Μετά τη Δημοσιονομική Πειθαρχία Προέχει η Ανάταξη του Δημόσιου Τομέα

Πρώτα το Μνημόνιο, το οποίο απλώς υπερψηφίστηκε (αρχές Μαΐου) και μετά το Ασφαλιστικό, το οποίο οι «πράσινοι» βουλευτές υπερψήφισαν την περασμένη εβδομάδα, όχι μόνο επί της αρχής αλλά και κατ’ άρθρο. Η Κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου και ιδιαίτερα ο Ανδ. Λοβέρδος, έχουν κάθε λόγο να είναι ευχαριστημένοι αφού κατόρθωσαν, ενάντια στις όποιες εσωκομματικές διαφωνίες και υπερασπίσθηκαν την επιλογή τους την οποία και μετέτρεψαν σε νόμο. Έτσι τα σενάρια για πρόωρες εκλογές κατέρρευσαν, ενώ το καλλιεργούμενο από τους συνδικαλιστές απεργιακό κλίμα ξεφούσκωσε.
energia.gr
Δευ, 12 Ιουλίου 2010 - 12:53

Πρώτα το Μνημόνιο, το οποίο απλώς υπερψηφίστηκε (αρχές Μαΐου) και μετά το Ασφαλιστικό, το οποίο οι «πράσινοι» βουλευτές υπερψήφισαν την περασμένη εβδομάδα, όχι μόνο επί της αρχής αλλά και κατ’ άρθρο. Η Κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου και ιδιαίτερα ο Ανδ. Λοβέρδος, έχουν κάθε λόγο να είναι ευχαριστημένοι αφού κατόρθωσαν, ενάντια στις όποιες εσωκομματικές διαφωνίες και υπερασπίσθηκαν την επιλογή τους την οποία και μετέτρεψαν σε νόμο. Έτσι τα σενάρια για πρόωρες εκλογές κατέρρευσαν, ενώ το καλλιεργούμενο από τους συνδικαλιστές απεργιακό κλίμα ξεφούσκωσε.

 

Tο ερώτημα συνεπώς είναι πώς έγινε εφικτό να εγκριθούν οι πιο σκληρές μεταπολιτευτικά διατάξεις για την ασφάλιση. Γιατί η κοινή γνώμη -παρά το γεγονός ότι τα μέτρα της κυβέρνησης θίγουν άμεσα τα εισοδήματα των μισθωτών και συνταξιούχων και θέτουν σε δοκιμασία κεκτημένα δεκαετιών- διατηρεί στάση ανοχής και δίνει πίστωση χρόνου στην κυβέρνηση.

 

Oρισμένοι υποστηρίζουν ότι έχουμε να κάνουμε με κατάθεση όπλων, με ηττοπάθεια. Tο αντίθετο όμως καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις, που προτάσσουν τα αισθήματα θυμού αλλά και αναμονής για τα μέτρα που είναι απότοκα της συμφωνίας μας με την «τρόικα» ώστε να διασφαλίσει η χώρα τις θεμελιώδεις οφειλές της, ακόμα και την πληρωμή μισθών και συντάξεων -για να μην ξεχνιόμαστε.

 

Mάλλον για συναίσθηση ευθύνης και πράξη ωριμότητας θα πρέπει να γίνεται λόγος. Oι πολίτες αντιλήφθηκαν ότι το «μεγάλο φαγοπότι» της μεταπολίτευσης δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί καθώς είχε έρθει η ώρα του λογαριασμού. Ότι η χώρα βρέθηκε στο χείλος του γκρεμού. H κατάσταση έκτακτης ανάγκης αποδείχτηκε ότι δεν ήταν σχήμα λόγου - και αυτό έγινε κατανοητό από τους πολίτες, ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό από όλους σχεδόν τους πολιτικούς εκπροσώπους τους. Ειδικά για το ασφαλιστικό, φαίνεται να διαμορφώνεται η συνείδηση πως δεν είναι δυνατόν οι συντεχνιακές απαιτήσεις του σήμερα να υποθηκεύουν το μέλλον των παιδιών μας.

