Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ κ. Μπενιαμίν Νετανιάχου επισκέφθηκε
την χώρα μας στις αρχές της εβδομάδος, αποδεχόμενος πρόσκληση του Έλληνα ομολόγου
του, κ. Γιώργου Παπανδρέου, κατά την επίσκεψή του, πριν από λίγες εβδομάδες, στο
Ισραήλ. Η επίσκεψη Νετανιάχου στην χώρα μας θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική για τις
διμερείς σχέσεις Ελλάδας – Ισραήλ, ενώ η πρόσφατη επιδείνωση των σχέσεων του
Ισραήλ με την Τουρκία, λόγω της πολιτικής και των δηλώσεων Ερντογάν για το
Παλαιστινιακό, την καθιστά, σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές, ευκαιρία για την ανάπτυξη
στρατηγικής συνεργασίας ανάμεσα στις δύο χώρες. Η επίσκεψη επισφραγίστηκε με τη σύσταση μικτής επιτροπής
Ελλάδας-Ισραήλ προκειμένου να προωθηθεί η συνεργασία των δυο χωρών, ιδιαίτερα
στην οικονομία, οι οποία ανακοινώθηκε μετά από την συνάντηση του Έλληνα και του
Ισραηλινού πρωθυπουργού στο Μέγαρο Μαξίμου, στις 16 Αυγούστου.
Ό κ. Νετανιάχου τόνισε ότι «αν δεν συσφίξουμε τις σχέσεις Ελλάδας-Ισραήλ θα
ήταν κάτι αφύσικο», προσθέτοντας ότι το Ισραήλ ενδιαφέρεται να βελτιώσει τις
σχέσεις του με τη Τουρκία, αλλά ενδιαφέρεται επίσης να αναπτύξει τις σχέσεις
του με την Ελλάδα σε όλους τους τομείς. Ο κ. Παπανδρέου, από πλευράς του, εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι
η επίσκεψη θα είναι υποβοηθητική της ανάπτυξης της διμερούς συνεργασίας, αλλά
και της συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή σε τομείς όπως των επενδύσεων, του
τουρισμού, της ενέργειας, των επενδυτικών συμπράξεων, των επικοινωνιών, της
πληροφορικής, τεχνικών ύδατος (αφαλάτωση), τεχνολογιών αιχμής και καινοτομίας.
Επίσης θα υπάρξει συνεργασία στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, των
νέων γεωργικών τεχνολογιών καθώς και στον τομέα της ασφάλειας.
Ποιος είναι ο
Ισραηλινός Πρωθυπουργός
O Μπενιαμίν Νετανιάχου είναι αρχηγός του συντηρητικού
κόμματος Λικούντ και πρωθυπουργός του
Ισραήλ από τις 31 Μαρτίου του 2009, ενώ έχει διατελέσει
ξανά πρωθυπουργός από τον Ιούνιο του 1996 ως τον Ιούλιο του 1999. Είναι ο
πρώτος και μοναδικός πρωθυπουργός (μέχρι στιγμής) ο οποίος γεννήθηκε μετά την
ίδρυση του κράτους το 1948. O Μπενιαμίν Νετανιάχου γεννήθηκε στο Τελ Αβίβ στις 21 Οκτωβρίου του 1949.
Όταν ο Μπενιαμίν
ήταν 14 ετών, η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ. Ο
μεγαλύτερος αδερφός του, Γιονάταν, σκοτώθηκε κατά την Επιχείρηση Έντεμπε στην
Ουγκάντα το 1976. Από το 1967 ως το 1972 υπηρέτησε ως
λοχαγός του ισραηλινού στρατού. Απέκτησε πτυχίο στην αρχιτεκτονική από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της
Μασσαχουσέτης το 1975 και πτυχίο από το MIT Sloan School of Management το 1977.
Εν συνεχεία σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Χάρβαρντ και στο MIT. Στη συνέχεια εργάστηκε ως σύμβουλος στη
Βοστόνη και τελικά επέστρεψε στο Ισραήλ.
