Η δημοκρατία είναι μια πολύ δημοφιλής λέξη στις μέρες μας. Δεν υπάρχει σχεδόν καμία χώρα στον κόσμο σήμερα της οποίας η κυβέρνηση να μην ισχυρίζεται πως είναι δημοκρατική. Ταυτόχρονα όμως, δεν υπάρχει καμία χώρα για την οποία οι άλλοι – εντός και εκτός – να μην την κατηγορούν ότι είναι αντιδημοκρατική.

Η δημοκρατία είναι μια πολύ δημοφιλής λέξη στις μέρες μας. Δεν υπάρχει σχεδόν καμία χώρα στον κόσμο σήμερα της οποίας η κυβέρνηση να μην ισχυρίζεται πως είναι δημοκρατική. Ταυτόχρονα όμως, δεν υπάρχει καμία χώρα για την οποία οι άλλοι – εντός και εκτός – να μην την κατηγορούν ότι είναι αντιδημοκρατική.

Δεν φαίνεται πως υπάρχει ομοφωνία για το τι εννοούμε όταν λέμε πως ένα κράτος είναι δημοκρατικό. Το πρόβλημα είναι φανερό από την ίδια την ετυμολογία της λέξης, η οποία προέρχεται από τις ελληνικές ρίζες Δήμος, δηλαδή λαός και –Κρατία, δηλαδή εξουσία. Τι εννοούμε όμως λέγοντας εξουσία; Και τι εννοούμε λέγοντας λαός;

Ο Λουσιέν Φεμπίρ είπε ότι είναι πάντοτε σημαντική η ιστορία μιας λέξης. Η λέξη δημοκρατία δεν ήταν πάντοτε τόσο δημοφιλής. Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη σύγχρονη πολιτική στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, ιδίως στην Δυτική Ευρώπη. Εκείνη την εποχή, είχε το ίδιο άκουσμα όπως η τρομοκρατία σήμερα.

Η ιδέα ότι ο «λαός» θα καταλάμβανε την «εξουσία» θεωρείτο από όλους τους αξιότιμους πολίτες ως πολιτικός εφιάλτης, τον οποίο ονειρεύονταν οι ανεύθυνοι εξτρεμιστές. Στην πραγματικότητα, ο βασικός σκοπός των αξιότιμων πολιτών ήταν να εξασφαλίσουν πως η πλειοψηφία δεν θα είχε τη δυνατότητα να αποφασίζει. Η εξουσία έπρεπε να παραμείνει σε εκείνους που είχαν συμφέρον να διατηρήσουν τον κόσμο ως είχε, ή ως έπρεπε να είναι. Αυτοί ήταν οι άνθρωποι με περιουσία και σύνεση, που θεωρούνταν ικανοί να λάβουν αποφάσεις.

Μετά τις επαναστάσεις του 1848, κατά τις οποίες ο «λαός» ξεσηκώθηκε σε κοινωνικές και εθνικές εξεγέρσεις, οι κατέχοντες και οι συνετοί φοβήθηκαν. Απάντησαν αρχικά με την επιβολή και στη συνέχεια με υπολογισμένες παραχωρήσεις. Οι παραχωρήσεις περιλάμβαναν την σταδιακή αποδοχή των εκλογών. Πίστευαν ότι η κάλπη θα ικανοποιούσε τα αιτήματα του «λαού» και θα τον παρότρυνε να διατηρήσει το υπάρχον σύστημα.

Στα επόμενα 150 χρόνια, αυτή η παραχώρηση και άλλες λειτούργησαν σε σημαντικό βαθμό. Οι ακραίες εκδηλώσεις αποσιωπήθηκαν και μετά το 1945 η ίδια η λέξη «δημοκρατία» έγινε αποδεκτή. Τώρα όλοι δήλωναν υπέρ της και εκεί βρισκόμαστε σήμερα.

Το πρόβλημα όμως είναι ότι δεν είναι όλοι είναι πεπεισμένοι ότι ζούμε σε πραγματικά δημοκρατικές χώρες στις οποίες ο λαός έχει την εξουσία και λαμβάνει τις αποφάσεις. Μόλις εκλέγονται οι αντιπρόσωποι, συχνά δεν ικανοποιούν τη βούληση της πλειοψηφίας ή καταπιέζουν σημαντικές μειοψηφίες. Ο «λαός» συχνά αντιδρά με διαδηλώσεις, απεργίες και εξεγέρσεις. Είναι άραγε «δημοκρατικό» να αγνοούνται αυτές; Ή μήπως είναι «δημοκρατικό» να υποχωρεί μια κυβέρνηση στη βούληση του «λαού»;

Και ποιος είναι ο λαός τελικά; Είναι η αριθμητική πλειοψηφία; Ή συγκεκριμένες ομάδες έχουν εξασφαλισμένα δικαιώματα; Θα έπρεπε οι πιο σημαντικές από αυτές να έχουν κάποια σχετική αυτονομία; Και τι είδους συμβιβασμοί ανάμεσα στην «πλειοψηφία» και τις σημαντικές «μειοψηφίες» αποτελούν «δημοκρατικό» αποτέλεσμα;

Τέλος, δεν πρέπει να αγνοούμε τους τρόπους με τους οποίους η δημοκρατική ρητορική χρησιμοποιείται ως γεωπολιτικό μέσο. Η καταδίκη άλλων χωρών ως αντιδημοκρατικές χρησιμοποιείται συχνά για να δικαιολογήσει την επέμβαση στα πολιτικώς ασθενέστερα κράτη. Το αποτέλεσμα αυτών των επεμβάσεων δεν είναι απαραίτητα η έλευση μιας περισσότερο δημοκρατικής κυβέρνησης, απλά μιας με διαφορετική εξωτερική πολιτική.

Ίσως θα έπρεπε να ορίζουμε τη δημοκρατία ως έναν στόχο, ο οποίος δεν έχει επιτευχθεί πουθενά ακόμη. Κάποιες χώρες φαντάζουν πιο αντιδημοκρατικές από κάποιες άλλες. Υπάρχουν όμως χώρες φανερά πιο δημοκρατικές από άλλες;