 

Αυτή τη θεμελιώδη διαπίστωση φαίνεται ότι εξακολουθούν ν’ αγνοούν, ή και να ξεχνούν, οι συνδικαλιστές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Όταν η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ με τα δικά τους βέτο και τις τεράστιες κινητοποιήσεις ακύρωναν τις αισθητά μετριοπαθέστερες προτάσεις του ασφαλιστικού νομοσχεδίου Γιαννίτση το 2001, απλώς λειτουργούσαν κοντόφθαλμα αρνούμενοι να μελετήσουν και να κατανοήσουν εις βάθος χρόνου (γιατί περί αυτού πρόκειται το ασφαλιστικό), αδυνατώντας να συνειδητοποιήσουν ότι κάποτε (δηλαδή σήμερα, εννιά χρόνια αργότερα) θα ερχόταν η ώρα των βίαιων αλλαγών σε αγκυλωμένες πρακτικές και λογικές, με πολλαπλό κόστος για τους πολίτες της χώρας.

 

Με το μνημόνιο και το Ασφαλιστικό, που μεταξύ τους εξασφαλίζουν τη δημοσιονομική πειθαρχία, να ευρίσκονται πλέον σε τροχιά υλοποίησης μετά την κοινοβουλευτική τους αποδοχή, σειρά τώρα έχουν οι επώδυνες θεσμικές αλλαγές για την αναμόρφωση, ή καλύτερα αναδιάταξη του τεράστιου δημόσιου τομέα, ο περιορισμός του οποίου θα πρέπει απ’ εδώ και εμπρός ν’ αποτελέσει άμεση προτεραιότητα για την κυβέρνηση. Διότι δεν είναι δυνατό σ’ ένα ενεργά οικονομικό πληθυσμό 5.0 εκατομμυρίων κατοίκων, το 1.5 εκατομμύριο να είναι δημόσιοι υπάλληλοι ή να εργάζονται στις ΔΕΚΟ. Με όποια λογική και εάν το εξετάσει κάποιος, τα νούμερα δεν βγαίνουν. Ο δε υπερπληθυσμός του δημοσίου αποτελεί αιτία για κακοδιοίκηση, κατασπατάληση πόρων και οπισθοδρόμηση, αφού προσδίδει στο σύστημα ροπή προς αδράνεια.

 

Η κυβέρνηση μέχρι στιγμής έδειξε ότι δεν την φοβίζει το πολιτικό κόστος και για αυτό μπόρεσε να προχωρήσει τις απαραίτητες τομές στο δημοσιονομικό σκέλος. Ανάλογη αποφασιστικότητα και σθένος πρέπει να επιδείξει τώρα στο χώρο της δημόσιας διοίκησης, η οποία και πρέπει πάραυτα να εκσυγχρονιστεί αποτινάσσοντας νοοτροπίες και πρακτικές που έχουν την αφετηρία τους στο μακρινό Οθωμανικό παρελθόν μας. Εκτενείς ιδιωτικοποιήσεις, κατάργηση, άχρηστων δημοσίων οργανισμών και πλήρης αναδιοργάνωση και «κούρεμα» των πληθωρικών ΔΕΚΟ, θα πρέπει επιτέλους να προχωρήσουν εάν θέλουμε να δούμε την ανάπτυξη να επιστρέφει στον τόπο. Διότι χωρίς την πλήρη ανάταξη και περιορισμό του δημόσιου τομέα, που δυστυχώς λειτουργεί ως τροχοπέδη για τις υγιείς δυνάμεις της αγοράς, ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει. Και ασφαλώς μόνο η επιστροφή της χώρας σε αναπτυξιακή τροχιά θα μπορέσει να μας βγάλει από το σημερινό οικονομικό τέλμα.