Το Προφιτερόλ ως Λύση στα Προβλήματα της Αγοράς Ηλεκτρισμού

Μια από τις πιο αγαπημένες μου σκηνές στον ελληνικό κινηματογράφο είναι το πασίγνωστο «προφιτερόλ», όταν ο αρκετά αγαθός και ειλικρινής προγυμναστής των ελληνικών, λέει στο γκαρσόνι που προσπαθεί να του μάθει τη λέξη: «δεν θέλω να το μάθω, θέλω να το φάω». Κατά τη γνώμη μου, δεν υπάρχει καλύτερη περιγραφή της αποτελεσματικής διοίκησης (δημόσιας και εταιρικής)
του Γιώργου Πεπόνη*
Τρι, 28 Σεπτεμβρίου 2010 - 17:05
Μια από τις πιο αγαπημένες μου σκηνές στον ελληνικό κινηματογράφο είναι το πασίγνωστο «προφιτερόλ», όταν ο αρκετά αγαθός και ειλικρινής προγυμναστής των ελληνικών, λέει στο γκαρσόνι που προσπαθεί να του μάθει τη λέξη: «δεν θέλω να το μάθω, θέλω να το φάω».  Κατά τη γνώμη μου, δεν υπάρχει καλύτερη περιγραφή της αποτελεσματικής διοίκησης (δημόσιας και εταιρικής).

Για παράδειγμα, στην αγορά ηλεκτρισμού συζητάμε εδώ και 11 χρόνια όλα τα προσδιοριστικά της λέξης «αγορά» («με κανόνες», «με επάρκεια», «με κοινωνική ευαισθησία», «χωρίς κερδοσκόπους», κ.ά.), χωρίς όμως να έχουμε γευτεί ούτε λίγη από την πραγματική ουσία της. Ξεκινήσαμε και λίγο στραβά βέβαια: η εκάστοτε πολιτική ηγεσία έπρεπε να εγκρίνει, σε επίπεδο υπουργού μάλιστα, τους κανόνες για την «πρωτεύουσα έως τριτεύουσα εφεδρεία», το ύψος της «ισχύος βραχυκύκλωσης», τη «ρυθμιζόμενη τιμή των ΑΔΙ», τις «παραμέτρους υπολογισμού μονοπωλιακών χρεώσεων», και άλλες ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Ακολουθήσαμε δηλαδή μία διαδικασία κανόνων και όχι αρχών, με την οποία είναι σχεδόν αδύνατο να ληφθούν αποφάσεις επειδή η συζήτηση εστιάζεται στις λεπτομέρειες (τυχαίο;).

Παράδειγμα 1ο: Τα ρυθμιζόμενα τιμολόγια λιανικής της ΔΕΗ. Είναι προφανές ότι πρέπει να προστατευθούν οι πραγματικά ευάλωτοι καταναλωτές (π.χ. οικιακοί με χαμηλό εισόδημα και μικρές επιχειρήσεις). Αυτοί δικαιούνται το χαμηλότερο δυνατό τιμολόγιο. Όταν όμως η πολιτική ηγεσία θέλει να ελέγχει τα πάντα, προκειμένου να μην απεμπολίσει την εξουσία παροχής «προστασίας» και σε πολλές άλλες κοινωνικές ομάδες, φτάνουμε σε χρόνιες στρεβλώσεις και αναιρείται στην ουσία το δικαίωμα των πραγματικά ευάλωτων καταναλωτών. Γιατί όταν πολλαπλάσιοι του κανονικού καταναλωτές απολαμβάνουν ρυθμιζόμενα τιμολόγια κάτω του κόστους, είναι φανερό ότι κάποιος άλλος πρέπει να πληρώσει. Αυτός είναι κυρίως οι επιχειρήσεις, οι οποίες μεταθέτουν φυσικά το κόστος στα προϊόντα τους, και τα δημόσια κτίρια. Συνηθήσαμε δηλαδή να μην πληρώνουμε την τιμή που θα έπρεπε για το ρεύμα στο σπίτι μας, αλλά στο ταμείο των καταστημάτων, στην εφορία για τα δημόσια κτίρια, και στα δημοτικά τέλη. Αυτό πλήτει βέβαια και τους ευάλωτους καταναλωτές ρεύματος, οι οποίοι χάνουν στην πράξη το δικαίωμά τους για φθηνότερα τιμολόγια.

