την ηγεσία παρά υιοθετήθηκαν από τη βάση. Η δε ένταση στις σχέσεις Τουρκίας – Δύσης – όσο επιφανειακή κι αν φαίνεται – είναι σοβαρή και αφορά εμμέσως και την Ευρώπη. Κι αυτό γιατί η ισλαμική κυβέρνηση AKP, ενώ δηλώνει ότι επιθυμεί την ένταξη και την ολοκλήρωσή της με την Ε.Ε., στην πράξη επιδιώκει μεγιστοποίηση της συνεργασίας της με τον Αραβικό κόσμο, το Ιράν και τις τουρκόφωνες χώρες της Κεντρικής Ασίας.

Επί της ουσίας, η νέα εξωτερική πολιτική της Άγκυρας εξυψώνει τον κ. Ερντογάν σε ήρωα του αραβικού κόσμου και επιπλέον προκαλεί ανοικτά τις ΗΠΑ αναφορικά με τον τρόπο που διαχειρίζονται τα δύο φλέγοντα ζητήματα στην περιοχή - το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και το Παλαιστινιακό. Ολοένα και περισσότεροι Αμερικανοί αξιωματούχοι βλέπουν την Τουρκία ως ένα κράτος που τρέχει διαρκώς σε κάθε γωνιά της Μέσης Ανατολής, κάνοντας πράγματα που δεν συνάδουν με τις επιθυμίες των Μεγάλων Δυνάμεων.

Η μετάλλαξη της Τουρκίας σε περιφερειακή δύναμη φαντάζει ξαφνική, αλλά πρόκειται για το επακόλουθο μιας σταδιακής εξέλιξης που ξεκίνησε με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Τότε ο κόσμος ήταν μαύρος ή άσπρος και η Τουρκία ήταν απλώς μια μουσουλμανική δημοκρατία στο πλευρό των ΗΠΑ. Είκοσι χρόνια αργότερα, ωστόσο, η Τουρκία έχει εξελιχθεί σε  μια ανταγωνιστική δημοκρατία με μια ανθούσα οικονομία. Σε αντίθεση με την Ιορδανία και την Αίγυπτο, έχει προ πολλού πάψει να εξαρτάται από την οικονομική βοήθεια της Αμερικής. Οι Τούρκοι, μάλιστα, επιμένουν ότι στην καρδιά της νέας πολιτικής βρίσκεται η οικονομία και όχι η προώθηση του ισλαμισμού. «Η οικονομική αλληλεξάρτηση είναι ο καλύτερος τρόπος προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της ειρήνης», δήλωσε πρόσφατα ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Αχμέτ Νταβούτογλου. «Την περασμένη δεκαετία, η ένταση στην ευρύτερη περιοχή είχε μεγάλο κόστος για μας», συνέχισε ο ίδιος. «Αυτό που επιθυμούμε σήμερα είναι να δημιουργήσουμε μια ειρηνική, νέα τάξη», κατέληξε.

H νέα αυτή τάξη που οραματίζεται ο κ.Νταβούτογλου στηρίζεται εν πολλοίς στο οικονομικό-πολιτικό εκτόπισμα της Τουρκίας το οποίο εμφανίζεται ισχυρό, και πολύ μεγαλύτερο απ’ ότι στην ουσία είναι, αφού αυτή αποτελεί την μοναδική Ισλαμική χώρα μέλος του ΝΑΤΟ ενώ παράλληλα προεδρεύει της Ισλαμικής Διάσκεψης στην οποία μετέχουν 57 κράτη μέλη. Ακόμα η δημιουργία της νέας αυτής τάξης υποστηρίζεται από την ανάδειξη της Τουρκίας στον κυρίαρχο ενεργειακό παίκτη της περιοχής αφού μέσω των εδαφών της γείτονος  διέρχονται ήδη μια σειρά από σημαντικούς αγωγούς αερίου και φυσικού αερίου(π.χ ο Μπακού-Τσειχάν,ο Blue Stream κα). Σύντομα πρόκειται να κατασκευασθούν και νέοι αγωγοί (λ.χ. ο Nabucco, o South Stream, o Σαμσούν-Τσειχάν) ενισχύοντας περαιτέρω την γεωπολιτική θέση της Τουρκίας, η οποία και έχει συνάψει σειρά σημαντικών συμφωνιών με την Ρωσία σε όλο το φάσμα του ενεργειακού τομέα (δηλ. φ. αέριο, πετρέλαιο, πυρηνική ενέργεια). Η δε σταθερή υποστήριξη από την Ρωσία τα τελευταία χρόνια, με άξονα την ενεργειακή συνεργασία, αποτελεί ακόμα ένα παράγοντα που έχει συμβάλλει στην ανέλιξη της Τουρκίας.   

Στο πλαίσιο της λεγομένης νεο-οθωμανικής πολιτικής που προωθεί σήμερα, η Άγκυρα εδραιώνει τη θέση της στα Βαλκάνια· και εάν υπάρχει μία περιοχή στην οποία έχει μάλλον αποτύχει να κάνει αισθητή τη παρουσία της, είναι ο Καύκασος, όπου η Ρωσία επανήλθε χάρις στην αφροσύνη της Γεωργίας του Μιχαήλ Σακιασβίλι. ‘Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Κώστας Ιορδανίδης στην Καθημερινή (13/6/10) «Με την τροπή που πήραν οι εξελίξεις στη γειτονική χώρα, αποτελεί αφέλεια να θεωρεί κανείς ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση –ιδιαίτερα στην παρούσα φάση των δυσχερειών που αντιμετωπίζει– μπορεί να αποτελέσει δέλεαρ για τον επαναπροσδιορισμό της τουρκικής πολιτικής. Αυταπάτες της μορφής αυτής μπορούσαν να καλλιεργούν οι Έλληνες πρωθυπουργοί της τελευταίας δεκαπενταετίας. Όχι, όμως, κυβερνητικά στελέχη μεγάλων δυνάμεων. Η Άγκυρα ακολουθεί σήμερα τον δρόμο του «μεγαλείου» και ο μόνος κίνδυνος μπορεί να ανακύψει από την υπερεπέκταση της εμπλοκής της σε αυτήν τη ιδιαίτερα ασταθή περιοχή. Εάν δεν συμβεί όμως αυτό, το αποτέλεσμα θα είναι να αναδειχθεί η Τουρκία σε κέντρο ισχυρότατο πολιτικής και οικονομικής επιρροής, με ειδικό βάρος ιδιαίτερα σημαντικό – γενικώς στη Δύση και ειδικότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση».