Η απόφαση της Αμερικανικής Γερουσίας την περασμένη εβδομάδα να απαγορεύσει οποιαδήποτε περαιτέρω αγορά αργού στην κυβέρνηση Μπους, από τις διεθνείς αγορές, για ενίσχυση του Στρατηγικού Αποθέματος πετρελαίου των ΗΠΑ, σηματοδοτεί μία περίοδο έντονης ανησυχίας στην Ουάσιγκτον αναφορικά με την διεθνή ενεργειακή κατάσταση. Η ανησυχία αυτή εντείνεται εάν συνδυασθεί μάλιστα με την παράλληλη πτώση της ισοτιμίας του δολαρίου έναντι του ευρώ και του γιέν. Αναλυτές της Αμερικανικής αγοράς καυσίμων παρατηρούν ότι οι καταναλωτές έχουν επιβαρυνθεί με 50 δισεκ. δολάρια (41 δισεκ. ευρώ) σε επιπλέον φόρους τους τελευταίους 10 μήνες σαν αποτέλεσμα των υψηλών τιμών πετρελαίου. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ φαίνεται να έχει αγοράσει 48 εκ. βαρέλια τον τελευταίο χρόνο προς ενίσχυση των αποθεμάτων της. Παρά τις υψηλές τιμές οι περισσότεροι οικονομολόγοι τείνουν να συμφωνήσουν ότι προς το παρόν τουλάχιστον δεν απειλείται η ανάκαμψη της Αμερικανικής οικονομίας η οποία αναπτύσσεται με ρυθμό 4,5% φέτος, σε σύγκριση με 3.0% πέρυσι. Όμως οι υψηλές τιμές αργού επηρεάζουν πλέον το σύνολο των λευκών προϊόντων σε όλη την Αμερική όπου η βενζίνη κίνησης, το γνωστό gasoil, έχει φθάσει το 1.74 δολ. το γαλόνι, η υψηλότερη τιμή από τότε που κρατούνται αρχεία, παρατηρούν εκπρόσωποι καταναλωτικών οργανώσεων. Τον αντίκτυπο των υψηλών τιμών πετρελαίου έχουν αρχίσει να τον αισθάνονται πλέον και οι μεγάλες μεταφορικές εταιρείες. Παρά ταύτα οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι σύντομα οι τιμές θ’ αρχίσουν να αποκλιμακώνονται αφού σύμφωνα με την λογική τους, η πρόσφατη άνοδός τους οφείλεται σε κερδοσκοπικούς λόγους. Ίδωμεν!