Πραγματική Ελληνική Οικονομία και Χαμένες Ευκαιρίες

Μπορεί κανείς να απαριθμήσει μία σειρά από ευνοϊκές συγκυρίες του παρελθόντος που θα ήταν δυνατό η πολιτική μας τάξη να έχει εκμεταλλευθεί ώστε να μην περιέλθουμε στη σημερινή δεινή δημοσιονομική κατάσταση. Κάτι τέτοιο θα συνεπαγόταν, ωστόσο, τολμηρές αποφάσεις με μεγάλο πολιτικό κόστος, τη στιγμή της λήψης των αποφάσεων αυτών και σύγκρουση με παγιωμένα, μικρά και μεγάλα, συμφέροντα. Βέβαια, θα αντιτείνει κανείς ότι στην πολιτική, πιο πολύ από ότι σε κάθε άλλο τομέα, είναι ανώφελο να αναλωνόμαστε στο «τι θα είχε συμβεί αν …». Κι αυτό γιατί στην «τέχνη του εφικτού» μόνα εφαρμόσιμα εργαλεία είναι τα δεδομένα που έχουν ισχύ στο παρόν. Ωστόσο, οι υποθέσεις για τις πολιτικές επιλογές και τις δυνατότητες που είχαμε στο παρελθόν μπορούν να είναι διδακτικές για να αποφύγουμε τα ίδια λάθη στο μέλλον
energia.gr
Πεμ, 24 Φεβρουαρίου 2011 - 21:01

Μπορεί κανείς να απαριθμήσει μία σειρά από ευνοϊκές συγκυρίες του παρελθόντος που θα ήταν δυνατό η πολιτική μας τάξη να έχει εκμεταλλευθεί ώστε να μην περιέλθουμε στη σημερινή δεινή δημοσιονομική κατάσταση. Κάτι τέτοιο θα συνεπαγόταν, ωστόσο, τολμηρές αποφάσεις με μεγάλο πολιτικό κόστος, τη στιγμή της λήψης των αποφάσεων αυτών και σύγκρουση με παγιωμένα, μικρά και μεγάλα, συμφέροντα.

Βέβαια, θα αντιτείνει κανείς ότι στην πολιτική, πιο πολύ από ότι σε κάθε άλλο τομέα, είναι ανώφελο να αναλωνόμαστε στο «τι θα είχε συμβεί αν …». Κι αυτό γιατί στην «τέχνη του εφικτού» μόνα εφαρμόσιμα εργαλεία είναι τα δεδομένα που έχουν ισχύ στο παρόν. Ωστόσο, οι υποθέσεις για τις πολιτικές επιλογές και τις δυνατότητες που είχαμε στο παρελθόν μπορούν να είναι διδακτικές για να αποφύγουμε τα ίδια λάθη στο μέλλον ή, τουλάχιστον, για να κατανοήσουμε ποια είναι τα σφάλματα και οι παθογένειες που σταθερά μας κατατρύχουν.

Αν, λοιπόν, οι ελληνικές κυβερνήσεις, έστω μετά την είσοδο στην ΟΝΕ είχαν εφαρμόσει μία σειρά από επώδυνα, αλλά απαραίτητα μέτρα, η χώρα θα είχε συνδυάσει την στρατηγική αυτή επιλογή με την απαραίτητη δημοσιονομική εξυγίανση. Τα μέτρα αυτά θα έπρεπε να αποβλέπουν πρωτίστως στη μείωση του μεγέθους του υπερτροφικού μας κράτους. Έτσι, θα έπρεπε να περιλαμβάνονται σε αυτά η κατάργηση, ουσιαστικά, του θεσμού των συμβασιούχων του Δημοσίου, η αυστηρή εφαρμογή κανόνα αναλογίας λιγότερων εισερχομένων σε σχέση με τον αριθμό των εξερχομένων από τις θέσεις εργασίας του Δημοσίου, η τολμηρή μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος (η οποία τότε θα μπορούσε να είχε γίνει με πολύ καλύτερους όρους από ό, τι τελικά έγινε σήμερα) και η απλοποίηση του φορολογικού συστήματος, με ταυτόχρονη δραστική μείωση της φορολογίας επιχειρήσεων, αλλά και αυστηρή πάταξη φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής.

