Όσοι πίστεψαν ότι η Ελλάδα αποτελεί μοναδική περίπτωση σπατάλης και κακοδιαχείρισης στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), πρέπει σήμερα να τρίβουν τα μάτια τους. Όσοι θεώρησαν ότι το πρόβλημα είναι αποκλειστικά ελληνικό, πρέπει σήμερα να έχουν μείνει έκπληκτοι. Όχι φυσικά γιατί η ελληνική οικονομία είναι κάτι πολύ διαφορετικό από μια χώρα με τα πολύ σοβαρά προβλήματα που όλοι γνωρίζουμε και που την οδήγησαν στη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα

Όσοι πίστεψαν ότι η Ελλάδα αποτελεί μοναδική περίπτωση σπατάλης και κακοδιαχείρισης στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), πρέπει σήμερα να τρίβουν τα μάτια τους. Όσοι θεώρησαν ότι το πρόβλημα είναι αποκλειστικά ελληνικό, πρέπει σήμερα να έχουν μείνει έκπληκτοι.

Όχι φυσικά γιατί η ελληνική οικονομία είναι κάτι πολύ διαφορετικό από μια χώρα με τα πολύ σοβαρά προβλήματα που όλοι γνωρίζουμε και που την οδήγησαν στη δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα. Όμως η κατρακύλα της χώρας-πρότυπο Ιρλανδίας δείχνει το κολοσσιαίο μέγεθος της συστημικής κρίσης. Κρίσης παγκόσμιας, αλλά με ιδιαίτερη διάσταση στο χώρο της ΕΕ, όπου το κατασκευαστικό πρόβλημα του ενιαίου νομίσματος είναι έντονο.

Κι όμως, μόλις πριν από λίγους μήνες αξιωματούχοι της ΕΕ κόμπαζαν ότι το πρόβλημα είναι αμερικάνικο κι επομένως δεν χρειάζονται ιδιαίτερες ευρωπαϊκές δράσεις.

Τώρα, που μέσω του «διεθνούς νομισματικού ταμείου» (ΔΝΤ) επιχορηγείται η ευρωπαϊκή οικονομία, άραγε τι έχουν να πουν; Δυστυχώς, μάλιστα, η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη απ' ό,τι, ακόμα και σήμερα, οι περισσότεροι πιστεύουν.

Το ιδιωτικό μόνο χρέος της Ιρλανδίας είναι πάνω από τρεις φορές το εθνικό της εισόδημα, ενώ το συνολικό δημόσιο και ιδιωτικό μαζί υπερβαίνουν τις τέσσερις φορές. 'Ασχημη είναι η κατάσταση και σε Ισπανία και Πορτογαλία, με ιδιωτικά χρέη που ξεπερνούν το 240% του ΑΕΠ τους. Σε δεινή θέση βρίσκονται κι άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων η Γαλλία (160%) και η Ιταλία (130%).

Το πικρό ποτήρι της ΕΚΤ

Το χειρότερο όμως είναι ότι τα χαρτιά αυτά του ιδιωτικού χρέους βρίσκονται, μεταξύ των άλλων, σε ευρωπαϊκές τράπεζες και μεγάλα ασφαλιστικά ταμεία. Η κατάρρευση της δευτερογενούς αγοράς των ιρλανδικών ομολόγων ανάγκασε την «ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα» (ΕΚΤ), από το προηγούμενο κιόλας καλοκαίρι, να προσπαθεί να τη σταθεροποιήσει, προβαίνοντας σε εκτεταμένες αγορές ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά. Η κατάσταση όμως δεν ήταν δυνατόν να σταθεροποιηθεί, κι έτσι η διάσωση έγινε φανερή και... μέσω του ιρλανδικού κράτους.

Στο τέλος, ο διοικητής της ΕΚΤ θα αναγκαστεί να πιει το πικρό ποτήρι μιας νομισματικής χρηματοδότησης του τεράστιου χρέους στην ΕΕ. Θα χρειαστεί να προβεί σε μαζικές αγορές ομολόγων με καταρρέουσες αξίες, και τελικά ίσως αναγκαστεί να αγαπήσει και τον πιο θανάσιμο εχθρό του: τον πληθωρισμό. Μάλιστα, όσο περισσότερες περικοπές συστήνει σήμερα, τόσο περισσότερο θα αναγκαστεί να βάλει το χέρι στην τσέπη στο τέλος.

