H ιστορία αποδεικνύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ευάλωτη στις ενεργειακές κρίσεις Μόσχας και Κιέβου και το ενδεχόμενο επανάληψή τους δεν μπορεί να αποκλειστεί ακόμα και αν στην προεδρία της Ουκρανίας βρίσκεται ο φιλορωσικών αισθημάτων Βίκτορ Γιανούκοβιτς. Τον Ιανουάριο, ο πρόεδρος της Ουκρανίας χρησιμοποίησε το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός για να καταγγείλει δημοσίως στη ενεργειακή ρωσική πολιτική. Η ομιλία του ερμηνεύτηκε από αναλυτές ως σημάδι αύξησης των εντάσεων μεταξύ των δύο χωρών

H ιστορία αποδεικνύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ευάλωτη στις ενεργειακές κρίσεις Μόσχας και Κιέβου και το ενδεχόμενο επανάληψή τους δεν μπορεί να αποκλειστεί ακόμα και αν στην προεδρία της Ουκρανίας βρίσκεται ο φιλορωσικών αισθημάτων Βίκτορ Γιανούκοβιτς. Τον Ιανουάριο, ο πρόεδρος της Ουκρανίας χρησιμοποίησε το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός για να καταγγείλει δημοσίως στη ενεργειακή ρωσική πολιτική. Η ομιλία του ερμηνεύτηκε από αναλυτές ως σημάδι αύξησης των εντάσεων μεταξύ των δύο χωρών πάνω στη συνεχιζόμενη διαμάχη του φυσικού αερίου που πολλοί ήλπιζαν ότι θα μειωθούν μετά τη εκλογική νίκη στις εκλογές του 2010.

Η Ρωσία καλύπτει το 40% των αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε φυσικό αέριο και το 80% φτάνει μέσω των ουκρανικών αγωγών. Η κατάσταση ενδέχεται να επιδεινωθεί, σύμφωνα με αναλυτές, σημαντικά στο μέλλον, καθώς η συρρίκνωση των εγχώριων προμηθειών και η έκρηξη της ζήτησης αναμένεται να οδηγήσουν σε αύξηση κατά 37% τις εισαγωγές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη έως το 2030.

Η εξάρτηση, ωστόσο, δεν είναι μονόπλευρη. Η Ρωσία εξαρτάται από τις ευρωπαϊκές εξαγωγές φυσικού αερίου για το 20% του προϋπολογισμού λειτουργίας της κυβέρνησής της και χρειάζεται τους ουκρανικούς αγωγούς για τη μεταφορά του φυσικού αερίου στην αγορά. Η Ουκρανία παρομοίως δεν είναι απρόσβλητη, δεδομένου ότι εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό φυσικό αέριο για εγχώρια χρήση της ενέργειας. Η πρόσφατη συμφωνία φυσικού αερίου μεταξύ Κίεβου και Μόσχας που υπογράφτηκε μετά επί Γιανούκοβιτς δεν συνδέεται μόνο με την επέκταση της στέγασης του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας κατά είκοσι πέντε έτη στην Κριμαία, αλλά και με την υπόσχεση της Ουκρανίας να εισάγει ετησίως 40 δισ. κυβικά μέτρα, μια ποσότητα πολύ παραπάνω από την εγχώρια ζήτησή της.

Η Ουκρανία δείχνει να έχει μια προσωρινή σταθερότητα χάρη στα δάνεια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και στις συμφωνίες με τη Ρωσία, αλλά δεν είναι μακροπρόθεσμη και ενδεχόμενη κατάρρευσή της θα έχει επιπτώσεις στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Παράλληλα, το απαρχαιωμένο σύστημα των ουκρανικών αγωγών αποτελεί ένα επιπλέον πρόβλημα. Το «Journal of Energy Security» παρουσιάζει τις ακόλουθες προτάσεις για να διασφαλίσει τη σταθερότητα της Ουκρανίας και κατά συνέπεια την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια.

Ο απλούστερος τρόπος για να περιοριστεί το πρόβλημα μεταξύ Ρωσίας και Ευρώπης είναι η αποδυνάμωση του κεντρικού ρόλου της Ουκρανίας με την κατασκευή εναλλακτικών αγωγών, μια προοπτική που ο ρωσικός κρατικός ενεργειακός κολοσσός Gazprom προωθεί με τους αγωγούς Nord και South Stream. Ενώ στη θεωρεία οι συγκεκριμένοι αγωγοί θα μπορούν να μεταβάλουν το υπάρχον σύστημα μεταφοράς, στην πραγματικότητα τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά. Ακόμα και αν οι δυο προαναφερθέντες αγωγοί κατασκευαστούν και να λειτουργήσουν στη μέγίστη χωρητικότητά τους, που είναι δύσκολο να συμβεί, τότε θα προσθέσουν μόνο 85 με 120 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου (bmc) στο σύστημα μεταφοράς, ενώ οι αναλυτές προβλέπουν ότι οι ευρωπαϊκές ανάγκες θα αυξηθούν και ως 200 bcm μέχρι και το 2025.

