Τουρκία και Μέση Ανατολή: Οι Σημερινές Ευκαιρίες της Πολιτικής Ερντογάν, Πιθανά Αυριανά Προβλήματα

Λίγοι μήνες απομένουν μέχρι τον Ιούνιο, οπότε και η Τουρκία θα βρεθεί μπροστά σε μία νέα εκλογική αναμέτρηση, που αναμένεται να αναδείξει πάλι νικητή τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης ( AKP). Μάλιστα, η δέσμευση του Τούρκου πρωθυπουργού να προχωρήσει μετά από τις εκλογές, και τη διαφαινόμενη άνετη επικράτησή του, στην κατάρτιση νέου Συντάγματος, που θα αντικαταστήσει πλήρως εκείνο που ισχύει σήμερα –με τροποποιήσεις - από το 1982, και που αποτελεί προϊόν του πραξικοπήματος του Εβρέν, ανοίγει τον δρόμο για την εγκαθίδρυση μίας νέας εποχής στα εσωτερικά της Τουρκίας, όπου τον πρώτο λόγο δεν θα έχει η κεμαλική πολιτική κληρονομιά, αλλά η μετριοπαθής ισλαμιστική ατζέντα του Ερντογάν και του κόμματός του
energia.gr
Σαβ, 22 Ιανουαρίου 2011 - 21:03

Λίγοι μήνες απομένουν μέχρι τον Ιούνιο, οπότε και η Τουρκία θα βρεθεί μπροστά σε μία νέα εκλογική αναμέτρηση, που αναμένεται να αναδείξει πάλι νικητή τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης ( AKP). Μάλιστα, η δέσμευση του Τούρκου πρωθυπουργού να προχωρήσει μετά από τις εκλογές, και τη διαφαινόμενη άνετη επικράτησή του, στην κατάρτιση νέου Συντάγματος, που θα αντικαταστήσει πλήρως εκείνο που ισχύει σήμερα –με τροποποιήσεις - από το 1982, και που αποτελεί προϊόν του πραξικοπήματος του Εβρέν, ανοίγει τον δρόμο για την εγκαθίδρυση μίας νέας εποχής στα εσωτερικά της Τουρκίας, όπου τον πρώτο λόγο δεν θα έχει η κεμαλική πολιτική κληρονομιά, αλλά η μετριοπαθής ισλαμιστική ατζέντα του Ερντογάν και του κόμματός του.

Τα αποτελέσματα των πρόσφατων δημοσκοπήσεων, καθώς και οι εντυπωσιακές οικονομικές επιδόσεις της Τουρκίας δικαιολογούν την αισιοδοξία στο στρατόπεδο του ΑΚΡ. Για την επικράτησή του, ωστόσο, στις εκλογές αυτές απαραίτητη είναι μία πολιτική κατευνασμού απέναντι στο κουρδικό στοιχείο. Μάλιστα, μετά κι από το «καμπανάκι» το οποίο εσήμανε κατά το δημοψήφισμα της 12ης Σεπτεμβρίου 2010, όπου οι Κούρδοι απείχαν μαζικά – ιδίως στις ΝΑ περιοχές της χώρας, όπου είναι και η εθνική τους κοιτίδα – ο Ερντογάν αντελήφθη ότι χάνει ένα σημαντικό τμήμα της εκλογικής πελατείας του κόμματός του, το οποίο πλέον επιλέγει τον δρόμο της «εθνικής αφύπνισης».

Έτσι, ο πρόεδρος Γκιουλ ταξίδεψε πρόσφατα στις περιοχές αυτές για να περιορίσει μια περαιτέρω συζήτηση για αυτονομία, αν και, όπως τονίζουν αναλυτές, και μόνο το γεγονός ότι πραγματοποιήθηκε μία τέτοια περιοδεία, αποτελεί μια ακόμη ένδειξη ότι η κυβέρνηση συνεχίζει την πολιτική προσέγγισης. Προηγήθηκαν, τα προηγούμενα χρόνια, μια σειρά μεταρρυθμίσεων που επέτρεψαν απαγορευμένες ελευθερίες, όπως η χρήση της κουρδικής γλώσσας στη δημόσια τηλεόραση και το επισκεπτήριο φυλακών. Τελευταίο «κρούσμα» της πολιτικής στροφής αποτελεί το γεγονός ότι παρά την δημοσίευση στην ηλεκτρονική σελίδα του φιλοκουρδικού Κόμματος για την Ειρήνη και τη Δημοκρατία ενός μανιφέστου, που περιλαμβάνει και το αίτημα για «δημοκρατική αυτονομία». Όπως τονίζει σχετικό δημοσίευμα των New York Times: «Κανείς δεν έχει συλληφθεί» - αντίθετα με ό, τι μας είχαν ως τώρα συνηθίσει οι τουρκικές αρχές …

