Η ανακάλυψη περίπου 25 τρις κυβικών ποδών φυσικού αερίου από το 2009 μέχρι σήμερα στο Ισραήλ, παρέχει στο εβραϊκό κράτος μια πρωτοφανή ευκαιρία. Η αστάθεια σε άλλες περιοχές της Μέσης Ανατολής δεν έχει διαφύγει της προσοχής των μεγάλων οικονομικών οίκων, ενώ ορισμένοι από αυτούς καταλήγουν πλέον ότι ο ενεργειακός τομέας του Ισραήλ αξίζει μεγαλύτερης προσοχής και πιθανώς επενδύσεων.

Η ανακάλυψη περίπου 25 τρις κυβικών ποδών φυσικού αερίου από το 2009 μέχρι σήμερα στο Ισραήλ, παρέχει στο εβραϊκό κράτος μια πρωτοφανή ευκαιρία. Η αστάθεια σε άλλες περιοχές της Μέσης Ανατολής δεν έχει διαφύγει της προσοχής των μεγάλων οικονομικών οίκων, ενώ ορισμένοι από αυτούς καταλήγουν πλέον ότι ο ενεργειακός τομέας του Ισραήλ αξίζει μεγαλύτερης προσοχής και πιθανώς επενδύσεων.

Ταυτόχρονα, η αστάθεια αυτή στα σύνορα του Ισραήλ και ιδίως στην Αίγυπτο, αυξάνει την ανάγκη της χώρας να μεγιστοποιήσει την εγχώρια παραγωγή και να απολαύσει τα οικονομικά και ενεργειακά οφέλη. Για να το πετύχει αυτό όμως, το Ισραήλ θα πρέπει να ξεπεράσει πρώτα τις προκαταλήψεις του διεθνούς κλάδου του πετρελαίου, καθώς και τα δικά του εμπόδια.

Το Ισραήλ αντιμετωπίζει μια δυσμενή πραγματικότητα: Ένα μεγάλο μέρος της κατανάλωσης φυσικού αερίου σήμερα εξαρτάται από τις ασταθείς εισαγωγές από την Αίγυπτο. Οι υπόλοιπες ανάγκες του ικανοποιούνται από μια εγχώρια πηγή, το κοίτασμα Mari- B, το οποίο όμως διαθέτει αρκετό αέριο μόνο μέχρι το 2013. Καθώς το Ισραήλ παράγει σχεδόν το 50% του ηλεκτρισμού του από το αέριο, η σημασία της ανάπτυξης των εγχώριων πηγών είναι εμφανής.

Μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης Μουμπάρακ, οι εξαγωγές αερίου προς το Ισραήλ διακόπηκαν και τώρα το Κάιρο ζητά υψηλότερες τιμές (άνω των 7$ ανά εκατομμύριο BTUs, από 4$ σήμερα και 1,5$ το 2005). Ως απάντηση, το Ισραήλ θα μπορούσε να αυξήσει την χρήση πετρελαίου και άνθρακα, αλλά αυτό θα είχε αυξημένο κόστος και δεν θα είχε διάρκεια.

Τα αποδεδειγμένα κοιτάσματα Ταμάρ και Λεβιάθαν ξεπερνούν κατά πολύ τον όγκο αερίου που χρειάζεται η εγχώρια αγορά στο άμεσο μέλλον. Οι Ισραηλινοί καταναλώνουν λιγότερα από 200 δις κ.π. ετησίως. Παρόλα αυτά, τα πολιτικά εμπόδια στην εμπορική εκμετάλλευση των ποσοτήτων αυτών είναι σημαντικά. Περισσότερο από όλα, το Ισραήλ πρέπει να δημιουργήσει ένα περιβάλλον που θα στηρίζει την υψηλού κινδύνου υπεράκτια εξερεύνηση και παραγωγή, ώστε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πιθανών διαχειριστών και επενδυτών.

Ακόμα και υπό ιδανικές συνθήκες, λίγες πετρελαϊκές είναι προετοιμασμένες να διακινδυνεύσουν τη φήμη τους στον μουσουλμανικό κόσμο για να δραστηριοποιηθούν στο Ισραήλ – η μισαλλοδοξία που δημιουργείται από την άνιση γεωλογική κατανομή των υδρογονανθράκων δεν θα πρέπει να υποτιμάται. Είναι ένα πράγμα μια καλιφορνέζικη εταιρεία να αναπτύσσει λογισμικό στο Ισραήλ και άλλο πράγμα να έρθει μια πετρελαϊκή με δισεκατομμύρια επενδύσεων στην Σαουδική Αραβία και αλλού.

