Ο πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου διεκδικεί όντως μία θέση στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία. Οχι διότι θα σώσει την Ελλάδα από τη χρεοκοπία, όπως διάφορα στελέχη της κυβερνήσεως φαντάσθηκαν σε στιγμές ευφορίας και κάποιοι καλοπροαίρετοι ή αφελείς επίστευσαν. Ούτε διότι θα επιφέρει τομές τόσο σημαντικές που θα διαμορφώσουν τη νέα φυσιογνωμία της Ελλάδος. Αλλά διότι όντως απομυθοποίησε την ούτως ειπείν «διαχειριστική ικανότητα» του ΠΑΣΟΚ, είτε αυτό εμφανίζεται ως κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς είτε ως φορέας του «εκσυγχρονισμού» της χώρας

Ο πρωθυπουργός κ. Γιώργος Παπανδρέου διεκδικεί όντως μία θέση στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία. Οχι διότι θα σώσει την Ελλάδα από τη χρεοκοπία, όπως διάφορα στελέχη της κυβερνήσεως φαντάσθηκαν σε στιγμές ευφορίας και κάποιοι καλοπροαίρετοι ή αφελείς επίστευσαν. Ούτε διότι θα επιφέρει τομές τόσο σημαντικές που θα διαμορφώσουν τη νέα φυσιογνωμία της Ελλάδος. Αλλά διότι όντως απομυθοποίησε την ούτως ειπείν «διαχειριστική ικανότητα» του ΠΑΣΟΚ, είτε αυτό εμφανίζεται ως κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς είτε ως φορέας του «εκσυγχρονισμού» της χώρας.

Πιστεύουν ορισμένοι ότι η «εκσυγχρονιστική» ομάδα της κυβερνήσεως και ο πρωθυπουργός θα ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν τα οξύτατα προβλήματα της χώρας, εάν δεν αντιδρούσε το «παλαιό» ΠΑΣΟΚ. Ενδεχομένως, θεωρητικά, να ίσχυε η άποψη αυτή. Αλλά οι πολίτες που ανέδειξαν την νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία τον Οκτώβριο του 2009 δεν εψήφισαν τη «στενή εκσυγχρονιστική ομάδα» που εισήγαγε ο κ. Παπανδρέου στην πολιτική σκηνή, αλλά το κόμμα του ΠΑΣΟΚ, της διανομής του υπαρκτού ή ανυπάρκτου πλούτου και της νομής της εξουσίας. Αυτό που σήμερα διαπιστώνεται είναι απλώς ότι η ισχύς εξακολουθεί να εδρεύει στο αρχέγονο «Κίνημα» που είχε ιδρύσει ο Ανδρέας Παπανδρέου. Και όχι στην ερασιτεχνική ομάδα, που υποδύθηκε ότι εκπροσωπεί τα συμφέροντα και τη νοοτροπία του παραδοσιακού ΠΑΣΟΚ, προκειμένου να ανέλθει στην εξουσία, για να αναθεωρήσει εκ βάθρων στη συνέχεια όλες τις υποσχέσεις που έδιδε, παραβλέποντας την πραγματικότητα την οποία γνώριζε άριστα, όπως σταδιακώς αποκαλύφθηκε.

Η ερασιτεχνική ομάδα που περιβάλλει τον πρωθυπουργό, άμοιρη εμπειρίας, αντιμετώπισε ως τεχνική, άνευ πολιτικής διαστάσεως, τη διαχείριση της κρίσεως. Αυτός ήταν ο λόγος που δεν διανοήθηκε να διαπραγματευθεί έστω στοιχειωδώς τους όρους του Μνημονίου. Αντίθετα, ο κ. Κώστας Σημίτης, ως πρωθυπουργός, προσέδιδε εκ συστήματος πολιτικές διαστάσεις ενίοτε μεταφυσικές σε τεχνικά θέματα της οικονομίας. Αλλά αυτό συνέβαινε την εποχή της αφθονίας, όταν κυριαρχούσαν η αυταπάτη του αενάου πλούτου και η αντίληψη του «λαϊκού καπιταλισμού», που δημιούργησε τις εκατόμβες των θυμάτων του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

Πίστευσαν ορισμένοι ότι αρκούσε η μαγεία του ονόματος των «Παπανδρέου» για να πεισθούν τα πλήθη και εφησύχασαν διότι δεν εκδηλώθηκαν οργανωμένες αντιδράσεις έντονες· κάποιοι υποστηρίζουν ότι υπάρχει ακόμη και τώρα σιωπηρή συναίνεση της κοινωνίας. Το πρόβλημα για μία κυβέρνηση, όμως, δεν είναι τόσο η δυσαρέσκεια, η οργή, οι αντιδράσεις των συνδικαλιστών, αλλά πρωτίστως η παθητικότητα και η μοιρολατρία που αρχίζει να λειτουργεί διαβρωτικά στην ελληνική κοινωνία και ιδίως στις μεγάλες πόλεις.

Δεν πρέπει συνεπώς να εκπλήσσει η κατατονική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνηση του κ. Γιώργου Παπανδρέου, διότι έχει πλέον χάσει κάθε επαφή με την κοινωνική πραγματικότητα που την ανέδειξε στην εξουσία και διότι το ΠΑΣΟΚ έχει ολοκληρώσει τον κύκλο στην ελληνική πολιτική σκηνή, αφού επί δεκαετίες προκάλεσε μείζονα αναστάτωση.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 28/04/2011)