Μία Ανάλυση του Economist
Είναι ξεκάθαρο πως η κατάσταση των χρηματοοικονομικών αγορών γίνεται όλο και πιο τεταμένη. Κατά κανόνα, όσο πιο ριψοκίνδυνη και υπερτιμημένη είναι μια αγορά, τόσο πιο νευρικοί είναι οι επενδυτές. Μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα που έπληξαν τη Μαδρίτη, τις αυξανόμενες εντάσεις που επικρατούν στη Μέση Ανατολή και την αμφιλεγόμενη εκλογική αναμέτρηση στην Ταϊβάν, οι επενδυτές φοβούνται για τη σταθερότητα της διεθνούς πολιτικής σκηνής. Κατά πάσα πιθανότητα, ακόμα πιο ανησυχητική να είναι η αβεβαιότητα που επισκιάζει τη βιωσιμότητα της παγκόσμιας ανάπτυξης. Η Goldman Sachs θεωρεί, σήμερα, ότι η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυχθεί το 2004 σε ρυθμό 3,8% αντί της αρχικής εκτίμησης του 4,6%. Το βασικό αίτιο που οδήγησε σε αυτήν την αναθεωρημένη εκτίμηση είναι η σταθερή αύξηση της τιμής ενός εμπορεύματος, το οποίο πολλοί οικονομολόγοι θεωρούσαν ότι δεν ασκεί πλέον μεγάλη επιρροή στις ώριμες οικονομίες… του πετρελαίου. Το ότι η αύξηση της τιμής του πετρελαίου, πιθανότατα, να είναι κάτι περισσότερο από ένα περιστασιακό γεγονός, αντακλάται καλύτερα από την τιμή των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης. Όταν η τιμή spot του αργού πετρελαίου (δηλαδή, του πετρελαίου άμεσης παράδοσης) είχε στο παρελθόν παρουσιάσει μεγάλη αύξηση, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια και των δύο πολέμων του Κόλπου, η προθεσμιακή τιμή είχε σημειώσει μικρή άνοδο, κυρίως γιατί η αγορά εκτιμούσε πως αυτές οι παρεμβάσεις θα ήταν βραχυπρόθεσμες. Αυτήν τη φορά όχι μόνον αυξάνεται η τιμή του πετρελαίου, αλλά ισχυρή άνοδο καταγράφει και η τιμή του στην προθεσμιακή αγορά. Στις 18 Μαρτίου, όταν η τιμή του αργού πετρελαίου στην αγορά του Δυτικού Τέξας (δηλ. του WTI) ανήλθε στα 37,93 δολάρια, το βαρέλι, η τιμή των συμβολαίων παράδοσης μέσα σε δώδεκα μήνες ανήλθε στα 32,51 δολάρια το βαρέλι, δηλαδή στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ. Την περασμένη εβδομάδα, η τιμή spot του αργού πετρελαίου εκτοξεύθηκε στο υψηλότερο επίπεδο (σε ονομαστικούς όρους) που έχει καταγραφεί από το 1990. Ο άμεσος λόγος ήταν το γεγονός ότι ο ΟΠΕΚ ανακοίνωσε τον Φεβρουάριο μία, κατά ένα εκατομμύριο βαρέλια, μείωση της ημερήσιας παραγωγής του από τις αρχές του επόμενου μηνός. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλοι λόγοι. Αναφερόμαστε στα προβλήματα προσφοράς που έχουν δημιουργηθεί εντός και εκτός των ορίων του ΟΠΕΚ. Ορισμένα από αυτά τα προβλήματα ενδεχομένως να είναι προσωρινά, αλλά από την άλλη πλευρά, οι αναλυτές εκφράζουν αυτήν την πεποίθηση εδώ και μήνες. Η επιθυμία του ΟΠΕΚ για μια αύξηση της τιμής του πετρελαίου απορρέει άμεσα από την πτώση του δολαρίου. Κάθε κατηγορία του αργού πετρελαίου