Ως αποτέλεσμα, οι ενδιαφερόμενες εταιρείες μέχρι στιγμής τείνουν να είναι μικρότερες από τις ενσωματωμένες διεθνείς πετρελαϊκές, καθώς και λιγότερο έμπειρες στις διαπραγματεύσεις με τις κυβερνήσεις. Προχωρώντας, οι εταιρείες αναμένεται να είναι λιγότερο πρόθυμες να αναλάβουν οικονομικό ρίσκο και λιγότερο σίγουρες στη διαχείριση του πολιτικού ρίσκου. Στο πλαίσιο αυτό, τα σημάδια πολιτικής ή περιφερειακής αστάθειας έχουν μεγάλη σημασία.

Τον Μάρτιο, το Κνεσέτ υπερψήφισε την αύξηση των κερδών στο φυσικό αέριο, την οποία πρότεινε η επιτροπή Σεσίνσκι, μέσα από μια διαδικασία που διήρκησε ένα χρόνο. Με το έργο αυτό ολοκληρωμένο, το Ισραήλ θα επωφεληθεί σημαντικά από τη διατήρηση της μέγιστης φορολογίας και από την ρυθμιστική σταθερότητα.

Ίσως ακόμα πιο σημαντική είναι η κατάσταση στον κρατικό σχεδιασμό για τα ενεργειακά σχέδια, ο οποίος είναι προβληματικός και αποτελεί εμπόδιο στις επενδύσεις. Οι αποφάσεις για τις άδειες και την περιβαλλοντική προστασία καθυστερούν ή και ανακαλούνται. Οι διαμάχες μεταξύ των πολιτικών και των τοπικών παραγόντων προκαλούν παράλυση. Στην Ιερουσαλήμ, η εξουσία είναι μοιρασμένη μεταξύ αρκετών υπουργών, προκαλώντας σύγχυση.

Ενώ το υπουργείο Υποδομών μοιάζει με ένα ενεργειακό υπουργείο, εντούτοις το υπουργείο Εσωτερικών έχει στην αρμοδιότητά του τις μελέτες και την χωροταξία, ενώ το υπουργείο Περιβάλλοντος τις ρυθμίσεις για την ασφάλεια και το υπουργείο Οικονομικών τα φορολογικά θέματα. Η αναθεώρηση θα πρέπει να ξεκινήσει δίνοντας την εξουσία σε ένα πρόσωπο ώστε να αναπτύξει μια νέα ρυθμιστική δομή.

Τέλος, το Ισραήλ πρέπει να ξεκαθαρίσει ότι σκοπεύει να δεσμευτεί και να προστατεύσει τους υπεράκτιους πόρους τους ες αεί. Το ιστορικό της χώρας στην προστασία των υποδομών είναι εξαιρετικό, ενώ οι κλάδοι της ενέργειας και των επενδύσεων έχουν πολλά να μάθουν όσον αφορά τους πραγματικούς και όχι τους φανταστικούς κινδύνους που σχετίζονται με τα κεφάλαια στην αγορά του Ισραήλ.

Καθώς ο πληθυσμός και η οικονομία της χώρας αυξάνονταν σημαντικά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, οι εχθροί του Ισραήλ κατάφεραν μικρές μόνο ζημιές στις υποδομές, όπως στα λιμάνια, την ενέργεια και την υδροδότηση, στις τηλεπικοινωνίες και άλλες μεγάλες επενδύσεις. Η αλλαγή των πεποιθήσεων που έχουν οι παίκτες-κλειδιά του ενεργειακού κλάδου σχετικά με την ισραηλινή ασφάλεια είναι μια σημαντική προσπάθεια, που δεν σχετίζεται με το τεχνολογικό σκέλος.

Το άφθονο φυσικό αέριο μπορεί να μεταμορφώσει το Ισραήλ μέσα από την ενεργειακή ανεξαρτησία και να επιφέρει οικονομική ανάπτυξη, μέσα από το χαμηλότερο κόστος της ενέργειας, του νερού και των μεταφορών. Το Ισραήλ έχει κάθε κίνητρο να αναμορφώσει τον ενεργειακό του κλάδο, καθώς αυτό θα παρήγαγε μια άνευ προηγουμένου επιστροφή της επένδυσης.

- Ο Ντέιβιντ Γούρμσερ ήταν σύμβουλος του αντιπροέδρου Ντικ Τσέινι σε θέματα Μέσης Ανατολής, καθώς και ιδρυτής του Delphi Global Analysis Group.

- Ο Τζόναθαν Μπάρον διετέλεσε μέλος του επιτελείου αρκετών Ρεπουμπλικάνων βουλευτών στις ΗΠΑ και είναι ιδρυτής και πρόεδρος της Baron Public Affairs.

- Και οι δύο συγγραφείς είναι σύμβουλοι στον κλάδο φυσικού αερίου του Ισραήλ.