Ποιο όμως θα μπορούσε να είναι ένα νέο σημείο δημιουργικής ισορροπίας για τα τιμολόγια; Η πολιτεία να θέσει τις ορθές αρχές και να επιλέξει τους γενικούς μηχανισμούς: χαμηλά τιμολόγια για τους ευάλωτους, άμεση σύνδεση των λοιπών ρυθμιζόμενων τιμολογίων με τις τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς. Οι ανεξάρτητες αρχές να θέσουν τους συγκεκριμένους κανόνες και να ελέγχουν ότι δεν υπάρχουν σταυροειδείς επιδοτήσεις και τιμολόγηση κάτω του κόστους. Οι επιχειρήσεις να οδηγηθούν να ανταγωνίζονται πραγματικά μεταξύ τους σε τιμολόγια και υπηρεσίες.

Παράδειγμα 2ο: Οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις για τη χρήση των δικτύων. Υφιστάμεθα επί χρόνια μεθοδολογίες και λεπτομερείς παραμέτρους για τη χρέωση κάθε κατηγορίας καταναλωτών. Αγνοούμε όμως έτσι τα σημαντικότερα:

1. Ο ιδιοκτήτης των δικτύων μας φέρνει στο τέλος κάθε χρόνου τον λογαριασμό και μας λέει «πληρώστε»! Είναι δυνατόν, επί της αρχής, ο ρυθμιστής να ελέγχει αν τα κοστολόγια δικτύων ολόκληρης της ΔΕΗ είναι εύλογα και σύμφωνα με τον λογιστικό διαχωρισμό; Έχει αποδειχθεί ότι προφανώς όχι. Επιμένουμε όμως,  παρότι όλες οι ανταγωνιστικές οικονομίες έχουν λύσει το θέμα κυρίως με τη «ρύθμιση μέσω κινήτρων» και τη «συγκριτική αξιολόγηση». Μόνον στις ΥΚΩ (υπηρεσίες κοινής ωφέλειας) η ΡΑΕ θέσπισε ρυθμιστικούς κανόνες κινήτρων μακροχρόνιας μείωσης του συνολικού κόστους, αλλά και εκεί η πρόταση της ΔΕΗ για τον Κώδικα Διαχείρισης των Νησιών προσπαθεί να γυρίσει την κατάσταση στο παρελθόν της «κοστολογικής ανάλυσης» όπου μόνο αυτή γνωρίζει τα πραγματικά στοιχεία.

2. Στο τέλος της ημέρας, είναι ολοφάνερο ότι η διαφοροποίηση των χρεώσεων δικτύων και ΥΚΩ μεταξύ των κατηγοριών καταναλωτών δεν σχετίζεται με πραγματικά κόστη αλλά με τα στρεβλά τιμολόγια της ΔΕΗ, υποχρεώνοντας έτσι και τους ανταγωνιστές της να έχουν στρεβλά τιμολόγια και περιορισμένο πελατολόγιο.

Παράδειγμα 3ο: Τα «ΑΔΙ», δηλαδή το ετήσιο αντάλλαγμα που λαμβάνουν οι παραγωγοί για την κάλυψη του σταθερού τους κόστους. Το ύψος της τιμής τους μονοπωλεί απελπιστικά τις επιλεκτικές συζητήσεις που γίνονται αυτή την περίοδο προκειμένου να «έχουμε κάτι να δείξουμε στην τρόικα για την αγορά». Αντί η πολιτεία να θέσει τους κανόνες μίας αγοράς που θα προάγει τους αποδοτικότερους συμμετέχοντες και τη συνολική αποτελεσματικότητα χάριν μεγιστοποίησης του κοινωνικού ωφέλους, ψάχνει να ρυθμίσει όλες τις λεπτομέρειες και να ορίσει το τελικό σκορ σε έναν αγώνα μεταξύ όσων στριμώχνονται για ένα κομάτι από την πίτα σήμερα, αδιαφορώντας για το αύριο. Ελπίζω κάποια στιγμή να συμπεριληφθούν κάπως στη συζήτηση τα εξής:

1. Οι πραγματικά δημιουργικές εταιρείες δεν αποφασίζουν ούτε βάσει προσώπων ούτε βάσει πρόσκαιρων συμφωνιών. Μεσο-μακροπρόθεσμα τα επιχειρηματικά τους σχέδια και οι αποφάσεις επενδύσεων στηρίζονται μόνον στην ωριμότητα του πλαισίου, στη ρυθμιστική ασφάλεια και στις αντικειμενικές προοπτικές.