Το 1982 διορίστηκε αναπληρωτής πρόεδρος της ισραηλινής
πρεσβείας στην Ουάσινγκτον και στη συνέχεια έγινε πρεσβευτής του Ισραήλ στα Ηνωμένα Έθνη, από το 1984 ως το 1988. Εξελέγη μέλος της Κνεσέτ το 1988 και θήτευσε στις κυβερνήσεις του Γιτζχάκ Σαμίρ από το 1988 ως
το 1992. Έπειτα από την ήττα του Λικούντ στις εκλογές του 1992 ο Σαμίρ
αποσύρθηκε από την πολιτική και τον επόμενο χρόνο εξελέγη πρόεδρος του κόμματος
ο Νετανιάχου, επικρατώντας του Μπένι Μπέγκιν.
Το 1996, στην πρώτη απευθείας εκλογή πρωθυπουργού στην
ιστορία του Ισραήλ, ο Νετανιάχου έκανε την έκπληξη και κέρδισε τον
επικρατέστερο για τη νίκη, Σιμόν Πέρες. Μια σειρά βομβιστικών επιθέσεων από
Παλαιστινίους με ισραηλινούς στόχους, οι οποίες ήδη είχαν στοιχίσει τη ζωή σε
32 Ισραηλινούς στις 3 και στις 4 Μαρτίου του 1996, συνετέλεσαν στην ήττα του
Πέρες. Παρά την άνοδο του Νετανιάχου στην πρωθυπουργία, το Εργατικό Κόμμα
κέρδισε τις βουλευτικές εκλογές του 1996. Έτσι, η κυβέρνηση Νετανιάχου
στηρίχθηκε στο συνασπισμό των υπερορθόδοξων κομμάτων, του Σας και της Ενωμένης
Τορά.
Ως πρωθυπουργός έλαβε μέρος σε συνομιλίες με τον Παλαιστίνιο
ηγέτη Γιάσερ Αραφάτ το 1998. Παρότι απέτυχε στην εφαρμογή
των συμφωνιών του Όσλο, ο Νετανιάχου εκχώρησε το μεγαλύτερο μέρος της Χεβρώνας
στη δικαιοδοσία των Παλαιστινίων. Το 1996 ο Νετανιάχου και ο δήμαρχος της
Ιερουσαλήμ, Εχούντ Ολμέρτ αποφάσισαν να ανοίξουν μια έξοδο προς
τη Σήραγγα του Δυτικού Τείχους, πυροδοτώντας τριήμερα επεισόδια με απολογισμό
νεκρούς και από τις δύο πλευρές. Ο Νετανιάχου ενθάρρυνε την πολιτική των τριών
«όχι»: αυτά ήταν η μη αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από τα Υψώματα του
Γκολάν, καμία συζήτηση για την υπόθεση της Ιερουσαλήμ και όχι στις συνομιλίες
υπό οποιουσδήποτε όρους από πριν.
Η αριστερή πτέρυγα στο Ισραήλ άσκησε αντιπολίτευση στο
Νετανιάχου και εξαιτίας των παραχωρήσεων της κυβέρνησης του τελευταίου και των
διαπραγματεύσεων με τον Αραφάτ η κυβέρνηση τελικά έχασε τη δημοτικότητά της. Σε
αυτό συνετέλεσαν και αρκετά σκάνδαλα, όπως οι κατηγορίες εναντίον του για διαφθορά (αθωώθηκε αργότερα). Το 1999 ηττήθηκε από τον Εχούντ Μπαράκ στην
πρωθυπουργική εκλογή και η ήττα αυτή σήμανε την προσωρινή αποχώρηση του
Νετανιάχου από την πολιτική.Το 2001 αρνήθηκε την ευκαιρία να γίνει πρωθυπουργός καθώς
απαίτησε τη διεξαγωγή γενικών εκλογών. Με τον τρόπο αυτό διευκόλυνε την άνοδο
του Αριέλ Σαρόν στην εξουσία.
Το
2002 το Εργατικό Κόμμα αποχώρησε από το συνασπισμό και η θέση του υπουργού
εξωτερικών έμεινε κενή. Ο Νετανιάχου διορίστηκε στο αξίωμα αυτό από τον Σαρόν.
Οι δύο άνδρες αναμετρήθηκαν και στην ηγεσία του κόμματος Λικούντ. Ο Σαρόν βγήκε
νικητής κι εκεί.