Μερικοί ρωτάνε μέχρι ποια χώρα στην ΕΕ θα χτυπήσει η κρίση. Η απάντηση είναι ότι στην ουσία θα πάει παντού. Ή, για την ακρίβεια, έχει ήδη μολύνει όλες τις χώρες, καθώς το διατραπεζικό σύστημα έχει παγώσει και η χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής οικονομίας είναι εξαιρετικά υποτονική.

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες απέχουν μακράν από το να διαθέτουν τα αναγκαία κεφάλαια αντιμετώπισης της κατάστασης. Μόνο οι ιδιωτικοί τομείς των τεσσάρων αδύναμων χωρών της Ευρωζώνης οφείλουν σε αυτές σχεδόν 2 τρις ευρώ.

Μέσα στο κλίμα αυτό, στην Ελλάδα ανακοινώθηκαν οι προβλέψεις από την «ευρωπαϊκή επιτροπή» (Κομισιόν) για την οικονομία της χώρας. Η ανακοινωθείσα χλωμή και αμφίβολη «ανάκαμψη» για το 2012 (1.1%) συνδυάστηκε με τις αυξημένες -λόγω Ιρλανδίας- ελπίδες για επιμήκυνση της αποπληρωμής μάλλον του συνόλου των 110 δις ευρώ που λαμβάνουμε μέχρι τα μέσα του 2013.

Εκτός του ότι υπάρχουν κάποιες βάσιμες αμφιβολίες για το ρυθμό μεγέθυνσης, λίγοι πρόσεξαν πάλι ότι, εκτός από την επιδείνωση της ανεργίας και του δημόσιου χρέους, αναμένεται νέα επιδείνωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, από 7.4% του ΑΕΠ το 2011 σε 7.6% το 2012 -κι αυτό με την προϋπόθεση του προαναφερθέντος θετικού δείκτη ανάπτυξης για το έτος εκείνο.

Όπως γίνεται κατανοητό, η ελληνική οικονομία όχι μόνο θα βρει σύντομα μπροστά της τοίχο, ιδίως όσον αφορά την είσπραξη φορολογικών εσόδων, αλλά επιπλέον δεν πρόκειται να μπορέσει να βγει στις αγορές και να δανειστεί με βιώσιμα επιτόκια στο ορατό μέλλον.

Κι αυτό γιατί το πρόβλημα είναι συστημικό, ευρωπαϊκό, και το χρέος που πρέπει να εξυπηρετήσει, με καθηλωμένο το ΑΕΠ της, είναι ασήκωτο. Ακόμα και να πετύχει με τις λιγότερες αντιδράσεις να εφαρμόσει σχεδόν όλα όσα περιλαμβάνονται στο μνημόνιο, τα περισσότερα εκ των οποίων αφορούν τα αυτονόητα και θα έπρεπε το ίδιο το εγχώριο πολιτικό σύστημα από χρόνια να έχει εφαρμόσει, πολύ δύσκολα θα αποφύγει μια μακροχρόνια και επώδυνη οικονομική στασιμότητα.

Γι' αυτό, είναι καλύτερο, αντί των εξαγγελιών για «κοινωνικό μέρισμα», την εκλογική χρονιά του 2013, η ελληνική κυβέρνηση να προσπαθήσει άμεσα να εκμεταλλευτεί τη δυσμενή θέση μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών, προτού οι τελευταίες ξεφορτωθούν σε σημαντικό βαθμό τα ελληνικά ομόλογα, ώστε να πετύχει μια πιο βιώσιμη μακροπρόθεσμα λύση.

Επείγει ακόμα να χτίσει ευρωπαϊκές συμμαχίες με τις «ελλειμματικές χώρες της ευρωζώνης», ώστε να κερδίσει καλύτερους όρους σε μια πιθανή γενικότερη αναδιάρθρωση των δημόσιων χρεών στην ΕΕ. Τότε, μαζί με νέο, αλλά βιώσιμο αυτή τη φορά, δανεισμό, θα μπορέσει να πάρει μια πραγματική ανάσα, ώστε να αρχίσει να βάζει τις βάσεις για μια νέα παραγωγική δομή για την ελληνική οικονομία, στη βάση των αναμφισβήτητων συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας.

Ο Θοδωρής Πελαγίδης είναι καθηγητής στο πανεπιστήμιο Πειραιώς

(από την εφημερίδα "Free Sunday", 15/01/2011)