Η υποκρισία περισσεύει, όπως και οι μπερδεμένες αναλύσεις για το τι συμβαίνει στη Λιβύη και κανείς δεν ξέρει από πού να αρχίσει. Μια από τις πιο αγνοημένες πτυχές της κατάστασης είναι η βαθιά ρήξη στην ευρύτερη αριστερά. Αρκετά αριστερίζοντα λατινοαμερικανικά κράτη και κυρίως η Βενεζουέλα, υποστηρίζουν πλήρως τον συνταγματάρχη Καντάφι. Αλλά οι εκπρόσωποι της αριστεράς στη Μέση Ανατολή, την Ασία, την Αφρική, την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική δεν συμφωνούν καθόλου.

Η υποκρισία περισσεύει, όπως και οι μπερδεμένες αναλύσεις για το τι συμβαίνει στη Λιβύη και κανείς δεν ξέρει από πού να αρχίσει. Μια από τις πιο αγνοημένες πτυχές της κατάστασης είναι η βαθιά ρήξη στην ευρύτερη αριστερά. Αρκετά αριστερίζοντα λατινοαμερικανικά κράτη και κυρίως η Βενεζουέλα, υποστηρίζουν πλήρως τον συνταγματάρχη Καντάφι. Αλλά οι εκπρόσωποι της αριστεράς στη Μέση Ανατολή, την Ασία, την Αφρική, την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική δεν συμφωνούν καθόλου.

Η ανάλυση του Ούγκο Τσάβες φαίνεται να επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά στο γεγονός ότι οι ΗΠΑ και η Δυτική Ευρώπη εξαπολύουν απειλές και αφορισμούς για το καθεστώς Καντάφι. Ο Καντάφι, ο Τσάβες και ορισμένοι άλλοι επιμένουν πως ο δυτικός κόσμος επιδιώκει να εισβάλει στη Λιβύη και να «κλέψει» το πετρέλαιό της. Η όλη ανάλυση δεν περιγράφει καθόλου το τι συμβαίνει και αυτό είναι κακό σημάδι για την κρίση του Τσάβες και για την φήμη του στην παγκόσμια αριστερά.

Πρώτα από όλα, στην τελευταία δεκαετία και μέχρι πριν από μερικά χρόνια, ο Καντάφι απολάμβανε μια θετική δημοσιότητα στα ΜΜΕ του δυτικού κόσμου. Προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αποδείξει πως δεν ήταν πλέον υποστηρικτής της τρομοκρατίας και επιθυμούσε την επανένταξή του στο κύριο ρεύμα της γεωπολιτικής και της παγκόσμιας οικονομίας. Η Λιβύη και ο δυτικός κόσμος προχώρησαν στη μια συμφωνία μετά την άλλη. Είναι δύσκολο για εμένα να δω τον Καντάφι ως αντι-ιμπεριαλιστή ήρωα, ιδίως τα τελευταία δέκα χρόνια.

Το δεύτερο σημείο που δεν εντόπισε η ανάλυση του Τσάβες είναι ότι δεν πρόκειται να υπάρξει σημαντική στρατιωτική εμπλοκή του δυτικού κόσμου στη Λιβύη. Οι δημόσιες δηλώσεις είναι γεμάτες με στόμφο, απλά για να εντυπωσιάσουν την κοινή γνώμη στο εσωτερικό. Δεν πρόκειται επίσης να υπάρξει ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας, διότι η Κίνα και η Ρωσία δεν θα το δεχτούν. Επιπλέον, δεν θα υπάρξει απόφαση του ΝΑΤΟ, διότι δεν θα την δεχτεί η Γερμανία και άλλοι. Ακόμα και η μιλιταριστική και αντι-Κανταφική στάση του Σαρκοζί αντιμετωπίζει αντιδράσεις στη Γαλλία.

Πάνω από όλα, η αντίθεση στις ίδιες τις ΗΠΑ προς την στρατιωτική δράση προέρχεται από το κοινό και ακόμα πιο σημαντικό, από τον στρατό. Ο υπουργός Αμύνης, Ρόμπερτ Γκέιτς και ο επικεφαλής του επιτελείου, ναύαρχος Μούλεν, έχουν εκφράσει ανοικτά την αντίθεσή τους στην επιβολή μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων. Μάλιστα, ο Γκέιτς πήγε ένα βήμα παραπέρα: Στις 25/2, μιλώντας στο Ουέστ Πόιντ, δήλωσε στους νεοσύλλεκτους ότι «κατά τη γνώμη μου, όποιος μελλοντικός υπουργός που προτείνει στον πρόεδρο να στείλει τον αμερικανικό στρατό στην Ασία, στη Μέση Ανατολή ή στην Αφρική, θα πρέπει να πάει στον ψυχίατρο».