Σίγουρα οι παραπάνω λύσεις θα έβρισκαν, όπως και συνέβη όποτε κάποιες από αυτές επιχειρήθηκαν στο παρελθόν να εφαρμοστούν, σφοδρές αντιδράσεις από νοοτροπίες και συμφέροντα που εθίγοντο. Επιπλέον, είναι βέβαιο ότι για κάποιο, όχι μικρό, χρονικό διάστημα θα προκαλούσαν «σοκ» στην οικονομία, καθώς δεν θα μπορούσαν άμεσα να πραγματοποιηθούν και να αποδώσουν οι ιδιωτικές εκείνες επενδύσεις που θα υποκαθιστούσαν πόρους και δυναμικό που ως τότε απορροφούσε ο δημόσιος τομέας. Είχαμε, ωστόσο, το καίριο, σε σχέση με σήμερα, πλεονέκτημα της στοιχειώδους, έστω, πιστοληπτικής αξιοπιστίας (και δη σε περιβάλλον ΟΝΕ), καθώς και τις μεταβιβαστικές πληρωμές από την Ε.Ε. (Κ.Π.Σ. κλπ). Έτσι, οι πόροι αυτοί θα μπορούσαν να στραφούν στην υγιή επιχειρηματική δραστηριότητα και, σε εύλογο χρονικό διάστημα, να δώσουν «σάρκα και οστά» σε μία ανθεκτική οικονομία. Η πολιτική μας τάξη, ωστόσο, παρά κάποιες- ιδίως αρχικές - αξιόλογες προσπάθειες και τολμηρές αποφάσεις, επέλεξε να διοχετεύσει, ιδίως τις τελευταίες σε υπερκοστολογημένα έργα υποδομής, αλλά και σε δαπάνες εξυπηρέτησης των πελατειακών σχέσεων, με συνέπεια οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης μιας μακράς περιόδου να μην αφήσουν κάποια σημαντική προστιθέμενη αξία στην οικονομία μας, γεγονός που αντανακλάται στην σημερινή πρωτοφανή ύφεση με προβλέψεις για μακρά συνέχισή της.

Ανάλογή χρονική στιγμή – ορόσημο ήταν, η Ολυμπιάδα του 2004, που θα μπορούσε να αποτελέσει την ψυχολογική αφετηρία μίας τέτοιας αναπτυξιακής προσπάθειας. Όμως, αντί να αξιοποιηθεί το momentum αυτό και να πραγματοποιηθούν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, επελέγη πάλι η λογική του πολιτικού κόστους και της «εξαγοράς» πολιτικού χρόνου. Αποτέλεσμα ήταν η συνθηκολόγηση με συντεχνιακές λογικές και ο πλήρης δημοσιονομικός μας εκτροχιασμός, τη στιγμή, μάλιστα, που η παγκόσμια οικονομική κρίση χτυπούσε και τη δική μας πόρτα.

Παρόμοιες σκέψεις γεννά και η τακτική που ακολουθήθηκε ως την είσοδο της χώρας μας στον Μηχανισμό Στήριξης. Αντί να ληφθούν γενναίες αποφάσεις, δυσάρεστες, ίσως, στην κοινή γνώμη, όπως αυστηρές περικοπές και επώδυνες μεταρρυθμίσεις από τα τέλη του 2009 ή ακόμη και μονομερής προσφυγή στο ΔΝΤ, επελέγη η διολίσθηση προς έναν δρόμο ο οποίος θα μετέθετε το βάρος της ευθύνης μακριά από εμάς.

Η προσφυγή στο Μνημόνιο, αν και έγινε με όρους δυσβάστακτους για την ελληνική οικονομία, οι οποίοι επιτείνουν τα υφεσιακά φαινόμενα, φέρει μαζί της μία σειρά μεταρρυθμίσεων που οι κυβερνήσεις έπρεπε από μακρού να είχαν εφαρμόσει. Ωστόσο, άτολμοι πολιτικοί χειρισμοί και χρονίζουσες παθογένειες τείνουν να μετατρέψουν τα μέτρα αυτά σε αιτίες μόνιμης συρρίκνωσης της πραγματικής ελληνικής οικονομίας. Ταυτόχρονα, δημιουργούν μία όλο και πιο έντονη διχοτομία ανάμεσα σε έναν δημόσιο τομέα προφυλαγμένο από τους πιο σοβαρούς, έστω, από τους κραδασμούς και έναν ιδιωτικό τομέα ο οποίος υφίσταται τις συνέπειες μίας εσωτερικής «στάσης πληρωμών».

Σήμερα, βρισκόμαστε στην εξαιρετικά δύσκολη θέση να προσπαθούμε να αποδείξουμε ότι θα είμαστε, εντός ορατού ορίζοντα, δανειακά φερέγγυοι, χωρίς την ανάγκη αναδιάρθρωσης. Ταυτόχρονα, πασχίζουμε να αναδιαπραγματευτούμε τον χρονικό ορίζοντα αποπληρωμής και το επιτόκιο του δανείου των 110 δις, με τα δημοσιονομικά μας στοιχεία και την πραγματική μας οικονομία να πλήττεται σοβαρά.

Η πολιτική μας τάξη είναι άριστα εκπαιδευμένη στην μετάθεση ευθυνών και στην ένταξη των μακροπρόθεσμων αναγκών στις απαιτήσεις του εκλογικού κύκλου.Έτσι, σε περίπτωση επιτυχίας των προσπαθειών αυτών, από αρκετούς θεωρείται πιθανή η προσφυγή στις κάλπες - η σεναριολογία κάνει λόγο για Μάιο-Ιούνιο ή Σεπτέμβριο-Νοέμβριο. Δεν έχουν όλα αυτά, όμως, καμία πραγματική σημασία. Σημασία έχει μόνο η προώθηση, ακόμη και τώρα, των γενναίων μεταρρυθμίσεων και αλλαγών που θα περισώσουν τις ζωτικές δυνάμεις της πραγματικής μας οικονομίας.