Οριοθέτηση Θαλασσίων Υδάτων Ελλάδας – Αλβανίας: Ζήτημα με Ευρύτερες Προεκτάσεις

Ένα από τα ζητήματα που εκ των πραγμάτων θα επηρεάσουν την ελληνική εξωτερική πολιτική το επόμενο έτος θα είναι και οι εξελίξεις στο θέμα της οριοθέτησης των θαλασσίων υδάτων ανάμεσα σε Ελλάδα και Αλβανία, μολονότι το ζήτημα δεν έχει απασχολήσει ευρέως τον δημόσιο διάλογο στην χώρα μας. Θυμίζουμε ότι με απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αλβανίας, στα τέλη Ιανουαρίου του 2010, εκρίθη άκυρη η συμφωνία για την οριοθέτηση των χωρικών υδάτων με την Ελλάδα, η οποία, μετά από χρόνιες διαπραγματεύσεις, υπεγράφη, τελικά, στις 27 Απριλίου του 2009, από τους τότε υπουργούς Εξωτερικών Ελλάδας και Αλβανίας, κ. Ντόρα Μπακογιάννη και Λουλζίμ Μπάσα, παρουσία και των πρωθυπουργών των δύο χωρών κ. Κώστα Καραμανλή και Σαλί Μπερίσα
energia.gr
Τετ, 29 Δεκεμβρίου 2010 - 08:22

Ένα από τα ζητήματα που εκ των πραγμάτων θα επηρεάσουν την ελληνική εξωτερική πολιτική το επόμενο έτος θα είναι και οι εξελίξεις στο θέμα της οριοθέτησης των θαλασσίων υδάτων ανάμεσα σε Ελλάδα και Αλβανία, μολονότι το ζήτημα δεν έχει απασχολήσει ευρέως τον δημόσιο διάλογο στην χώρα μας.

Θυμίζουμε ότι με απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αλβανίας, στα τέλη Ιανουαρίου του 2010, εκρίθη άκυρη η συμφωνία για την οριοθέτηση των χωρικών υδάτων με την Ελλάδα, η οποία, μετά από χρόνιες διαπραγματεύσεις, υπεγράφη, τελικά, στις 27 Απριλίου του 2009, από τους τότε υπουργούς Εξωτερικών Ελλάδας και Αλβανίας, κ. Ντόρα Μπακογιάννη και Λουλζίμ Μπάσα, παρουσία και των πρωθυπουργών των δύο χωρών κ. Κώστα Καραμανλή και Σαλί Μπερίσα. Είναι εμφανές ότι η πολιτική ηγεσία της γειτονικής χώρας υπαναχωρεί από την συμφωνία, όπως δείχνουν και οι δηλώσεις του Αλβανού Προέδρου Μπαμίρ Τόπι, στις 24 Σεπτεμβρίου 2010, στη «Φωνή της Αμερικής», ότι «μία οδός η οποία οδηγεί στην επίλυση του ζητήματος αυτού, είναι δια μέσου του Διεθνούς Δικαστηρίου». Επίσης, η Υφυπουργός Εξωτερικών της Αλβανίας Edith Harxhi, σε συνέντευξη που παρεχώρησε στην αλβανική εφημερίδα «Shqip», στις 10/11, ισχυρίστηκε ότι η «συμφωνία στην πράξη απέτυχε, διότι το Συνταγματικό Δικαστήριο την απέρριψε». Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, η αλβανική υπαναχώρηση υπαγορεύθηκε μετά από έντονες παρασκηνιακές πιέσεις της Τουρκίας.

Μάλιστα, η κ. Harxhi ανέφερε ότι οι συνομιλίες επρόκειτο να είναι σε επίπεδο Γενικών Γραμματέων των Υπουργείων Εξωτερικών «και εκεί θα συζητηθούν όλα τα θέματα που έχουμε». Αφού τόνισε ότι πρόκειται για μια πρακτική που ακολουθείται με όλες τις χώρες, μία φορά το χρόνο, πρόσθεσε ότι συζητούνται σε αυτές «και ιδιαίτερα ζητήματα, όπως είναι στην προκειμένη περίπτωση η Συμφωνία για την οριοθέτηση των θαλασσίων συνόρων». Ωστόσο, η ανακοίνωση του ελληνικού ΥΠΕΞ που εκδόθηκε μετά από τις συνομιλίες Ζέπου-Τ urdiu στην Αθήνα, στις 26 Νοεμβρίου 2010, δεν αναφέρει συζήτηση για το θέμα.

Είναι φανερό, λοιπόν, ότι από την τύχη της σχετικής συμφωνίας θα επηρεαστεί και το σκηνικό στο Αιγαίο, όπου η Τουρκία αμφισβητεί ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, όπως την άσκηση του δικαιώματος επέκτασης των χωρικών μας υδάτων στα 12 ν.μ., προωθώντας, παράλληλα, ιδέες περί «συνεκμετάλλευσης» του ορυκτού του πλούτου.

Ένα αρνητικό αποτέλεσμα για την Ελλάδα στο ζήτημα αυτό με την Αλβανία θα δημιουργήσει ένα προηγούμενο το οποίο σαφώς και θα σπεύσει να εκμεταλλευτεί η Άγκυρα.

Το ζήτημα με την Αλβανία δεν θα πρέπει να θεωρηθεί αποκομμένο από τις ευρύτερες «νέο-οθωμανικές» βλέψεις της Άγκυρας, καθώς ο ίδιος ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας στο περίφημο βιβλίο του «Στρατηγικό Βάθος – Η Διεθνής Θέση της Τουρκίας», (το οποίο αποτελεί το γεωπολιτικό μανιφέστο του) τονίζει ότι: «Οι δύο βραχυπρόθεσμοι και μεσοπρόθεσμοι στόχοι της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στα Βαλκάνια είναι η ενίσχυση της Βοσνίας και της Αλβανίας, μέσα σε ένα πλαίσιο σταθερότητας, και η διαμόρφωση πλαισίου διεθνούς δικαίου για την ασφάλεια των εθνοτικών μειονοτήτων στην περιοχή».

Θα είναι, άραγε, παρακινδυνευμένο να προβλέψουμε ότι η «εξωτερική πολιτική των μηδενικών προβλημάτων», την οποία ευαγγελίζεται το νέο δόγμα της γείτονος θα μπορούσε να εκφραστεί και σε περιφερειακό επίπεδο, με την Άγκυρα, ως «ηγεμονικός σταθεροποιητής» της περιοχής, να προσφέρει τις «καλές της υπηρεσίες» σε δύο γείτονες, όπως η Ελλάδα και η Αλβανία, οι οποίες έχουν «εκκρεμείς διαφορές που άπτονται του διεθνούς δικαίου»;