Θα αντέτεινε κανείς ότι αυτό αποτελεί ένδειξη της προσαρμογής της γείτονος στο «ευρωπαϊκό κεκτημένο», υπό την πίεση της ενταξιακής της πορείας στην ΕΕ. Οι εξελίξεις, ωστόσο, στις σχέσεις της Άγκυρας με την Ελλάδα και την Κύπρο δείχνουν ότι η τήρηση των αρχών της «καλής γειτονίας» και του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου δεν αποτελούν γνώμονα της πολιτικής Ερντογάν. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ιδωθούν και οι σφοδρές αντιδράσεις στις δηλώσεις Μέρκελ κατά την επίσκεψή της στην Κύπρο και οι συνεχιζόμενες παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, λίγο πριν την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στο Ερζερούμ. Η Άγκυρα δε βλέπει, αυτή τη στιγμή, προοπτική στη σχέση της με την Ευρώπη και, με πυξίδα και το νέο-οθωμανικό όραμα» των Νταβούτογλου – Ερντογάν, θεωρεί ότι οι προοπτικές για ανάπτυξη της ισχύος της είναι πιο θετικές στην Μέση Ανατολή, όπου πιστεύει ότι μπορεί να διαδραματίσει ρόλο περιφερειακής «υπερδύναμης» με δικούς της όρους.

Κρίνει, κατά τη λογική αυτή, ότι ακόμη κι αν οι ΗΠΑ δεν την βλέπουν ως έναν απόλυτα πιστό σύμμαχο, είναι αναγκασμένες, ωστόσο, να της φερθούν ως έναν παράγοντα του οποίου η παρουσία δεν μπορεί να αγνοηθεί. Καθώς, λοιπόν, τα σύννεφα της αστάθειας μαζεύονται απειλητικά στην περιοχή – αυτή τη βδομάδα οι ραγδαίες εξελίξεις στην Τυνησία, στον Λίβανο και αλλού δείχνουν ότι οι πιθανές εστίες πολλαπλασιάζονται σε όλη την περιοχή από το Μαρόκο ως την Συρία – θα προσπαθήσει να «εκβιάσει» ρόλο σταθεροποιητικού παράγοντα. Ακόμη κι αν ελλοχεύει ο κίνδυνος η αντιδυτική και αντι-ισραηλινή ρητορική της Τουρκίας να υποδαυλίσει ακόμη πιο πολύ την κρίση νομιμοποίησης των αυταρχικών ή ημιαυταρχικών καθεστώτων των χωρών αυτών…

Επικουρικά στον σχεδιασμό αυτό θα πρέπει να θεωρηθούν και τα σημαντικά βήματα συνεργασίας με τη Ρωσία, όπως δείχνει και η συνάντηση Νταβούτογλου και Λαβρώφ αντίστοιχα, χθες στην Κωνσταντινούπολη. Πραγματικά, στην σχετική ανακοίνωση του ρωσικού ΥΠΕΞ επισημαίνεται ότι οι δύο πλευρές «συντόνισαν τα ρολόγια τους» και για τα πλέον επίκαιρα ζητήματα της διεθνούς και περιφερειακής ημερήσιας διάταξης, μεταξύ των οποίων τα προβλήματα της ευρωπαϊκής ασφάλειας, η διευθέτηση του Μεσανατολικού, το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, η κατάσταση στο Ιράκ, τα Βαλκάνια και την Υπερκαυκασία, όπως και οι περαιτέρω προοπτικές της κοινής εργασίας στο πλαίσιο των υπαρχόντων σχημάτων στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.

Οι εξελίξεις αυτές, που περιγράφουν και την όλο και μεγαλύτερη αποξένωση ανάμεσα στην Τουρκία και το Ισραήλ, καθώς και ένα όλο και πιο εχθρικό περιφερειακό περιβάλλον για το τελευταίο, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως μία ευκαιρία σημαντική για Ελλάδα και Κύπρο. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, θα πρέπει να θεωρηθούν και ως το πρελούδιο μίας μακροχρόνιας περιόδου αποσταθεροποίησης για όλη την Μέση Ανατολή, με ζωτικούς κινδύνους για τα μετα-μπααθικά καθεστώτα των χωρών αυτών ή ακόμη και για τη Σαουδική Αραβία. Τα όποια βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα κέρδη της Τουρκίας από την «νέο-οθωμανική» και αντιδυτική της προσέγγιση τείνουν να την μετατρέψουν σε πιθανό μέρος του αναδυόμενου προβλήματος.