Ο Κρίσιμος Ρόλος της Αποθήκευσης για την Αξιοποίηση του Φυσικού Αερίου

Σήμερα η χώρα μας καταναλώνει κάτι λιγότερο από 3.5 δισεκ. κυβικά μέτρα (BCM’s) αέριο το χρόνο* και καλύπτει περί το 11% της πρωτογενούς ενεργειακής ζήτησης και 18% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η διείσδυση του φυσικού αερίου στο ενεργειακό σύστημα της χώρας από τότε που ξεκίνησε η εισαγωγή του το 1996, υπήρξε σταθερή και με αυξητικές τάσεις, αφού το καύσιμο αυτό σε σύγκριση με άλλα είναι φθηνότερο και κυρίως είναι καθαρότερο.
energia.gr
Πεμ, 15 Ιουλίου 2010 - 15:00

Σήμερα η χώρα μας καταναλώνει κάτι λιγότερο από 3.5 δισεκ. κυβικά μέτρα ( BCMs) αέριο το χρόνο* και καλύπτει περί το 11% της πρωτογενούς ενεργειακής ζήτησης και 18% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η διείσδυση του φυσικού αερίου στο ενεργειακό σύστημα της χώρας από τότε που ξεκίνησε η εισαγωγή του το 1996, υπήρξε σταθερή και με αυξητικές τάσεις, αφού το καύσιμο αυτό σε σύγκριση με άλλα είναι φθηνότερο και κυρίως είναι καθαρότερο. Και ασφαλώς το φυσικό αέριο περικλείει μία σειρά άλλων βασικών προτερημάτων που κάνει τη χρήση του τόσο ελκυστική (π.χ. μεγάλη θερμογόνος δύναμη, συνεχής ροή και μεγάλη διαθεσιμότητα).

Γι’ αυτό και οι προοπτικές, σύμφωνα με τελευταίες εκτιμήσεις της ΔΕΠΑ, είναι ότι μέσα στην επόμενη δεκαετία η κατανάλωση σχεδόν θα διπλασιαστεί, καθώς η χρήση του προβλέπεται να επεκταθεί σημαντικά στον οικιστικό τομέα (όπου σήμερα καταλαμβάνει ένα μικρό ποσοστό), στον τομέα του εμπορίου και της μεταποίησης, αλλά και στην ηλεκτροπαραγωγή, όπου η χρήση του έχει αυξηθεί εντυπωσιακά τα τελευταία 5 χρόνια. Ήδη λειτουργούν με φυσικό αέριο 6 ιδιωτικοί σταθμοί συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 2.300 W, ενώ μέσα στα επόμενη 3 έτη αναμένεται ότι θα προστεθούν τουλάχιστο άλλα 2.000 MW από ΔΕΗ και ιδιώτες. Είναι προφανές ότι η αύξηση της ζήτησης τρέχει μπροστά από τις δυνατότητες προμήθειας του συστήματος, γι’ αυτό και την περίοδο 2008/09 η ΔΕΠΑ αντιμετώπισε πρόβλημα στην παροχή αφού οι συμβολαιοποιημένες ποσότητες (από Gazprom, Sonatrach και BOTAS) δεν έφθαναν για να καλύψουν την εκρηκτική ζήτηση. Τελικά το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε επιτυχώς με την εξασφάλιση ad- hoc φορτίων LNG, με παράλληλη την μέγιστη απορρόφηση ποσοτήτων από τη Ρωσία.

Όμως καθώς θ’ αυξάνεται η ζήτηση για αέριο, και παρά τις βελτιωμένες λειτουργικές ικανότητες του terminal της Ρεβυθούσας, η παροχή από το οποίο αναβαθμίστηκε σημαντικά πριν από ένα χρόνο, η ανάγκη για αποθήκευση στο σύστημα γίνεται επιτακτική. Σήμερα η μοναδική αποθηκευτική δυνατότητα που υπάρχει στο σύστημα, πέρα από τους ίδιους τους αγωγούς, είναι αυτή στη Ρεβυθούσα, όπου δύο δεξαμενές συνολικής χωρητικότητας 120.000 κυβικών μέτρων πρέπει ανά πάσα στιγμή να εγγυηθούν πολλαπλάσιο όγκο σε ζήτηση. Και ναι μεν μέχρι σήμερα το σύστημα μπόρεσε και ανταποκρίθηκε στις ανάγκες ακόμα και έκτακτες (βλέπε Ρωσο – Ουκρανική κρίση τον Ιανουάριο του 2009), όμως καθώς οι διακινούμενες ποσότητες αερίου αυξάνουν, η κατάσταση θα γίνεται ολοένα και πιο οριακή. Το δε Ελληνικό σύστημα αερίου, από τα πλέον σύγχρονα στον Ευρωπαϊκό χώρο, είναι το μόνο που δεν διαθέτει επαρκή αποθηκευτική ικανότητα η οποία συνήθως προσφέρεται μέσα από φυσικές γεωλογικές κοιλότητες και ρήγματα. Ο δε αποθηκευτικός χώρος της Ρεβυθούσας στην απόληξη του εθνικού δικτύου, δεν θεωρείται από τεχνικής πλευράς ως η πιο κατάλληλη τοποθεσία για την εξασφάλιση των αποθηκευτικών αναγκών του συστήματος.