2. Πολλά ακούγονται για το πόσο θα αυξηθεί η τιμή των ΑΔΙ. Γιατί όμως δεν αφήνουμε την αγορά να αποφασίσει, όπως άλλωστε λέει και ο Κώδικας ότι θα γίνεται από 1ης Οκτωβρίου 2010; Μήπως γιατί η αγορά θα μειώσει τις σημερινές τιμές των ΑΔΙ για 1-2 χρόνια; Προφανώς ναι, άλλωστε είναι γνωστό ότι έχουμε υπερεπάρκεια ισχύος με τις νέες μονάδες. Αυξάνοντας όμως τεχνητά τα ΑΔΙ, αντίθετα σε κάθε εύλογο επιχείρημα, ορισμένοι πετυχαίνουν άμεσα όχι μόνον εύκολα έσοδα, αλλά και αποφασιστικό πλήγμα στους αντίπαλους (όπως τους θεωρούν) εμπόρους-προμηθευτές. Μόνο που, αγορά με ένα πόδι δεν μπορεί να στηριχθεί!

Είναι φανερό από τα παραπάνω, ότι η ενασχόληση με τις λεπτομέρειες εύκολα οδηγεί σε αποφάσεις που, αν αυτοί που τις λαμβάνουν απομακρυνθούν λίγο και τις δουν σφαιρικά, είναι τις περισσότερες φορές μακροχρόνια καταστροφικές, με κύριο θύμα τον τελικό καταναλωτή (από τον οικιακό έως τη μεγάλη βιομηχανία).

Έχουμε ανάγκη από τα συντεταγμένα όργανα του κράτους, ξεκινώντας από τον στρατηγό (πολιτική ηγεσία), τους επιτελείς (ανεξάρτητες αρχές) και τα εκτελεστικά όργανα (ρυθμιζόμενες και εποπτευόμενες επιχειρήσεις) να ασκήσουν το καθένα τον ρόλο που αρμόζει στο επίπεδό του, απομακρυνόμενοι από τα πιο μικρά ώστε να βλέπουν το σύνολο, να μπορούν να χαράξουν και να υλοποιήσουν ένα πιο δημιουργικό μέλλον. Οι λεπτομέρειες θα οριστικοποιηθούν εν τέλει από τους αρμόδιους όπως είναι αναγκαίο (και ιδιαίτερα σημαντικό), αφού όμως αποφασιστούν πρώτα οι κατάλληλες αρχές και δοθούν οι κατευθύνσεις.

Δυστυχώς, στο δικό μας κατάστημα ο πελάτης θέλοντας να παραγγείλει το γλυκό του, άρχισε εδώ και χρόνια να συζητά όχι μόνο με τον σερβιτόρο, αλλά και με τον παρασκευαστή και τους προμηθευτές, και κάπου εκεί χάθηκε στο χωράφι προσπαθώντας να μάθει τα πάντα για τις πρώτες ύλες, να ελέγξει τις τιμές σε όλα τα στάδια, να επιβάλει συνταγές, κλπ, κλπ. Θα μπορούσε όμως απλώς να περιγράψει αυτό που θέλει, τα όρια ποιότητας και τιμών που ζητά, και μετά να είναι έτοιμος να απευθυνθεί αλλού αν δεν ικανοποιηθεί. Αυτό δηλαδή που κάνουμε όλοι μας στην ατομική μας ζωή, όταν βέβαια δεν μας επιβάλλουν κάποιοι επαχθείς περιορισμούς ελευθερίας προς το δικό τους συμφέρον.

Βέβαια, και ο συμπαθής προγυμναστής των ελληνικών στο τέλος παρήγγειλε έναν ελληνικό καφέ λόγω κόστους, και αυτός ο ρεαλισμός του τον κάνει ακόμη πιο συμπαθή (δεν πλήρωσε με πιστωτική!). Νοιώθω σίγουρος ότι καμία σχέση δεν είχε με τον τεμπέλη, μικροαπατεώνα και «μακρυχέρη» καραγκιόζη, από τον οποίο ευτυχώς κάποιοι μας απάλαξαν ως προς την επίσημη τουλάχιστον σχέση μαζί του.

(
*Ο κ. Γιώργος Πεπόνης είναι country manager της EGL Hellas, θυγατρικής του ελβετικού ενεργειακού ομίλου EGL)

(από www.capital.gr, 28/09/2010)