Αστικές Συγκοινωνίες: Πάλι Θύμα του Δημοσιονομικού Πανικού;

Το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Σταθεροποίησης, το οποίο εξήγγειλε την προηγούμενη εβδομάδα ο Πρωθυπουργός, και το οποίο πρόκειται να συγκεκριμενοποιηθεί στις λεπτομέρειές του μετά τις εορτές του Πάσχα, περιλαμβάνει αυξήσεις στα εισιτήρια των αστικών συγκοινωνιών. Η επιλογή αυτή δεν μπορεί να συνιστά μέρος μίας συνεκτικής μεσοπρόθεσμης οικονομικής πολιτικής, αλλά μάλλον αποτελεί συνέχεια της πρόσφατης ανορθολογικής πολιτικής στις τιμές των εισιτηρίων και της περικοπής δρομολογίων
energia.gr
Πεμ, 21 Απριλίου 2011 - 10:50

Το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Σταθεροποίησης, το οποίο εξήγγειλε την προηγούμενη εβδομάδα ο Πρωθυπουργός, και το οποίο πρόκειται να συγκεκριμενοποιηθεί στις λεπτομέρειές του μετά τις εορτές του Πάσχα, περιλαμβάνει αυξήσεις στα εισιτήρια των αστικών συγκοινωνιών. Η επιλογή αυτή δεν μπορεί να συνιστά μέρος μίας συνεκτικής μεσοπρόθεσμης οικονομικής πολιτικής, αλλά μάλλον αποτελεί συνέχεια της πρόσφατης ανορθολογικής πολιτικής στις τιμές των εισιτηρίων και της περικοπής δρομολογίων.

Θυμίζουμε ότι από τον Φεβρουάριο η τιμή του ενιαίου εισιτηρίου αυξήθηκε από το 1 € στο 1,40, ενώ η κάθε μεμονωμένη διαδρομή με κάθε άλλο μέσο μεταφοράς πλην μετρό κοστίζει πλέον στον επιβάτη 1,20 €. Παράλληλα, αποφασίστηκαν περικοπές δρομολογίων του ΟΑΣΑ, καθώς και αναδιάρθρωση γραμμών. Οι τελευταίες αναλώθηκαν κυρίως στο να αλλάξουν τερματισμό δρομολόγια λεωφορείων με αφετηρία αθηναϊκές συνοικίες και δήμους του Λεκανοπεδίου. Έτσι, τερματίζουν πλέον όχι στο Κέντρο της Αθήνας, αλλά σε σταθμούς του μετρό στις παρυφές του. Με τον τρόπο αυτό, όμως, ενθαρρύνεται η μετακίνηση με ΙΧ προς το Κέντρο της πόλης, καθώς ελαττώνονται οι εναλλακτικές επιλογές πρόσβασης σε αυτό και αυξάνεται η χρηματική επιβάρυνση για τον μέσο πολίτη, σε μία στιγμή, μάλιστα, που, σε περιόδους κρίσης και αύξησης των τιμών του πετρελαίου, θα έπρεπε να ενθαρρύνεται η χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς. Ο Έλληνας ακόμη παραμένει προσκολλημένος γερά στο πρότυπο μετακίνησης με το ατομικό του αυτοκίνητο και οι παραπάνω αλλαγές σίγουρα δεν βοηθούν στο να το υπερβεί. Τουναντίον, ειδικά όσον αφορά στις μετακινήσεις στο κέντρο της πρωτεύουσας, έρχονται να συμπληρώσουν την εσφαλμένη χάραξη του τραμ, που αντί να περιλαμβάνει τους βασικούς οδικούς άξονες σε αυτό, διασχίζει ολόκληρη την παραλιακή και μέρος των νοτίων προαστίων για να καταλήξει στην πλατεία Συντάγματος – εκεί δηλαδή από όπου θα έπρεπε να ξεκινά…