Έπειτα από τις εκλογές του 2003 ο Νετανιάχου έγινε υπουργός
Οικονομικών στη νέα κυβέρνηση συνασπισμού του Σαρόν. Ο πολιτικός δεν υποστήριξε
την ιδέα για ένα μελλοντικό παλαιστινιακό κράτος, αν και δύο φορές το 2001
επέδειξε προθυμία να σκεφτεί κάτι τέτοιο. Ως υπουργός Οικονομικών προέβη σε
σειρά μεταρρυθμίσεων στο τραπεζικό σύστημα. Το 2005 παραιτήθηκε από υπουργός
Οικονομικών.Μετά την αποχώρηση του Σαρόν από το Λικούντ, πρόεδρος του
κόμματος εξελέγη με 47% στον προκριματικό γύρο ο Νετανιάχου, στις 20 Δεκεμβρίου
του 2005. Στις εκλογές του 2006 το Λικούντ ηττήθηκε και ήρθε τρίτο, πίσω από το
Καντίμα και τους Εργατικούς.
Έτσι, ο Νετανιάχου έγινε αρχηγός της
Αντιπολίτευσης. Επανεξελέγη πρόεδρος του Λικούντ με 73% νικώντας τον ακροδεξιό Μοσέ Φέιγκλιν στις 14
Αυγούστου του 2007. Εξέφρασε την αντίθεσή του στην εκεχειρία στη Γάζα του 2008. Στις 31 Ιουλίου του 2008 ο Νετανιάχου, ως ηγέτης του
Λικούντ, ζήτησε τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Ο Ολμέρτ παραιτήθηκε και ανέλαβε
υπηρεσιακός πρωθυπουργός για να επιβλέψει τη διεξαγωωγή νέων εκλογών. Οι βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 10 Φεβρουαρίου του
2009 και ο Νετανιάχου κατά την προεκλογική του εκστρατεία χρησιμοποίησε το Διαδίκτυο και άλλα μέσα, που είχε χρησιμοποιήσει και ο Μπαράκ Ομπάμα στη δική του εκστρατεία.
Το Λικούντ ήρθε δεύτερο σε ψήφους στις εκλογές
και ο Νετανιάχου ανακηρύχθηκε νικητής των εκλογών, επειδή τα κόμματα της δεξιάς
πτέρυγας είχαν κατακτήσει τις πιο πολλές ψήφους. Στις 20 Φεβρουαρίου του 2009,
έγινε εντολοδόχος πρωθυπουργός, λαμβάνοντας την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης
από τον πρόεδρο Πέρες. Παρότι οι εταίροι στο συνασπισμό του είχαν κερδίσει
πλειοψηφία της τάξης των 65 εδρών στο κοινοβούλιο, ο Νετανιάχου προτίμησε να
συνεργαστεί με τους αντιπάλους του στο Καντίμα και τους κεντρώους. Το κόμμα της
αντιπάλου του, Τζίπι Λίβνι αρνήθηκε να συμμετάσχει και οι συνομιλίες
κατέρρευσαν.
Τελικά, ο κ. Νετανιάχου συμφώνησε με το Εργατικό Κόμμα του Εχούντ
Μπαράκ και σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού. Η κυβέρνησή του εγκρίθηκε από την
Κνεσέτ στις 31 Μαρτίου του 2009 και ανέλαβε την
ίδια ημέρα.
Στα πλαίσια της πολιτικής του για το Παλαιστινιακό, τον
Ιανουάριο του 2009, πριν τις εκλογές, είπε στον απεσταλμένο στη Μέση Ανατολή Τόνι Μπλερ ότι θα συνέχιζε την πολιτική των προκατόχων
του και τις επεκτάσεις των οικισμών Εβραίων στη Δυτική Όχθη. Ωστόσο, στη
διάρκεια ομιλίας του, στις 14 Ιουνίου του 2009, ο πρωθυπουργός Νετανιάχου
τάχθηκε για πρώτη φορά υπέρ της ίδρυσης ενός αποστρατικοποιημένου παλαιστινιακού κράτους.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός έχει συγγράψει πολλά βιβλία. Έχει
παντρευτεί 3 φορές και έχει συνολικά δυο γιους και μία κόρη.