Την επιβολή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης από φέτος και στο φυσικό αέριο προβλέπει από φέτος το Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο για την οικονομία, σε μία εξέλιξη που επιφέρει βαρύτατο πλήγμα τόσο στην επιχειρηματική δραστηριότητα όσο και στα νοικοκυριά. Επιπλέον, ως δεδομένη θεωρείται η εξίσωση των φόρων στο πετρέλαιο θέρμανσης και στο κίνησης από τον ερχόμενο Οκτώβριο. Μετά το ρεύμα, όπου ισχύει εδώ και έναν χρόνο, έρχεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης και στο φυσικό αέριο

Την επιβολή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης από φέτος και στο φυσικό αέριο προβλέπει από φέτος το Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο για την οικονομία, σε μία εξέλιξη που επιφέρει βαρύτατο πλήγμα τόσο στην επιχειρηματική δραστηριότητα όσο και στα νοικοκυριά. Επιπλέον, ως δεδομένη θεωρείται η εξίσωση των φόρων στο πετρέλαιο θέρμανσης και στο κίνησης από τον ερχόμενο Οκτώβριο.

 

Μετά το ρεύμα, όπου ισχύει εδώ και έναν χρόνο, έρχεται Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης και στο φυσικό αέριο.

 

Με βάση το Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο για την ελληνική οικονομία, το οποίο εγκρίθηκε χτες από το υπουργικό συμβούλιο, εντός του έτους θα επιβληθεί ΕΦΚ και στο φιλικότερο προς το περιβάλλον συμβατικό καύσιμο, με αποτέλεσμα ένα βαρύτατο πλήγμα στην επιχειρηματική δραστηριότητα και μία νέα, σημαντική ανατροπή στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.

 

Όπως έχει γίνει γνωστό από πηγές του οικονομικού επιτελείου, η επιβολή του ΕΦΚ δεν πρόκειται να καταστήσει το φυσικό αέριο ακριβότερο από το πετυρέλαιο θέρμανσης. Ίσως μάλιστα η διαφορά της τιμής να είναι μεγαλύτερη από την σημερινή (μεταξύ 15% και 25%) καθώς θεωρείται ως ειλημμένη η απόφαση για την εξίσωση των φόρων στο πετρέλαιο θέρμανσης προς εκείνους που ήδη ισχύουν στο πετρέλαιο κίνησης, σε μία προσπάθεια να αντιμετωπισθεί το λαθρεμπόριο και η φοροδιαφυγή.

 

Οι πρώτες εκτιμήσεις από τις εταιρείες παροχής αερίου κάνουν λόγο για επιβαρύνσεις της τάξης των 5 έως 15 ευρώ ανά λογαριασμό σε ένα μέσιο νοικοκυριό, ενώ θεωρείται βέβαιο ότι οι επιχειρήσεις θα προσπαθήσουν να αμβλύνουν τις επιπτώσεις, περιορίζοντας τη δραστηριότητά τους.

 

Σε ό,τι δε αφορά το πετρέλαιο θέρμανσης, στη διάρκεια του διμήνου Μαρτίου – Απριλίου καταγράφηκε μία σημαντική αποθεματοποίηση από τους καταναλωτές, ώστε να περιοριστούν οι συνέπειες της αύξησης, η οποία θα είναι της τάξης των 70 λεπτών ανά λίτρο σε σχέση προς τις τιμές που ίσχυαν στο τέλος της απελθούσας χειμερινής περιόδου.