Ο στρατηγός ε.α. Ουέσλεϊ Κλαρκ, πρώην επικεφαλής των νατοϊκών δυνάμεων, έγραψε στις 11/3 στην Washington Post ένα άρθρο με τίτλο «Η Λιβύη δεν πληροί τις προϋποθέσεις για μια αμερικανική εισβολή». Άρα, παρά τις εκκλήσεις των γερακιών στις ΗΠΑ, ο πρόεδρος Ομπάμα θα αντισταθεί.

Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι αν θα πρέπει να γίνει στρατιωτική επέμβαση. Το θέμα είναι οι συνέπειες της προσπάθειας του Καντάφι να συντρίψει την αντιπολίτευση με τον πιο βίαιο τρόπο. Η Λιβύη βρίσκεται σε χάος εξαιτίας των επιτυχημένων εξεγέρσεων στην Τυνησία και την Αίγυπτο. Και αν υπάρχει κάποια συνωμοσία, αυτή εμπλέκει τον Καντάφι, τη Δύση και την κατάπνιξη της αραβικής εξέγερσης. Ανάλογα με την έκταση της επιτυχίας του Καντάφι, θα στείλει μήνυμα σε όλους τους υπόλοιπους τυράννους ότι η βίαιη καταστολή είναι ο σωστός τρόπος αντίδρασης και όχι οι παραχωρήσεις.

Αυτό διαπιστώνει η αριστερά στον υπόλοιπο κόσμο, έστω και αν δεν το βλέπουν ορισμένες κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική. Όπως επισημαίνει ο Σαμίρ Αμίν στην ανάλυσή του για την Αίγυπτο, υπάρχουν τέσσερις διακριτές αποχρώσεις ανάμεσα στους διαδηλωτές – η νεολαία, η ακραία αριστερά, οι δημοκράτες της μέσης τάξης και οι ισλαμιστές. Η ακραία αριστερά αποτελείται από καταπιεσμένα κόμματα και αναζωογονημένα κινήματα και συνδικάτα. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως στη Λιβύη η ακραία αριστερά είναι πολύ πιο αδύναμη, λόγω της πολιτικής του Καντάφι. Συνεπώς, το αποτέλεσμα εκεί είναι πιο απρόβλεπτο.

Οι ηγέτες του Αραβικού Συνδέσμου μπορεί ανοικτά να καταδικάζουν την πολιτική του, αλλά αρκετοί, ή ακόμα και οι περισσότεροι τον υποστηρίζουν στην πράξη και μαθαίνουν από αυτόν.

Ίσως θα ήταν χρήσιμο να ολοκληρώσουμε με δύο μαρτυρίες από την αριστερά. Η Έλενα Σίχαμ, Ιρλανδή μαρξίστρια, γνωστή στην Αφρική για τη συμμετοχή της σε ακραία κινήματα, προσκλήθηκε από το καθεστώς Καντάφι να μεταβεί στη Λιβύη ώστε να διδάξει σε πανεπιστήμιο. Κατέφτασε, ενώ ξεσπούσε η αναταραχή. Τα μαθήματα ακυρώθηκαν και τελικά την εγκατέλειψαν οι οικοδεσπότες της, αναγκάζοντάς την να διαφύγει μόνη της. Στις 8/3 έγραψε στο ημερολόγιό της ότι «κάθε συμπάθεια για το καθεστώς έχει φύγει πλέον. Είναι βίαιο, διεφθαρμένο, απατηλό και ψεύτικο».

Επίσης, αξίζει να εξετάσουμε την δήλωση της COSATU, της ένωσης των συνδικάτων της Νοτίου Αφρικής, η οποία αφού εξήρε τις κοινωνικές κατακτήσεις του καθεστώτος της Λιβύης, πρόσθεσε: «Η COSATU δεν δέχεται ότι οι κατακτήσεις αυτές δικαιολογούν την σφαγή των διαδηλωτών που στρέφονται κατά του δικτάτορα Καντάφι και επιβεβαιώνει την υποστήριξή της για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Λιβύη και σε ολόκληρη την ήπειρο».

Ας διατηρήσουμε το βλέμμα μας στη μπάλα: Ο αγώνας αυτή τη στιγμή είναι η δεύτερη Αραβική επανάσταση. Θα είναι αρκετά δύσκολο να υπάρξει ένα ριζοσπαστικό αποτέλεσμα από τη διαμάχη αυτή. Ο Καντάφι είναι ένα μεγάλο εμπόδιο για την αραβική και για την παγκόσμια αριστερά. Ίσως θα πρέπει να θυμηθούμε όλοι το ρητό του Σιμόν ντε Μποβουάρ: «Το να θέλεις να απελευθερωθείς από τον εαυτό σου σημαίνει το να θέλεις να απελευθερώσεις τους άλλους».