Θα αντέξει ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών-Φιλε-λευθέρων μέχρι τη λήξη της θητείας της παρούσας Βουλής που εκπνέει το Σεπτέμβριο του 2013; Το ερώτημα είναι κρίσιμο για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις συνολικά, καθώς η παρατεταμένη πολιτική και εκλογική καχεξία της σημερινής γερμανικής κυβέρνησης είναι σε μεγάλο βαθμό η σημαντικότερη τροχοπέδη για την αναγκαία κατεπείγουσα μετάβαση της Ευρωζώνης στην οικονομική διακυβέρνηση

Θα αντέξει ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών-Φιλε-λευθέρων μέχρι τη λήξη της θητείας της παρούσας Βουλής που εκπνέει το Σεπτέμβριο του 2013; Το ερώτημα είναι κρίσιμο για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις συνολικά, καθώς η παρατεταμένη πολιτική και εκλογική καχεξία της σημερινής γερμανικής κυβέρνησης είναι σε μεγάλο βαθμό η σημαντικότερη τροχοπέδη για την αναγκαία κατεπείγουσα μετάβαση της Ευρωζώνης στην οικονομική διακυβέρνηση.

Αν στη Γαλλία η ήττα του Σαρκοζί στην προεδρική εκλογή του 2012 έχει προεξοφληθεί- με ζητούμενο μόνο αν θα έχει τη δεύτερη ή την τρίτη θέση στον πρώτο γύρο, οι πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία παραμένουν αβέβαιες, παρά το γεγονός ότι έχει προεξοφληθεί η ήττα του κυβερνητικού συνασπισμού στις έξι επερχόμενες τοπικές εκλογικές αναμετρήσεις σε επίπεδο ομόσπονδων κρατιδίων, με πρώτη την Βάδη - Βυρτεμβέργη στις 27 Μαρτίου και τελευταίο το Βερολίνο το Σεπτέμβριο.

Κατ' αρχήν, η πιο δυσμενής παρενέργεια της ήττας σε τοπικές εκλογές έχει εισπραχθεί από πέρσι το Μάιο, όταν ο κυβερνητικός συνασπισμός έχασε τις τοπικές εκλογές στη Βόρεια Ρηνανία Βεστφαλία και ανετράπη η πλειοψηφία στην Άνω Βουλή (Μπούντενσρατ). Ετσι η ομαλή διεκπεραίωση του νομοθετικού έργου της κυβέρνησης Μέρκελ προϋποθέτει διαβούλευση και αναζήτηση συναίνεσης η ανοχής της αντιπολίτευσης.

Αυτό όμως που σήμερα δεν υφίσταται πλέον ως σενάριο είναι η δυνατότητα εσωκομματικής εξέγερσης στους Χριστιανοδημοκράτες με στόχο την αλλαγή καγκελαρίου. Η αλλαγή καγκελαρίου άλλωστε στη διάρκεια θητείας του ίδιου κυβερνητικού συνασπισμού έχει συμβεί μόνον δύο φορές στην Ιστορία της Δυτικής Γερμανίας:

Η πρώτη, το 1963, όταν ο Αντενάουερ υπέβαλε την προαναγγελθείσα προ πολλού παραίτηση από το αξίωμά του παραδίνοντας τη σκυτάλη στο μοναδικό και πέραν πάσης αμφισβήτησης χρισμένο διάδοχο του Ερχαρτ.

Η δεύτερη, την άνοιξη του 1974, όταν υπό το βάρος των αποκαλύψεων για την εμπλοκή του στενού του συνεργάτη Γκιγιόμ με την υπηρεσία κατασκοπίας της Ανατολικής Γερμανίας ο Μπραντ παραιτήθηκε από την καγκελαρία, διατηρώντας όμως για μακρά σειρά ετών τη θέση του στην ηγεσία των Σοσιαλδημοκρατών.

Με τελευταίο πρόσφατο σταθμό την παραίτηση του υπουργού Άμυνας Γκούτεμπεργκ που εφέρετο ως ο πιο πιθανός διάδοχος της Μέρκελ, μια σειρά εξελίξεων τον τελευταίο χρόνο, είχε ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει κανένα ηγετικό στέλεχος με την αξιοπιστία εναλλακτικής διαχείρισης που θα ανέκοπτε τη συνεχή πτώση του κυβερνητικού συνασπισμού, μια πτώση που, αν συνεχισθεί με τους σημερινούς ρυθμούς, θα καταλήξει σε κοσμογονικές ανακατατάξεις στην πολιτική σκηνή της χώρας:

Οι Φιλελεύθεροι του Βέστερβελε που από τα 15% το Σεπτέμβριο του 2009 βρίσκονται σήμερα κάτω από 5% κινδυνεύουν για πρώτη φορά μετά το 1949 να μην αντιπροσωπεύονται στην Ομοσπονδιακή Βουλή.

Οι Χριστιανοδημοκράτες είναι βέβαιο ότι θα καταγράψουν το ναδίρ των εκλογικών τους επιδόσεων αλλά και εξαιρετικά πιθανό, στην περίπτωση που οι Φιλελεύθεροι βρεθούν εκτός Βουλής, να μην έχουν σύμμαχο για να διεκδικήσουν εκ νέου την εξουσία.

Με δύο λόγια, η Μέρκελ παραμένει στην εξουσία με τον ίδιο τρόπο που την κατέκτησε: Χρησιμοποίησε την εμπλοκή των Κολ και Σόιμπλε στα μαύρα κομματικά ταμεία για να αναρριχηθεί και στη συνέχεια προκάλεσε ή και αξιοποίησε την εξουδετέρωση όλων των δυνητικών της αντιπάλων.

Αν αληθεύει η διαπίστωση ότι στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωζώνης η Γερμανία εξάντλησε το περιθώριο προσαρμογών και αλλαγών, τότε οι εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2013 προβάλλουν ως δραματικά μακρινές για το μέλλον της Ευρώπης.

Χωρίς δελφίνο
Με τελευταίο πρόσφατο σταθμό την παραίτηση του υπουργού Άμυνας Γκούτενμπεργκ που εφέρετο ως ο πιο πιθανός διάδοχος της Μέρκελ, μια σειρά εξελίξεων τον τελευταίο χρόνο είχε ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει κανένα ηγετικό στέλεχος με την αξιοπιστία εναλλακτικής διαχείρισης που θα ανέκοπτε τη συνεχή πτώση του κυβερνητικού συνασπισμού.

(από την εφημερίδα "ΗΜΕΡΗΣΙΑ",21/03/2011)