τιμολογείται σε δολάρια και, ως εκ τούτου, η αξία των εξαγωγών είναι πολύ μικρότερη λόγω της διολίσθησης του αμερικανικού νομίσματος. Επομένως, πολλοί πιστεύουν ότι ο ΟΠΕΚ είναι ικανοποιημένος με την αύξηση της τιμής του πετρελαίου σε επίπεδα υψηλότερα από το όριο των 22 με 28 δολαρίων που έθεσε ο ίδιος ο οργανισμός. Κατά πάσα πιθανότητα, ο κυριαρχούμενος από τους Αραβες ΟΠΕΚ είναι λιγότερο θετικός ως προς τον πόλεμο των Αμερικανών στη Μέση Ανατολή απ’ ό,τι ο Τζορτζ Μπους. Μπορεί η προσφορά του πετρελαίου να είναι περιορισμένη, η ζήτηση όμως επεκτείνεται ραγδαία. Στην Kίνα η ζήτηση του μαύρου χρυσού αυξάνεται σε ραγδαίους ρυθμούς. Η ταχέως αναπτυσσόμενη κινεζική οικονομία θα αναλογεί το 2004 στο 40% της κατά 1,65 εκατομμύρια βαρέλια αύξησης της ζήτησης πετρελαίου, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας, (του ΙΕΑ) όπως αναφέρει ένας από τους αναλυτές της, ο Ντέιβιντ Φάιφς. Πέρυσι, η Κίνα ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος καταναλωτής πετρελαίου, μετά τις ΗΠΑ. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η πρόσφατη αύξηση των τιμών πετρελαίου είναι πολύ πιο μέτρια συγκριτικά με τη δεκαετία του ’70. Ωστόσο, σε πραγματικούς όρους –δηλαδή, προσαρμοσμένη στον πληθωρισμό- η τιμή του πετρελαίου είναι πολύ χαμηλότερη συγκριτικά με τη δεκαετία του ’70. Πέραν τούτου, οι πλούσιες χώρες του κόσμου είναι λιγότερο εξαρτημένες στο πετρέλαιο σε σχέση με τότε, γιατί έχουν γίνει πολύ πιο αποτελεσματικές στην παραγωγή προϊόντων, ενώ ούτως ή άλλως, κατασκευάζουν πολύ λιγότερα. Στην Ασία –όπου η ανάπτυξη των οικονομιών συνδέεται πολύ περισσότερο με το πετρέλαιο σε σχέση με την αμερικανική- εγκυμονεί ο κίνδυνος της αύξησης του πληθωρισμού ή της μείωσης του ρυθμού ανάπτυξης ή και των δύο. Η Goldman Sachs προβλέπει ότι οι οικονομίες της Ασίας θα επωμισθούν το βάρος της αύξησης της τιμής του πετρελαίου. Δεδομένου ότι η ευρύτερη περιοχή αναλογούσε, πέρυσι, στο ήμισυ της παγκόσμιας ανάπτυξης (βάσει της αγοραστικής δύναμης), μια τέτοια εκτίμηση είναι δυσάρεστη. Η Κίνα βρίσκεται ήδη στα όρια της υπερθέρμανσης. Αλλά οι πληθωριστικές πιέσεις αυξάνονται και σε άλλες οικονομίες της περιοχής. Εάν οι εταιρείες δεν περάσουν την αύξηση του κόστους των πρώτων υλών στους καταναλωτές, τότε θα αναγκασθούν να προχωρήσουν σε περικοπές του προσωπικού τους ή θα αποδεχθούν την πτώση της κερδοφορίας τους. Η επιβράδυνση των παγκόσμιων ρυθμών ανάπτυξης θα πλήξει τις χρηματιστηριακές αγορές και τις αγορές ομολόγων. Και εάν οι αγορές κλονισθούν, η εμπιστοσύνη των καταναλωτών δεν θα μείνει ανεπηρέαστη. Συνεπώς, η αύξηση της τιμής του πετρελαίου ενδεχομένως να μην οδηγήσει σε μια απλώς τεταμένη αλλά σε μια αδιέξοδη κατάσταση. (Από την εφημερίδα Καθημερινή, 27/03/2004)