Η θέση του ΔΝΤ

Η Ουκρανία αντιμετωπίζει σοβαρά εσωτερικά προβλήματα και ο εκσυγχρονισμός του ενεργειακού τομέα της αποτελεί μια καλή λύση. Η ανεπαρκής, διεφθαρμένη και χρεοκοπημένη Ουκρανία μπορεί εύκολα να θεωρηθεί πηγή που επηρεάζει αρνητικά την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Η ουσία του προβλήματος είναι ότι οι Ουκρανοί πολίτες πληρώνουν πολύ χαμηλότερα τις τιμές της αγοράς για τη χρήση του φυσικού αερίου και, δεδομένου ότι οι πολιτικοί εμφανίζονται απρόθυμοι να αυξήσουν τις τιμές, το κράτος αναγκάζεται να υποστηρίζει την ενεργειακή εταιρεία Naftogaz σε ποσοστό που ανέρχεται σε 3% του ΑΕΠ της. Η μεταρρύθμιση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς την επιβολή σημαντικών αυξήσεων, με τις οποίες θα επιβαρυνθούν η οικιακή και η εμπορική χρήση του φυσικού αερίου. To ΔΝΤ, σε διαπραγματεύσεις, με το Κίεβο έχει παραδεχθεί την αναγκαιότητα για εγχώρια αύξηση της τιμής του αερίου, στο πλαίσιο των ευρύτερων σχεδίων για σταθεροποίηση των οικονομικών της Naftogaz και την εξάλειψη των ελλειμμάτων στον προϋπολογισμό της.

Μια ρωσική επένδυση στο απαρχαιωμένο ουκρανικό δίκτυο αγωγών θα μπορούσε να λύσει πολλά προβλήματα και να οδηγήσει στον εκσυγχρονισμό του. Το Κίεβο ενδιαφέρεται για τη σύσταση κοινοπραξίας μεταξύ της κρατικής Naftogaz και της ρωσικής Gazprom. O πρωθυπουργός Αζαρόφ διεμήνυσε στον Ρώσο ομόλογό του, Βλαντιμίρ Πούτιν, ότι «ενδιαφερόμαστε να αξιολογήσουμε τα περιουσιακά στοιχεία στο άμεσο μέλλον και να βρούμε την κατάλληλη μορφή και τους όρους για την κοινοπραξία». Η αρχική ιδέα είχε διατυπωθεί από τον Πούτιν τον περσινό Απρίλιο και την υποστηρίζει και ο πρόεδρος της Gazprom, Αλεξέι Μίλερ. Τον Οκτώβριο πάντως, ο Αζαρόφ είχε απορρίψει την πρόταση για συγχώνευση και αρκέστηκε να δεχτεί την ίδρυση μιας κοινοπραξίας από τους δύο ομίλους σκοπός του νέου αυτού σχήματος θα είναι η αναβάθμιση του ουκρανικού δικτύου φυσικού αερίου, ώστε να αυξηθούν οι εξαγωγές προς την Ευρώπη. Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς ισχυρίζεται ότι μια ρωσική επένδυση 5 δισ. δολαρίων στο ουκρανικό δίκτυο αγωγών θα αποφέρει παρόμοια η καλύτερα αποτελέσματα από τα 25 δισ. δολάρια που δαπανούνται για το South Stream.

Ευρωπαϊκές επενδύσεις

Η Ουκρανία θα μπορούσε να γίνει πιο δεκτική στις ευρωπαϊκές επενδύσεις, ώστε να μπορέσει να επιτύχει μια ισορροπία στις σχέσεις με Ε.Ε. και Ρωσία. Το πρώτο βήμα για μια μεγαλύτερη επένδυση από την Ε.Ε. έγινε τον Μάρτιο του 2009 με τη διοργάνωση μιας Συνδιάσκεψης Διεθνών Επενδύσεων για τον Εκσυγχρονισμό του Δικτύου Διαμετακόμισης της Ουκρανίας. Η Ε.Ε. είναι πρόθυμη να επενδύσει χρήματα και η παρουσία της θα μπορούσε να εγγυηθεί και την εισαγωγή διαδικασιών διαφάνειας στη μεταφορά του φυσικού αερίου και θα μπορούσε να περιορίσει τη δυνατότητα είτε της Ουκρανίας είτε της Ρωσίας να χρησιμοποιούν τεχνικά θέματα ως διαπραγματευτική τακτική. Η προοπτική αυτή ίσως να μειώσει την πιθανότητα να μετατραπούν οι μελλοντικές διενέξεις σε μεγάλης κλίμακα ενεργειακή κρίση.

( Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Κόσμος του Επενδυτή» , 29 Απριλίου – 1 Μαΐου  2011, στην Οικονομία, σελ 23)