Ακόμη πιο ανορθολογική κρίνεται η πολιτική που αφορά στις μηνιαίες κάρτες των μέσων μεταφοράς. Αντί να υπάρξει συγκράτηση τιμών, ώστε να ενθαρρυνθεί το επιβατικό κοινό να τις χρησιμοποιεί μετά την αύξηση στα εισιτήρια και να περιοριστεί, επιπλέον, η λαθρεπιβίβαση, προτιμήθηκε η τιμή της μηνιαίας κάρτας απεριορίστων διαδρομών για όλα τα μέσα να διαμορφωθεί στα 45 ευρώ από τα 35 που ήταν προηγουμένως, αλλά και να καταργηθούν οι αντίστοιχες κάρτες που υπήρχαν για κάθε άλλο μεμονωμένο μέσο – πλην των αστικών λεωφορείων. Έτσι, η αύξηση κατά 10% των πωλήσεων μηνιαίων καρτών απεριορίστων διαδρομών τον Απρίλιο, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2010, που ανακοίνωσε πρόσφατα το υπουργείο Υποδομών Μεταφορών και Δικτύων μάλλον θα πρέπει να μάς απογοητεύει, αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι οι αυξήσεις των τιμών ήταν πολύ μεγαλύτερες. Είναι, μάλιστα, αμφίβολο αν θα βοηθήσει, τελικά, στην βελτίωση της δημοσιονομικής εικόνας των ΔΕΚΟ του τομέα αυτού.

Ενθαρρυντικό, ωστόσο, είναι το γεγονός της αύξησης των ελέγχων εισιτηρίων, που ως τώρα βρίσκονταν σε μηδενικό επίπεδο. Εκεί θα έπρεπε περισσότερο να έχει επικεντρωθεί, από πολύ καιρό τώρα, η προσπάθεια της Πολιτείας και όχι στην αδιέξοδη τιμολογιακή πολιτική – που απ’ ότι μαθαίνουμε, θα συνεχιστεί, με βέβαιες τις αρνητικές συνέπειες στις συνήθειες μετακίνησης του επιβατικού κοινού και την ποιότητα ζωής στην Αθήνα.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπογραμμιστεί και η ευθύνη του μέσου Αθηναίου επιβάτη και της πολύ διαδεδομένης, τον τελευταίο καιρό, πρακτικής του να δίνεται το εισιτήριο που δεν έχει λήξει σε κάποιον άλλον συμπολίτη μας, σε μία ένδειξη δήθεν «ανυπακοής» και «αντίστασης». Θα θέλαμε να παρατηρήσουμε προς όσους κάνουν κάτι τέτοιο ότι βοηθούν με τον καλύτερο τρόπο στην διόγκωση των ελλειμμάτων των αστικών συγκοινωνιών, πριμοδοτώντας, ουσιαστικά, λύσεις ιδιωτικοποίησης των μέσων μαζικής μεταφοράς…

Γενικότερα, συμπεραίνει κανείς ότι η παραπάνω πολιτική στον τομέα των αστικών συγκοινωνιών είναι μάλλον κοντόφθαλμη και σίγουρα δεν συμβάλλει στον αποπληθωρισμό της οικονομίας. Αντίθετα, θα οδηγήσει σε αύξηση της ιδιωτικής χρήσης πετρελαιοειδών στην μετακίνηση, πράγμα που, σε συνδυασμό με την άνοδο των πετρελαϊκών τιμών (που προβλέπεται να διατηρηθούν τουλάχιστον στα σημερινά επίπεδα για πολύ καιρό), θα επιτείνει τα φαινόμενα στασιμοπληθωρισμού. Είναι αυτονόητο, επίσης, ότι, με τον τρόπο αυτό, ούτε απεξάρτηση από τις εισαγωγές πετρελαίου επιτυγχάνουμε, ούτε τους στόχους της «πράσινης πολιτικής» και της εξοικονόμησης ενέργειας εξυπηρετούμε.

Αντιλαμβανόμαστε ότι οι αυξήσεις στα εισιτήρια αποφασίστηκαν υπό συνθήκες δημοσιονομικού πανικού κατά τη σύναψη του Μνημονίου. Γίνεται, όμως, εξίσου κατανοητό ότι προτιμήθηκαν σε σχέση με άλλα μέτρα, που θα οδηγούσαν σε εξυγίανση του δημοσίου τομέα, σπάζοντας χρονίζουσες θρομβώσεις του, με συνέπεια το κόστος να μετακυλιστεί – και εδώ – στην κοινωνία και την πραγματική οικονομία. Μάλιστα, την στιγμή που σε άλλους τομείς εξαγγέλλονται μεταρρυθμίσεις με θετικές προοπτικές, στον τομέα των αστικών συγκοινωνιών προαναγγέλλεται ότι θα συνεχιστεί η ίδια αδιέξοδη λογική ...