Γι’ αυτό και η πρόταση της «Ενεργειακής Αιγαίου» για την αξιοποίηση του εξαντληθέντος κοιτάσματος φυσικού αερίου της «Νότιας Καβάλας» και η μετατροπή του σε μόνιμη δεξαμενή διασυνδεδεμένη με το σύστημα της ΔΕΠΑ, είναι όχι μόνο εξαιρετικά επίκαιρη, αλλά και τεχνικά εφαρμόσιμη. Εάν υπήρχε μία σοβαρή εθνική ενεργειακή στρατηγική (και όχι πειραματισμοί και προχειρότητες τύπου ΣΕΕΣ, όπου Υπουργός της ίδιας κυβέρνησης αναιρούσε αποφάσεις προκατόχου του διατάσσοντας το αρμόδιο όργανο να αλλάξει τα πορίσματά του), τότε η αποθηκευτική ικανότητα του Πρίνου θα έπρεπε εδώ και μία 10ετία να είχε αξιοποιηθεί για ενίσχυση της ασφάλειας του συστήματος.

Γι’ αυτό οι αιτιάσεις του ΥΠΕΚΑ ότι η «εταιρεία μάλλον βιάστηκε» και ότι δεν υπάρχει κατάλληλο νομικό πλαίσιο και άλλες αστειότητες, είναι προφάσεις εν αμαρτίες και υποδηλώνουν φόβο για ανάληψη ευθυνών, ή απλούστατα δρομολογούν άλλου είδους αντιμετώπιση. Γιατί αυτό που ακούγεται όλο και πιο συχνά από τη Μεσογείων, είναι ότι δεν έχει διευκρινιστεί αν το έργο αποτελεί δράση «βασικής ενεργειακής υποδομής» για τη χώρα, οπότε θα ενταχθεί στο ΕΣΠΑ και θα κατασκευαστεί από δημόσιο φορέα (συγκριμένα τον διαχειριστή του Συστήματος, τον ΔΕΣΦΑ), ή αν αποτελεί ιδιωτικό έργο, οπότε θα πρέπει να προκηρυχθεί διεθνής πλειοδοτικός διαγωνισμός από το Ελληνικό Δημόσιο. Δηλαδή ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι.

Είναι προφανές ότι η σημερινή πολιτική ηγεσία δεν αντιμετωπίζει το κρίσιμο θέμα της αποθήκευσης ως επείγον, και που μπορεί να διασφαλίσει τη χώρα σε περίοδο ενεργειακής κρίσης (η οποία και δεν θ’ αργήσει αφού η Gazprom ετοιμάζεται να διακόψει την παροχή στη Βουλγαρία τον ερχόμενο χειμώνα) και άρα ομφαλοσκοπεί. Την στιγμή που υπάρχει ήδη υπεύθυνη εταιρεία (η Ενεργειακή Αιγαίου) που έχει αναλάβει νόμιμα την εκμετάλλευση των υπολοίπων κοιτασμάτων στον Πρίνο, γιατί η κυβέρνηση δεν μπορεί να έρθει σε συνεννόηση μαζί της για την αξιοποίηση των κοιτασμάτων ως αποθηκευτικών χώρων με την κατάρτιση συμπληρωματικής σύμβασης; Οι δε αιτιάσεις περί νομικού κενού και άλλα φαιδρά, δεν υποδηλούν υπεύθυνη στάση. Υπάρχει άφθονη και δοκιμασμένη Ευρωπαϊκή νομοθεσία για την αξιοποίηση υπόγειων σχηματισμών για αποθήκευση φυσικού αερίου από την 40ετή εμπειρία στη Βόρεια Θάλασσα. Μία επίσκεψη το κ. Υφυπουργού στην Νορβηγία και τη Μ. Βρετανία θα τον έπειθε για τον ουσιώδη και χρήσιμο ρόλο των εταιρειών στην αντιμετώπιση του θέματος.

* Σημ.: Στοιχεία της ΔΕΠΑ για κατανάλωση το 2009, ενώ για το 2008 η χρήση έφθασε  σχεδόν τα 4.0 BCM s